Για πολλούς ανθρώπους η φθορά του χρόνου έρχεται σε κύματα. Μια μέρα, ύστερα από μια συνηθισμένη άσκηση, εμφανίζεται ένας πόνος στο γόνατο. Μια δραστηριότητα που υπό κανονικές συνθήκες ήταν εύκολη γίνεται όλο και πιο κοπιαστική. «Ξυπνάς ένα πρωί και ξαφνικά αισθάνεσαι γέρος», δήλωσε ο δρ Στιβ Χόφμαν, καθηγητής Υπολογιστικής Βιολογίας στο Ινστιτούτο Λάιμπνιτς στην Ιένα της Γερμανίας. «Αυτό είναι κατά κάποιον τρόπο το συμπέρασμα».
Και φαίνεται πως μπορεί να υπάρχει επιστημονική βάση για αυτή την εμπειρία. Αναλύοντας δείκτες που σχετίζονται με την ηλικία, όπως πρωτεΐνες και άλλα στοιχεία που βρίσκονται στο αίμα, ορισμένοι επιστήμονες αρχίζουν να κατανοούν ότι η γήρανση στην ενήλικη ζωή δεν είναι μια γραμμική διαδικασία, αλλά ίσως μια διαδικασία που κάνει μεγάλα άλματα σε ορισμένα σημεία της ζωής του ατόμου.
Οι επιστήμονες υποπτεύονταν εδώ και καιρό ότι η γήρανση μπορεί να συμβαίνει σε κύματα, αλλά μόλις την τελευταία δεκαετία άρχισαν να χρησιμοποιούν τη μελέτη κυττάρων για τη μέτρηση του ρυθμού της. Μια περυσινή μελέτη του Στάνφορντ, που απέκτησε μεγάλη δημοσιότητα, παρακολούθησε διάφορες μοριακές αλλαγές που σχετίζονται με τη γήρανση σε δείγματα αίματος που συλλέχθηκαν από 108 ενηλίκους ηλικίας μεταξύ 25 και 75 ετών. Συγκρίνοντας δείγματα από διαφορετικά άτομα διαφορετικών ηλικιών, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι φαίνεται να γερνούν ταχύτερα γύρω στην ηλικία των 44 ετών και ξανά γύρω στα 60.
Ομάδες επιστημόνων, αναλύοντας δείκτες που σχετίζονται με την ηλικία, κατέληξαν ότι η γήρανση κάνει μεγάλα άλματα σε ορισμένα σημεία της ζωής του ατόμου.
Οι αλλαγές που παρατηρούνται στο πρώτο κύμα φαίνεται πως σχετίζονται κυρίως με τον μεταβολισμό του λίπους και του αλκοόλ, καθώς και με τη μυϊκή λειτουργία, ενώ το δεύτερο κύμα κυρίως με τη δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και τη μυϊκή λειτουργία. Αυτό με τη σειρά του μπορεί να εξηγήσει γιατί οι άνθρωποι φαίνεται να έχουν περισσότερα προβλήματα στην επεξεργασία του αλκοόλ από τα 40 τους και γιατί γίνονται πιο επιρρεπείς σε ασθένειες στα 60 τους, σχολίασε ο Μάικλ Σνάιντερ, καθηγητής Γενετικής στην Ιατρική Στάνφορντ και συν-συγγραφέας της μελέτης.
Πέρυσι, μια διαφορετική μελέτη σε ποντίκια με συν-συγγραφέα τον δρα Χόφμαν διαπίστωσε ότι ξαφνικές χημικές τροποποιήσεις στο DNA συνέβησαν στις αρχές προς τα μέσα της ζωής των τρωκτικών και ξανά στα μέσα προς τα τέλη της ζωής, γεγονός που υποδηλώνει ότι υπάρχουν τρία διακριτά στάδια γήρανσης. Ακόμη, στοιχεία άλλων μελετών υποδεικνύουν ότι συγκεκριμένα όργανα (όπως η καρδιά και ο εγκέφαλος) μεγαλώνουν πιο γρήγορα από άλλα.
Οι επιφυλάξεις
Καθώς οι διαθέσιμες μελέτες δεν είναι ακόμη πολλές, πολλοί ερευνητές βλέπουν με επιφύλαξη τα νέα δεδομένα προτείνοντας πως η γήρανσή μας ακολουθεί μια ευθύγραμμη πορεία με περιστασιακές «καμπυλώσεις». Για παράδειγμα, ο Στιβ Χόρβαθ, συγγραφέας και ερευνητής στην εταιρεία Altos Labs, προτείνει ότι η γήρανση είναι ταχεία από την παιδική ηλικία μέχρι την εφηβεία και έπειτα πιο γραμμική από τα 20 έτη και μετά, με ορισμένα προβλήματα να αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες ηλικίες. Οι επιστήμονες πάντως προτείνουν οι άνθρωποι να προσαρμόζουν σε κάθε ηλικία τη φροντίδα της υγείας τους με τρόπο που να εστιάζει στις συγκεκριμένες ανάγκες και συνθήκες που έχει η κάθε δεκαετία της ζωής ξεχωριστά.
Υπάρχουν διαφορές μεταξύ των δύο φύλων;
Με τα νέα ευρήματα εγείρονται και νέα ερωτήματα, όπως αν οι αλλαγές ποικίλλουν από άτομο σε άτομο ή μεταξύ των δύο φύλων και πόσο μπορούν να συμβάλουν ο τρόπος ζωής και οι συνήθειες.
Το ερώτημα γίνεται μάλιστα πιο πιεστικό καθώς προκύπτουν όλο και περισσότερες ενδείξεις ότι ορισμένα γεγονότα (όπως η εγκυμοσύνη, το τραύμα και οι αντιξοότητες ή ακόμη και μια μόλυνση από ασθένειες όπως η COVID-19) μπορούν επίσης να επιταχύνουν τη βιολογική γήρανση. Οι ειδικοί ανέφεραν ότι είναι πρόθυμοι να απαντήσουν σε αυτά τα ερωτήματα διεξάγοντας μελέτες που θα παρακολουθούν τις αλλαγές κατά τη διάρκεια ολόκληρης της ζωής των ανθρώπων που συμμετέχουν. Αυτή η μέθοδος θα συνυπολογίσει τις διαφορές στο περιβάλλον ή στον τρόπο ζωής μεταξύ των υποκειμένων.
Μέχρι στιγμής, οι ερευνητές «αγγίζουν μόνο την επιφάνεια» του τρόπου με τον οποίο οι μοριακές αλλαγές σχετίζονται με τη γήρανση, δήλωσε ο δρ Λουίτζι Φερούτσι, επιστημονικός διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Γήρανσης στο Μέριλαντ των Ηνωμένων Πολιτειών. Μαθαίνοντας περισσότερα, πρόσθεσε, θα μπορέσουμε να βοηθήσουμε τους ανθρώπους να ζήσουν καλύτερα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, αλλά και να προλάβουν σοβαρές ασθένειες: «Αντί ένας άνθρωπος να φθίνει στα 70, μπορούμε να προσπαθήσουμε να τον κάνουμε να φθίνει στα 75 και να του χαρίσουμε πέντε χρόνια καλής ζωής».

