Ο Φρίντριχ Μερτς, στον προθάλαμο της καγκελαρίας στη Γερμανία, αρχίζει προσπάθειες για τον σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού την επομένη μιας δύσκολης εκλογικής νίκης.
Οι Συντηρητικοί των οποίων ηγείται κέρδισαν τις εκλογές χθες, Κυριακή, ωστόσο κυρίως κόμματα της Ακροδεξιάς και της Αριστεράς ήταν που κέρδισαν την υποστήριξη του πλήθους των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων μετά την κατάρρευση του τρικομματικού κυβερνητικού συνασπισμού υπό τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) και τον Ολαφ Σολτς, που οδήγησε στις πρόωρες κάλπες.
Ο Μερτς, ο οποίος δεν έχει προηγούμενη εμπειρία σε υπουργικές θέσεις, πρόκειται να αναλάβει καθήκοντα –πιθανόν σχηματίζοντας μεγάλο συνασπισμό με το SPD, το οποίο κατακρημνίστηκε στην τρίτη θέση και στο 16,4% καταγράφοντας το χειρότερο ποσοστό του στη μεταπολεμική Γερμανία– σε μία δύσκολη περίοδο για τη Γερμανία.
Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης «νοσεί», η κοινωνία της διχάζεται για το μεταναστευτικό και η πολιτική για την ασφάλειά της περνά από συμπληγάδες, εν μέσω όξυνσης των ανταγωνισμών μεταξύ ΗΠΑ, Ρωσίας και Κίνας.
Η πίεση προς τον Μερτς να σχηματίσει κυβέρνηση είναι μεγάλη, όχι μόνο λόγω των προκλήσεων που αναδεικνύονται στην Ευρώπη κατά τη νέα θητεία του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο των ΗΠΑ. Αλλά και για να δείξει, όσο το ακροδεξιό AfD «καλπάζει» προς την εξουσία, ότι τα κυρίαρχα κόμματα μπορούν να απαντήσουν στις ανησυχίες των πολιτών και των ψηφοφόρων, αναφέρουν αναλυτές.
Η Ακροδεξιά
Ο 69χρονος Μερτς ξεκινά, όπως όλα δείχνουν, μακρές διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό του κυβερνητικού συνασπισμού, έπειτα από μία εκλογική αναμέτρηση όπου η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) κατέκτησε ποσοστό ρεκόρ και μία ιστορική δεύτερη θέση. Κάτι που σημαίνει ότι η όποια μελλοντική κυβέρνησή του θα τελεί υπό την πίεση της Ακροδεξιάς.
Η συντηρητική συμμαχία CDU/CSU κέρδισε την πρώτη θέση με 28,6%, ενώ η Ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία συγκέντρωσε ποσοστό 20,8%, πετυχαίνοντας το καλύτερο αποτέλεσμα που έχει επιτύχει ποτέ.
Τα κυρίαρχα κόμματα, ωστόσο, αποκλείουν τη συνεργασία με το AfD, κόμμα που παρακολουθείται από τις γερμανικές υπηρεσίες ασφαλείας ως ύποπτο για εξτρεμισμό, αλλά έχει υποστηριχθεί από προσωπικότητες των ΗΠΑ, όπως ο δισεκατομμυριούχος Ελον Μασκ.
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, από την πλευρά του, χαιρέτισε τη νίκη του Μερτς. Εκανε λόγο για απόδειξη πως «οι Γερμανοί, όπως και οι Αμερικανοί, κουράστηκαν από «μία ατζέντα από την οποία απουσιάζει κοινή λογική, ιδίως όσον αφορά την ενέργεια και τη μετανάστευση».
Αν ήταν ένα άνοιγμα, ο Μερτς δεν το εξέλαβε ως τέτοιο. Ανέφερε σε τηλεοπτική συζήτηση χθες, Κυριακή, το βράδυ ότι την τελευταία εβδομάδα έγινε σαφές πως η κυβέρνηση Τραμπ «αδιαφορεί σε μεγάλο βαθμό για την τύχη της Ευρώπης».
Η σχέση με τις ΗΠΑ
Ο νικητής των γερμανικών εκλογών επέστρεψε στην πολιτική έπειτα από μία δεκαετία στις επιχειρήσεις. Εχει μιλήσει εκτενώς για τη σχέση του με τις ΗΠΑ, όπου «ταξιδεύει εδώ και 40 χρόνια» και έχει πραγματοποιήσει «πάνω από 150 επισκέψεις».
Πρώην στέλεχος της αμερικανικής επενδυτικής εταιρείας BlackRock, θεωρείται εδώ και καιρό ένας από τους πιο φιλοαμερικανούς πολιτικούς στη Γερμανία.
Ωστόσο, σε μία πρώτη ένδειξη των πολιτικών του προθέσεων μετά τη νίκη του, έβαλε στο στόχαστρο τις ΗΠΑ, κάνοντας λόγο για «εξωφρενικά» σχόλια της Ουάσιγκτον και συγκρίνοντάς τα με τις εχθρικές παρεμβάσεις της Ρωσίας.
«Για εμένα, η απόλυτη προτεραιότητα θα είναι η ενίσχυση της Ευρώπης το συντομότερο δυνατό, ώστε να μπορέσουμε να επιτύχουμε πραγματική ανεξαρτησία από τις ΗΠΑ βήμα προς βήμα», δήλωσε ο Μερτς χθες Κυριακή.
«Οι συνθήκες εκκίνησης για τη νέα γερμανική κυβέρνηση είναι δύσκολες, καθώς καλείται να αναλάβει ηράκλεια καθήκοντα στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική», σχολίασε η Κορνέλια Βολ της Σχολής Hertie του Βερολίνου, σύμφωνα με το AFP. «Η Γερμανία πρέπει να δράσει γρήγορα, ώστε να μην παραμείνει παρατηρητής καθώς ο Τραμπ και ο Πούτιν θα διαμορφώνουν το μέλλον», πρόσθεσε η ίδια.
Τη νίκη του Μερτς χαιρέτισαν πολλές χώρες της Ευρώπης. Ο Γάλλος Εμανουέλ Μακρόν έκανε λόγο για ενότητα σε μια εποχή αβεβαιότητας, για να «αντιμετωπίσουμε τις μεγάλες προκλήσεις του κόσμου και της ηπείρου μας», ενώ ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ αναφέρθηκε στην προσπάθεια «ενίσχυσης της κοινής ασφάλειας και ανάπτυξης και για τις δύο χώρες».
Μεγάλος συνασπισμός;
Ο Μερτς θα πρέπει να διαπραγματευτεί με τους κεντρώους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) για τον σχηματισμό μεγάλου συνασπισμού σε συνομιλίες που είναι πιθανό να διαρκέσουν ακόμη και εβδομάδες, έπειτα από μια πολωτική και διχαστική προεκλογική περίοδο. Ηδη φέρεται να είχε επικοινωνία με εκπροσώπους του κόμματος, ενώ ο Γενς Σπαν, στέλεχος του CDU δήλωσε «οι συνομιλίες μπορούν να ξεκινήσουν πολύ, πολύ γρήγορα».
Ο ίδιος ο Μερτς έχει δηλώσει ότι στοχεύει να έχει σχηματιστεί κυβέρνηση μέχρι το Πάσχα.
Είναι σαφές ότι τόσο η εσωτερική όσο και η παγκόσμια συγκυρία –σε μια περίοδο ραγδαίων εξελίξεων– δημιουργούν ένα ασφυκτικό χρονικό πλαίσιο για σχηματισμό κυβέρνησης, και τα δύο κόμματα θα πρέπει να βρουν κοινό έδαφος άμεσα.
Το θετικό για τον Μερτς είναι ότι δεν θα χρειαστεί να στηριχθεί στους Πράσινους και σε πιο δύσκολο, τρικομματικό σχήμα για να εξασφαλίσει απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, καθώς το νέο κόμμα BSW που ίδρυσε η Σάρα Βάγκενκνεχτ, πρώην ηγέτιδα του κόμματος της Αριστεράς, έχασε οριακά το 5% που απαιτείται για την είσοδο στη Βουλή.
Ωστόσο και για το SPD η επόμενη ημέρα της μεγάλης ήττας του παραμένει θολή, μιας και ο Ολαφ Σολτς βρίσκεται σε τροχιά παραίτησης.
Διαπραγματεύσεις
Σε κάθε περίπτωση, οι πολιτικές διαφωνίες μεταξύ του SPD και του CDU, που αναδείχθηκαν στη διάρκεια της πολωτικής προεκλογικής εκστρατείας αφορούν σειρά ζητημάτων, ενώ σε άλλα παρατηρείται σύγκλιση απόψεων.
Κατά την προεκλογική εκστρατεία, ο Μερτς υποσχέθηκε ριζική πάταξη της μετανάστευσης για την οποία δήλωσε ότι δεν θα κάνει συμβιβασμούς.
Δέχθηκε επίσης έντονη κριτική από το SPD επειδή προώθησε τον περασμένο μήνα κοινοβουλευτικό ψήφισμα για τη μετανάστευση με την υποστήριξη της AfD.
Η κίνηση θεωρήθηκε από πολλούς ως παραβίαση μιας «πολιτικής καραντίνας» με σκοπό να μείνει η AfD εκτός εξουσίας. Πολιτικοί του SPD ανέφεραν ότι δεν μπορούσαν πλέον να εμπιστευτούν τον Μερτς.
Ωστόσο, τη Δευτέρα το SPD ανέφερε ότι η πόρτα είναι ανοιχτή για συνομιλίες.
«Εάν μπορέσουμε να βρούμε καλή βάση μαζί, το SPD θα είναι έτοιμο να διεξαγάγει συνομιλίες, διότι στο τέλος της ημέρας πρέπει να είμαστε αποτελεσματικοί στη Γερμανία, και δεν είναι ώρα για να γλείφουμε τις πληγές μας», δήλωσε η Ανκε Ρέχλινγκερ, πρωθυπουργός του SPD στο κρατίδιο του Σάαρλαντ.
Τα σημεία «κλειδιά» ενόψει των συζητήσεων για τον ενδεχόμενο σχηματισμό μεγάλου συνασπισμού, σύμφωνα με το γερμανικό Der Spiegel, αναμένεται να είναι τα εξής:
- Μεταναστευτική πολιτική: Το CDU και το CSU θέλουν ανατροπή της πολιτικής του ασύλου. Το SPD εκτιμά ότι αυτό είναι ασυμβίβαστο με το ευρωπαϊκό δίκαιο. Ο συνασπισμός των CDU/CSU σκοπεύει επίσης να αναστείλει την πολιτική επανένωσης οικογενειών.
- Οικονομική και φορολογική πολιτική: Τα κόμματα συμφωνούν ως προς το ότι η οικονομία πρέπει να τονωθεί. Επειτα από δύο χρόνια ύφεσης, φέτος αναμένεται επιστροφή σε ασθενική ανάπτυξη. Λόγω των δυσκολιών, τόσο οι επιχειρηματικές ενώσεις όσο και τα συνδικάτα πιέζουν για γρήγορο σχηματισμό κυβέρνησης.
- Προϋπολογισμός: Ενα από τα σημαντικότερα καθήκοντα για τον νέο κυβερνητικό συνασπισμό θα αποτελέσει η ψήφιση ομοσπονδιακού προϋπολογισμού για το 2025. Βασικό ζήτημα αναμένεται να αποτελέσει η αύξηση των αμυντικών δαπανών τα επόμενα χρόνια, καθώς και η χρηματοδότησή τους. Το SPD επιθυμεί μεταρρύθμιση όσον αφορά το φρένο χρέους. Ο Φρίντριχ Μερτς δεν την έχει αποκλείσει.
- Εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας: Η συμμαχία CDU/CSU και το SPD συμφωνούν ότι θέλουν να συνεχίσουν να υποστηρίζουν την Ουκρανία στον πόλεμο κατά της Ρωσίας – η Γερμανία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής στρατιωτικής βοήθειας του Κιέβου μετά τις ΗΠΑ. Ωστόσο, υπάρχει διχογνωμία ως προς το πώς θα χρηματοδοτήσουν την πρόσθετη βοήθεια ύψους δισ. ευρώ. Ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς (SPD) επέμεινε στην ανάγκη εξαίρεσης από το φρένο χρέους. Ο Μερτς είναι ανοιχτός στην παράδοση πυραύλων κρουζ Taurus στην Ουκρανία. Ο Σολτς ήταν αυστηρά αντίθετος σε αυτό, διότι φοβόταν ότι θα σύρει τη Γερμανία βαθιά στον πόλεμο.
- Κοινωνική πολιτική: Ο κατώτατος μισθός, ο οποίος σήμερα ανέρχεται σε 12,82 ευρώ την ώρα, αποτελεί επίσης ζήτημα που διχάζει τους δύο πιθανούς κυβερνητικούς εταίρους. Το SPD ζητά την αύξησή του στα 15 ευρώ. Η συντηρητική συμμαχία εκτιμά ότι ο καθορισμός των μισθών πρέπει να παραμείνει υπόθεση των κοινωνικών εταίρων. Το CDU και το CSU απορρίπτουν την πολιτική ενός «κατώτατου μισθού».
- Πολιτική μεταφορών: Το CDU/CSU έχει αφήσει ανοιχτό το ζήτημα του εθνικού εισιτηρίου της Γερμανίας και τη χρηματοδότησή του – τα ομοσπονδιακά κονδύλια ύψους 1,5 δισ. ευρώ είναι εξασφαλισμένα μόνο μέχρι το τέλος του έτους. Κεντρικό ερώτημα είναι επίσης το τι μέλλει γενέσθαι με τον σιδηρόδρομο. Το CDU/CSU θα επιδιώξει να αναδιαρθρώσει την ομοσπονδιακής ιδιοκτησίας εταιρεία και να διαχωρίσει τη λειτουργία από τις υποδομές. Κάτι το οποίο το SPD έχει χαρακτηρίσει ως μη εφικτό.
«Δημοκρατικό Κέντρο»
Εάν τα κυρίαρχα κόμματα δεν καταφέρουν να πείσουν τους πολίτες ότι είναι σε θέση αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της περιόδου, τότε η AfD, με πολιτική ιστορία μόλις 12 ετών και με βάση τα χθεσινά εκλογικά αποτελέσματα, το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης στην Μπούντεσταγκ, θα μπορούσε να αναδειχθεί σε πρώτη δύναμη στις επόμενες εκλογές που έχουν προγραμματιστεί για το 2029, αναφέρουν αναλυτές.
«Η γερμανική οικονομία χρειάζεται νέα κυβέρνηση ικανή να αναλάβει δράση πολύ γρήγορα με σταθερή πλειοψηφία στο δημοκρατικό Κέντρο», δήλωσε ο επικεφαλής της ένωσης βιομηχάνων, BDI, Peter Leibinger.
Οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες ελπίζουν ότι η επόμενη γερμανική κυβέρνηση θα συντονιστεί καλύτερα με άλλες χώρες συγκριτικά με τον απερχόμενο τριμερή συνασπισμό SPD, Πρασίνων και FDP που κατέρρευσε τον Νοέμβριο.
Αυτά τα τρία κόμματα έχασαν 19,5 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με τις εκλογές του 2021, ενώ η AfD και τα κόμματα Linke (Αριστερά) και BS μαζί κέρδισαν περίπου 19,3 ποσοστιαίες μονάδες.
Εδρες και «ανάγνωση» αποτελέσματος από τα Μέσα
Σύμφωνα με το γερμανικό ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο ZDF, η κατανομή των εδρών, με βάση το περίπλοκο γερμανικό εκλογικό σύστημα, το οποίο μεταρρυθμίστηκε πρόσφατα, περιορίζοντας τον αριθμό των βουλευτών σε 630, διαμορφώνεται ως εξής:
- CDU/CSU: 208 έδρες
- AfD: 152 έδρες
- SPD: 120 έδρες
- Οι Πράσινοι: 85 έδρες
- Αριστερά: 64 έδρες
- SSW: 1 έδρα
«Ο Φρίντριχ Μερτς είναι πλέον ο σημαντικότερος άνθρωπος στην Ευρώπη», σχολίασε το περιοδικό Der Spiegel. Ο νικητής των εκλογών στη Γερμανία «έχει τέσσερα χρόνια για να υπερασπιστεί τη φιλελεύθερη δημοκρατία έναντι των εχθρών της. Και αν αποτύχει; Αν αποτύχει, αυτό ήταν. Η AfD θα γίνει ακόμη πιο ισχυρή στις επόμενες εκλογές, ίσως πρώτο κόμμα», εκτιμά το περιοδικό, επισημαίνοντας ότι «περίπου το ένα πέμπτο των ψηφοφόρων επέλεξε ένα κόμμα εν μέρει ακροδεξιό, που δίνει στέγη στον φασίστα Μπγερν Χέκε και σκέφτεται να απελάσει Γερμανούς πολίτες με μεταναστευτικό υπόβαθρο».
Το Der Spiegel έκανε λόγο για «κάλεσμα αφύπνισης» αναφερόμενο στο εκλογικό αποτέλεσμα και καταλογίζει την ευθύνη για την άνοδο της AfD στην αποτυχία της απερχόμενης κυβέρνησης: «Ναι, ξεπέρασαν μια ενεργειακή κρίση και χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν έναν πόλεμο στην Ευρώπη. Ομως, με τους ατελείωτους καβγάδες τους έδωσαν τροφή για σκέψη σε όλους εκείνους που ανέκαθεν πίστευαν ότι ο συμβιβασμός δεν οδηγεί πουθενά. Ενίσχυσαν τους αντιπάλους της φιλελεύθερης δημοκρατίας, δίνοντας σε πολλούς ψηφοφόρους την εντύπωση ότι η δημοκρατία είναι δυσλειτουργική, ειδικά σε δύσκολους καιρούς».
«Αδύναμη νίκη» του Φρίντριχ Μερτς είδε σε σχόλιό της η Süddeutsche Zeitung, τονίζοντας ότι «το χειρότερο θα ήταν τώρα να δημιουργηθούν συνθήκες Αυστρίας», αναφερόμενη στην αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης στη γειτονική χώρα πέντε μήνες μετά τις εκλογές. «Ο υποψήφιος του CDU δεν κατάφερε να δημιουργήσει πραγματική διάθεση για αλλαγή στη χώρα. Τώρα βρίσκεται αντιμέτωπος με το δύσκολο έργο του σχηματισμού κυβέρνησης – και εξαιτίας του Ντόναλντ Τραμπ», ανέφερε άρθρο της εφημερίδας, τονίζοντας ότι «οι Γερμανοί είπαν ξεκάθαρα όχι στον Ολαφ Σολτς, αλλά όχι πραγματικά ναι στον αμφισβητία του».
«Δύσκολη νέα αρχή»
Η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt έκανε λόγο για «δύσκολη νέα αρχή», καθώς το εκλογικό αποτέλεσμα για την Ενωση ήταν κατώτερο του αναμενόμενου. «Ο μελλοντικός καγκελάριος πρέπει να δώσει απαντήσεις σε τεράστιες προκλήσεις», επισημαίνει η εφημερίδα, χαρακτηρίζοντας «ιστορικές» τις χθεσινές εκλογές, «γιατί αφορούσαν υπαρξιακά ζητήματα, όπως τον πόλεμο και την ειρήνη στην Ευρώπη, τον ρόλο της Γερμανίας στον κόσμο, το πώς μπορεί η χώρα να ξαναγίνει δυναμική, δημιουργική και ευημερούσα, ώστε να διατηρήσει την ευημερία της και στο μέλλον».
Το γεγονός ότι «μόλις σχεδόν 30% των ψήφων πήγε στα CDU/CSU δεν είναι ιδανικό, αλλά αποτελεί σταθερή βάση για τις σκληρές αποφάσεις που θα πρέπει να πάρει ο μελλοντικός καγκελάριος. Και αυτές θα είναι πολλές», συνεχίζει το δημοσίευμα.
Την ενίσχυση των ποσοστών της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) υπογράμμισε σχόλιο του δικτύου n-tv χαρακτηρίζοντας «επικίνδυνο» το κόμμα της Ακροδεξιάς και θυμίζοντας αφενός τις οικονομικές του προτάσεις και αφετέρου στις θέσεις του για το μεταναστευτικό. «Δεν είναι όμως μόνο η οικονομία. Ο καθένας μπορεί να δει τι κάνουν οι δεξιοί λαϊκιστές όταν βρίσκονται στην εξουσία: μιλούν όπως μίλησε ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς στο Μόναχο για την ελευθερία του λόγου και μέσα στο κόμμα τους αμφισβητούν τη διάκριση των εξουσιών και το κράτος δικαίου».
«Θεαματική επιστροφή»
H Frankfurter Allgemeine Zeitung δημοσίευσε ανάλυση υπό τον τίτλο «Εκλογική νίκη με προειδοποιητική βολή» και επισήμανε ότι «η Ενωση κέρδισε επειδή οι Γερμανοί θέλουν πολιτική αλλαγή – και αυτή θα πρέπει τώρα να υπάρξει, διαφορετικά η AfD θα γίνει ακόμη πιο ισχυρή». Σύμφωνα με το σχόλιο της FAZ, η Χριστιανική Ενωση περίμενε και ήλπιζε να εξασφαλίσει ισχυρότερο αποτέλεσμα, ενώ υπάρχουν φόβοι όσον αφορά τη σταθερότητα της επόμενης κυβέρνησης.
Στον «μαραθώνιο του Φρίντριχ Μερτς προς την εξουσία», αναφέρθηκε η Tagesspiegel, που είδε «καθυστερημένο θρίαμβο» για τον αρχηγό του CDU. «Δεν είναι μια λαμπρή νίκη για τον ηγέτη του CDU, είναι ωστόσο η πιο θεαματική επιστροφή στη γερμανική πολιτική Ιστορία. Η πραγματική δοκιμασία όμως είναι μπροστά, με τον σχηματισμό κυβέρνησης», ανέφερε η εφημερίδα του Βερολίνου σχολιάζοντας ότι ο Μερτς έχει σκοπό τώρα «να πιάσει γρήγορα δουλειά, να σχηματίσει κυβέρνηση σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς και να γίνει –επιτέλους– καγκελάριος».

