θα-αντέξουν-οι-δικαστές-στον-κατακλυσ-563528761

Θα αντέξουν οι δικαστές στον κατακλυσμό;

Ο Τραμπ οδηγεί τα πράγματα ταχύτατα σε σύγκρουση με τη Δικαιοσύνη και σε συνταγματική κρίση

Πόσο κοντά βρίσκονται οι Ηνωμένες Πολιτείες σε μια άνευ προηγουμένου συνταγματική κρίση; Μόλις δύο μήνες μετά την έναρξη της θητείας του Ντόναλντ Τραμπ ως 47ου προέδρου των ΗΠΑ, οι προθέσεις του στο εσωτερικό δεν θα μπορούσαν να είναι πιο ξεκάθαρες. Με τον καταιγισμό εκτελεστικών διαταγμάτων, την αχαλίνωτη δραστηριότητα του DOGE, τις καρατομήσεις στην ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων, τις απολύσεις των επιθεωρητών δημόσιας διοίκησης και την αδυσώπητα επιθετική ρητορική του, ο Τραμπ διεκδικεί την άνευ ορίων διεύρυνση της εκτελεστικής εξουσίας και επιδεικνύει ελάχιστη υπομονή απέναντι σε θεσμούς και πρόσωπα που έχουν καθήκον να τον ελέγξουν.

«Με ανησυχεί πολύ ότι δεν υπάρχουν πλέον προστατευτικά κιγκλιδώματα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα για να περιορίσουν τον Τραμπ», λέει στην «Κ» ο Σιντ Μίλκις, καθηγητής στο Miller Center του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια και από τους κορυφαίους μελετητές της αμερικανικής προεδρίας. «Ο τρόπος με τον οποίο σφετερίζεται την εξουσία του Κογκρέσου για τις δαπάνες –με την πλήρη συνενοχή της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας–, οι επιθέσεις του στην ουδετερότητα της δημόσιας διοίκησης θα μπορούσαν να φτάσουν στο σημείο να εδραιώσουν μια μορφή ήπιου αυταρχισμού στις ΗΠΑ, στη βάση ενός σεχταριστικού εθνικισμού».

Eως τώρα το πιο ουσιώδες φρένο στην εκστρατεία συγκέντρωσης της εξουσίας του Τραμπ είναι ο δικαστικός έλεγχος. Με σειρά αποφάσεων που αφορούν τα πάντα, από το «πάγωμα» ομοσπονδιακών δαπανών εγκεκριμένων από το Κογκρέσο, την κατάργηση της USAID ως ανεξάρτητης υπηρεσίας και τις μαζικές απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, έως τον αποκλεισμό των διεμφυλικών από τις ένοπλες δυνάμεις, δικαστές έχουν μπλοκάρει τις περισσότερες από τις πιο ακραίες πρωτοβουλίες της νέας κυβέρνησης.

Η κυβέρνηση έχει εφεσιβάλει τις αποφάσεις και πολλές θα καταλήξουν στο Ανώτατο Δικαστήριο, όπου ο Τραμπ ελπίζει ότι η συντηρητική πλειοψηφία 6-3, συμπεριλαμβανομένων τριών δικαστών που έχει διορίσει ο ίδιος, θα τον δικαιώσει. Εν τω μεταξύ, όμως, δεν έχει συμμορφωθεί, όπως υποχρεούται.

Το περασμένο Σαββατοκύριακο σημειώθηκε μια επικίνδυνη κλιμάκωση σε αυτόν τον χαμηλής έντασης πόλεμο μεταξύ της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας. Τρία αεροπλάνα, μεταφέροντας περισσότερους από 200 Βενεζουελάνους, απογειώθηκαν από τις ΗΠΑ με τελικό προορισμό το Ελ Σαλβαδόρ, κατόπιν εντολής του Τραμπ για την άμεση απέλασή τους, χωρίς το δικαίωμα δικαστικής προσφυγής. Η αμερικανική κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι πρόκειται για μέλη εγκληματικής συμμορίας, της Tren de Aragua, που έχει «εισβάλει» στις Ηνωμένες Πολιτείες, δικαιολογώντας έτσι την επίκληση ενός νόμου (του Alien Enemies Act του 1798) που έχει εφαρμοστεί μόνο εν καιρώ πολέμου – και που ενεργοποιήθηκε τελευταία φορά κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι πτήσεις έλαβαν χώρα, παρά την αντίθετη εντολή του ομοσπονδιακού δικαστή Τζέιμς Μπόασμπεργκ. Τη Δευτέρα, ο δικαστής διεξήγαγε ακρόαση για να καθορίσει αν η κυβέρνηση σκόπιμα παραβίασε την εντολή του. Την Τρίτη, μέσω Truth Social, ο Τραμπ χαρακτήρισε τον Μπόασμπεργκ –που διορίστηκε ομοσπονδιακός δικαστής από τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο– «παλαβό ριζοσπαστικό αριστερό» και τάχθηκε υπέρ της καθαίρεσής του. Η ανάρτηση αυτή του Τραμπ προκάλεσε τη δημόσια αντίδραση –κάτι εξαιρετικά ασυνήθιστο– του Τζoν Ρόμπερτς, του συντηρητικού επικεφαλής του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σε ανακοίνωση στον ιστότοπο του σώματος, ο Ρόμπερτς δήλωσε ότι «για περισσότερο από δύο αιώνες έχει διαπιστωθεί ότι η καθαίρεση δεν είναι η κατάλληλη απάντηση στη διαφωνία σχετικά με μια δικαστική απόφαση». Ο Τραμπ, απτόητος, επιτέθηκε εκ νέου την Τετάρτη στον δικαστή – αν και δήλωσε (σε συνέντευξή του στο Fox News) ότι δεν προτίθεται να αψηφήσει δικαστικές αποφάσεις.

Μορφή ήπιου αυταρχισμού «Ο τρόπος με τον οποίο σφετερίζεται την εξουσία του Κογκρέσου για τις δαπάνες, οι επιθέσεις του στην ουδετερότητα της δημόσιας διοίκησης θα μπορούσαν να φτάσουν στο σημείο να εδραιώσουν μια μορφή ήπιου αυταρχισμού στις ΗΠΑ».

«Η κυβέρνηση έχει επικαλεστεί τον νόμο περί αλλοδαπών εχθρών (σ.σ.: του 1798), που χρήζει εφαρμογής μόνο όταν βρισκόμαστε σε πόλεμο ή έχουμε υποστεί εισβολή», αναφέρει στην «Κ» ο Ντέιβιντ Σούπερ, καθηγητής Δικαίου και Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Georgetown. «Χαρακτηρίζουν, ενδεχομένως ποιητική αδεία, την παρουσία μεταναστών από τη Βενεζουέλα ως εισβολή. Δεν μπορώ να σχολιάσω την ποιητική αξία του χαρακτηρισμού, αλλά το φαινόμενο που περιγράφουν δεν μπορεί να σταθεί νομικά ως εισβολή. Μια εισβολή περιλαμβάνει όπλα, τεθωρακισμένα και πυροβολικό – αλλά και μια κυβέρνηση που την έχει διατάξει. Η κυβέρνηση Τραμπ δεν έχει παρουσιάσει κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι η κυβέρνηση της Βενεζουέλας επιχειρεί να εισβάλει ή να ξεκινήσει πόλεμο με τις Ηνωμένες Πολιτείες».

Ο καθηγητής του Georgetown εξηγεί ότι αν ο δικαστής κρίνει ότι η κυβέρνηση παραβίασε εντολή του, το επόμενο βήμα θα είναι να κηρύξει συγκεκριμένα στελέχη της ένοχα για περιφρόνηση του δικαστηρίου. Αναφερόμενος στον διογκούμενο αριθμό δικαστικών αποφάσεων κατά ενεργειών της κυβέρνησης στις οποίες δεν έχει υπάρξει συμμόρφωση, σημειώνει: «Προς το παρόν δεν έχει υπάρξει ετυμηγορία περί περιφρόνησης του δικαστηρίου σε κάποια υπόθεση – αλλά θα μπορούσε κάλλιστα να υπάρξει, καθώς, ακόμη κι αν έχει ασκήσει έφεση σε δικαστήρια υψηλότερου βαθμού, η κυβέρνηση οφείλει, έως την εκδίκαση της έφεσης, να συμμορφώνεται με τις αποφάσεις εναντίον της».

Σχετικά με την παρέμβαση του Ρόμπερτς, ο Σούπερ σημειώνει ότι «έδειξε ότι βλέπει την απειλή που συνιστά» για την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη ο Τραμπ. «Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν πρόκειται και δεν πρέπει να εμπλακεί επί της ουσίας, έως ότου οι υποθέσεις φτάσουν σε αυτό, αλλά η κυβέρνηση θα ήταν αφελές να πιστεύει ότι θα εγκαταλείψει τους δικαστές κατώτερων δικαστηρίων όταν λαμβάνουν νομικά ορθές αποφάσεις».

Ρεβανσισμός

Παράλληλα, οι ενδείξεις πληθαίνουν ότι ο Τραμπ, για λόγους εκδίκησης αλλά και αποδυνάμωσής τους ενόψει των αναμετρήσεων του μέλλοντος, θα εντείνει την πίεση που ήδη ασκεί προς τις οργανώσεις, τις δικηγορικές εταιρείες και τους χρηματοδότες που πρόσκεινται στους Δημοκρατικούς. Σύμφωνα με ρεπορτάζ των New York Times την περασμένη εβδομάδα, «μια μικρή ομάδα αξιωματούχων του Λευκού Οίκου εργάζεται για να εντοπίσει στόχους και τρωτά σημεία εντός του οικοσυστήματος των Δημοκρατικών, κάνοντας απολογισμό προηγούμενων προσπαθειών να τεθούν υπό έρευνα».

«Ζούμε σε μια διχασμένη χώρα και ο πρόεδρος Τραμπ, που εξελέγη οριακά και που είναι η πιο ακραία εκδοχή ενός φατριαστικού ηγέτη, ισχυρίζεται ότι έχει ευρεία λαϊκή εντολή για το πρόγραμμά του», σχολιάζει ο Σιντ Μίλκις. «Αυτό είναι κάτι πολύ επικίνδυνο – οι υπερβάσεις της εκτελεστικής εξουσίας συμβαίνουν ταχύτερα από ό,τι περίμενα και είναι μεταδοτικές, δημιουργώντας και στους Δημοκρατικούς την επιθυμία για μια ισχυρή προεδρία που θα επιβάλει τη δική τους ατζέντα».

Υπό πολιορκία και τα αμερικανικά πανεπιστήμια

Σε μια εξέλιξη με δυνητικά ολέθριες συνέπειες για τις ΗΠΑ, ως πόλο έλξης για τους κορυφαίους ερευνητές και διανοητές ανά τον κόσμο, ο Τραμπ σφίγγει σταδιακά τον κλοιό γύρω από τα πανεπιστήμια – τα οποία το αμερικανικό συντηρητικό κίνημα βλέπει εδώ και δεκαετίες ως ριζοσπαστικά προπύργια του προοδευτισμού. Η υιοθέτηση ακραίων πτυχών της woke ιδεολογίας την τελευταία δεκαπενταετία από μεγάλο αριθμό καθηγητών και φοιτητών έχει διευκολύνει την εκστρατεία εναντίον τους. Oπως και με την περίπτωση παράνομων μεταναστών που (ισχυρίζεται ότι) ανήκουν σε εγκληματικές συμμορίες, ο Τραμπ ξέρει να επιλέγει τους στόχους του, έτσι ώστε ακόμη κι αν ηττηθεί στα δικαστήρια, να επωφεληθεί πολιτικά.

Ο πιο προβεβλημένος ακαδημαϊκός στόχος του Αμερικανού προέδρου είναι το Πανεπιστήμιο Κολούμπια – όπου έλαβαν χώρα πέρυσι οι πιο μαχητικές διαδηλώσεις κατά της ισραηλινής στρατιωτικής επέμβασης στη Γάζα. Ο Μαχμούντ Χαλίλ, ο Παλαιστίνιος ηγέτης των διαδηλώσεων αυτών, απόφοιτος του Κολούμπια, κάτοχος πράσινης κάρτας και παντρεμένος με Αμερικανίδα, συμπληρώνει αυτό το Σαββατοκύριακο δύο εβδομάδες υπό κράτηση στη Λουιζιάνα (η απέλασή του έχει αποτραπεί με δικαστική απόφαση).

Την περασμένη Δευτέρα η ICE (υπηρεσία αρμόδια για τις απελάσεις) συνέλαβε για παρόμοιους λόγους –φιλοπαλαιστινιακές απόψεις– έναν μεταδιδακτορικό ερευνητή του Georgetown με καταγωγή από την Ινδία. Ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο έχει δηλώσει ότι θα υπάρξουν πολλές ακόμη συλλήψεις και απελάσεις ατόμων που, λόγω των πολιτικών τους θέσεων, κρίνονται ανεπιθύμητοι στην Αμερική του Τραμπ.

Την ίδια μέρα με τη σύλληψη του Χαλίλ, στις 8 Μαρτίου, η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε ότι ακυρώνει ομοσπονδιακές επιχορηγήσεις και συμβάσεις με το Κολούμπια συνολικής αξίας 400 εκατ. δολαρίων, λόγω της αποτυχίας του να λάβει μέτρα κατά του αντισημιτισμού στην πανεπιστημιακή κοινότητα. Στις 15 του μηνός η κυβέρνηση έστειλε επιστολή προς το Κολούμπια στην οποία έθετε όρους για την αποκατάσταση έστω μέρους της χρηματοδότησης. Μεταξύ άλλων απαιτούσε την αλλαγή ηγεσίας του τμήματος Σπουδών Μέσης Ανατολής, Νοτιοανατολικής Ασίας και Αφρικής, την αποβολή φοιτητών που συμμετείχαν σε διαδηλώσεις, τη χορήγηση εξουσιών των οργάνων επιβολής του νόμου στην υπηρεσία ασφαλείας της πανεπιστημιούπολης κ.ά.

Την ίδια μέρα, το υπουργείο Παιδείας του Τραμπ ανακοίνωσε ότι ανοίγει έρευνες για φυλετικές διακρίσεις (λόγω των προγραμμάτων DEI στα ιδρύματα αυτά) κατά 52 πανεπιστημίων. Είναι άγνωστο ποια θα είναι η μοίρα αυτών των ερευνών μετά την απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ την Πέμπτη να καταργήσει το ίδιο το υπουργείο.

«Η ικανοποίηση των αιτημάτων στην επιστολή προς το Κολούμπια, στην πράξη θα σήμαινε το τέλος της ανεξαρτησίας του ιδρύματος», λέει ο Ντέιβιντ Σούπερ. «Περιλαμβάνουν πράγματα στα οποία καμία κυβέρνηση στο παρελθόν δεν διανοήθηκε να επέμβει». Η επιλογή του συγκεκριμένου πανεπιστημίου από τον Τραμπ, σύμφωνα με τον καθηγητή του Georgetown, δεν είναι τυχαία: «Το Κολούμπια είναι ένα από τα φημισμένα και παλαιότερα πανεπιστήμια στη χώρα, μέλος του Ivy League, με αποφοίτους που έγιναν επικεφαλής του Ανωτάτου Δικαστηρίου και με τον Αϊζενχάουερ να έχει υπηρετήσει πρόεδρός του, κ.λπ. Αρα, αν μπορέσει να επιβληθεί στο Κολούμπια, τα υπόλοιπα πανεπιστήμια θα φοβηθούν να αντιδράσουν».

________________________________________________________________________

Κεντρική φωτό: Η έδρα του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Ουάσιγκτον. Η κυβέρνηση Τραμπ έχει εφεσιβάλει αρκετές δικαστικές αποφάσεις, εν τω μεταξύ όμως δεν έχει συμμορφωθεί με το περιεχόμενό τους, όπως υποχρεούται. Πολλές θα καταλήξουν στο Ανώτατο Δικαστήριο, όπου ο Τραμπ ελπίζει ότι η συντηρητική πλειοψηφία 6-3, συμπεριλαμβανομένων τριών δικαστών που έχει διορίσει ο ίδιος, θα τον δικαιώσει. [Amir Hamja/The New York Times]

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT