Σκιές από τα διλήμματα των γερμανικών πολιτικών ελίτ

Σκιές από τα διλήμματα των γερμανικών πολιτικών ελίτ

Ο Μερτς έδειξε στους πιθανούς εταίρους του ότι δεν εκβιάζεται και θα συμμαχήσει με όποιον χρειαστεί, ενώ ταυτόχρονα ίσως προετοιμάζει τη Γερμανία για το μέλλον

3' 32" χρόνος ανάγνωσης

Οποιος έχει επισκεφθεί το Ράιχσταγκ, το κτίριο που φιλοξενεί το γερμανικό κοινοβούλιο στο Βερολίνο, θα έχει σίγουρα εντυπωσιαστεί από τον γυάλινο θόλο που περικλείει το κέντρο του και κάνει τις συνεδριάσεις της ολομέλειας ανοιχτές στο κοινό. Ο συμβολισμός είναι ξεκάθαρος: σε αντίθεση με τη μυστικότητα της Βαϊμάρης, η μεταπολεμική γερμανική Δημοκρατία δεσμεύεται στη διαφάνεια και τη λογοδοσία.

Ισως αυτός ο θόλος να έπαιξε ρόλο στην οριακή καταψήφιση της πρότασης νόμου του Φρίντριχ Μερτς, αρχηγού των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), για αυστηροποίηση των συνόρων και επιτάχυνση των απελάσεων. Η είδηση δεν είναι πως η πρόταση καταψηφίστηκε, αλλά γιατί καταψηφίστηκε.

Οι Γερμανοί βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο. Με τους Χριστιανοδημοκράτες να είναι σχεδόν βέβαιοι νικητές, η απόφαση του αρχηγού τους να «μην κάνει την προεκλογική εκστρατεία στην πλάτη των αιτούντων άσυλο» ήταν ένα καθησυχαστικό βήμα αποτροπής της Ακροδεξιάς από το να καθορίσει την ατζέντα. Επιπλέον, η κρίση που διατρέχει τη χώρα επικέντρωσε τη συζήτηση στην οικονομία. Ολα όμως άλλαξαν μετά τη δολοφονία ενός νηπίου από το Μαρόκο και ενός Γερμανού ενήλικα από έναν Αφγανό μετανάστη. Το θέμα της μετανάστευσης επέστρεψε, και ο Μερτς πήρε μια μεγάλη απόφαση: να καταθέσει μια πρόταση νόμου που θα τον έφερνε απέναντι στα υπόλοιπα κόμματα, αλλά ευθυγραμμισμένο με το ακροδεξιό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD).

Το μεταπολεμικό γερμανικό πολιτικό σύστημα βασίστηκε σε έναν κανόνα: τον αποκλεισμό της Ακροδεξιάς από την πολιτική σκηνή, ειδικά όταν αυτή διατηρεί –έστω και έμμεσα– νοσταλγικές αναφορές στον εθνικοσοσιαλισμό. Ο Μερτς βρισκόταν σε δίλημμα. Από τη μία, ο μέσος Γερμανός ψηφοφόρος είναι έτοιμος να στηρίξει σκληρές αντιμεταναστευτικές πολιτικές. Από την άλλη, η συνεργασία με ένα κόμμα όπως η AfD είναι εθνικό ταμπού. Τι υπερισχύει εδώ; Η λογική της πολιτικής αντιπροσώπευσης ή η στοίχιση πίσω από τον βασικότερο, έστω και άγραφο, κανόνα της γερμανικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας; Ο Μερτς διάλεξε το πρώτο. Και, με μια δόση ειρωνείας, η ιστορική κόκκινη γραμμή απέναντι στην Ακροδεξιά έσπασε την ημέρα μνήμης του Ολοκαυτώματος. Ομως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως περίμενε.

Προς έκπληξη δική του αλλά όχι ίσως πολλών άλλων, η πλάστιγγα έγειρε προς το μέρος της νόρμας. Μολονότι οι βουλευτές της AfD στήριξαν την πρόταση, η ψηφοφορία χάθηκε λόγω διαρροών από τους Φιλελεύθερους και τους Χριστιανοδημοκράτες. Η ευθυγράμμιση CDU και AfD έφερε μαζικές κινητοποιήσεις, αντιδράσεις διαφανών πολιτικών όπως της ίδιας της Αγκελα Μέρκελ, και κατακραυγή από εβραϊκές οργανώσεις. Οι πρώτες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για πτώση 2% στα ποσοστά του κόμματος.

Προσπαθώντας να προϊδεάσει την απόφασή του, ο Μερτς δήλωσε εμφατικά ότι στα θέματα αυτά «δεν κοιτάω αριστερά ούτε δεξιά, αλλά μπροστά». Η κατάληξη, πάντως, δεν τον δικαιώνει. Κάνει πιο δύσκολη τη θέση των Σοσιαλδημοκρατών ως προς τη συμμετοχή τους στην επερχόμενη κυβέρνηση, πράγμα που σημαίνει πως μάλλον θα ζητήσουν κάτι παραπάνω για να μπουν στην κυβέρνηση.

Δέχεται κριτική ακόμη και από την ίδια την AfD – πιθανώς σωστά, επισημαίνουν δύο μεγάλες επιτυχίες που τους εξασφάλισε αυτή η κίνηση: 1) η πρότασή τους έγινε όχι απλά δεκτή ως άξια συζήτησης στο κοινοβούλιο από τον δημοκρατικό μεσαίο χώρο, αλλά τόσο αναγκαία ώστε να δεχτούν τη συνεργασία μαζί τους· 2) παρόλο που έκανε αυτό το βήμα, το «συνταγματικό τόξο» έδειξε πως δεν είναι σε θέση να υλοποιήσει τον νόμο, παρέχοντάς τους έτσι το έδαφος για να σηματοδοτήσουν στους ψηφοφόρους την αναγκαιότητά τους. Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα: Γιατί πήρε αυτήν την απόφαση ο Μερτς;

Γίνεται δύσκολα πιστευτό πως δεν υπολόγισε τον θόρυβο που θα έκανε μια τέτοια απόφαση – πως υποβάθμισε την πιθανότητα να θεωρηθεί υπεύθυνος για την κανονικοποίηση της AfD εντός κοινοβουλίου. Μοιάζει πιο πιθανό πως είδε τη συγκυρία ως ευκαιρία για να δείξει στους πιθανούς εταίρους του ότι δεν εκβιάζεται, πως αν χρειαστεί να συμμαχήσει με τον «διάβολο» για να κυβερνήσει στο μέλλον θα το κάνει. Ισως έψαχνε απλά μια καλή ευκαιρία για να προετοιμάσει τόσο το κόμμα όσο και τους ψηφοφόρους του γι’ αυτό που όλοι διαβλέπουν στη Γερμανία ως τη νέα εποχή, αυτή που διαφαίνεται με τις εκλογές του 2029, που μάλλον θα φέρουν την AfD στην πρώτη θέση. Και τότε τα διλήμματα που θα έχουν μπροστά τους οι γερμανικές πολιτικές ελίτ θα είναι ακόμη πιο δύσκολα. Και εκεί ίσως δούμε και πάλι έπειτα από καιρό τις πρώτες σκιές να πέφτουν πάνω στον θόλο του Ράιχσταγκ.

*O κ. Ηλίας Ντίνας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και κάτοχος της ελβετικής έδρας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT