Οταν ο Ντόναλντ Τραμπ, ο επανεκλεγμένος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, εποφθαλμιά τη Γροιλανδία, τον Παναμά και τον Καναδά, όπως κάποτε ο Βλαντιμίρ Πούτιν την Κριμαία και ο Σι Τζινπίνγκ την Ταϊβάν, ενσαρκώνει τόσο το σύμπτωμα όσο και την αιτία μιας νέας παγκόσμιας αταξίας. Ο «τραμπισμός» δεν είναι παρά μια εκδοχή του συναλλακτισμού, που έχει αναδειχθεί σε κυρίαρχο μοτίβο της νέας αυτής αταξίας. Οι φιλελεύθερες δημοκρατίες, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, πρέπει να αφυπνιστούν και να αναγνωρίσουν την επιτακτικότητα αυτής της νέας πραγματικότητας.
Η Ρωσία και η Κίνα έχουν εξελιχθεί σε αναθεωρητικές μεγάλες δυνάμεις, ενώ μεσαίες δυνάμεις όπως η Τουρκία, η Βραζιλία και η Νότια Αφρική συνεργάζονται πρόθυμα με όλες τις πλευρές. Ταυτόχρονα, ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με πολέμους – στην Ουκρανία, στη Μέση Ανατολή και στο Σουδάν. Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι συνεχίζουν να ζουν σαν να βρίσκονται στις συνθήκες ειρήνης του τέλους του 20ού αιώνα, ενώ ο κόσμος γύρω τους θυμίζει όλο και περισσότερο την Ευρώπη του τέλους του 19ου αιώνα, όταν οι μεγάλες δυνάμεις και οι αυτοκρατορίες βρίσκονταν σε έντονο ανταγωνισμό. Η γεωπολιτική σκηνή πλέον εκτείνεται σε πλανητική κλίμακα και η πλειονότητα των πρωταγωνιστών δεν ανήκει στη Δύση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες του Τραμπ είναι πιθανότερο να λειτουργήσουν όπως αυτές οι συναλλακτικές μεγάλες δυνάμεις, παρά όπως, για παράδειγμα, η Γερμανία ή η Σουηδία.
Αυτή η σκληρή πραγματικότητα αναδεικνύεται μέσα από μια νέα δημοσκόπηση, που διεξήχθη σε 24 χώρες και δημοσιεύθηκε πρόσφατα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR). Η έρευνα, που εκπονήθηκε σε συνεργασία με το ερευνητικό μας πρόγραμμα «Η Ευρώπη σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο» του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, είναι η τρίτη που πραγματοποιούμε μετά τις 24 Φεβρουαρίου 2022, όταν η πλήρους κλίμακας εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία έθεσε τέλος στην εποχή που ακολούθησε την πτώση του Τείχους.
Ευρήματα που εκπλήσσουν
Ακολουθούν ορισμένα ευρήματα που πιθανότατα θα σας εκπλήξουν. Πολλοί εκτός Ευρώπης καλωσορίζουν την επιστροφή του Τραμπ, θεωρώντας ότι θα ωφελήσει τη χώρα τους, την παγκόσμια ειρήνη και, ειδικότερα, την επίτευξη ειρήνης στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή. Στην Ινδία και τη Σαουδική Αραβία, η απόλυτη πλειοψηφία συμμερίζεται αυτές τις απόψεις. Παρόμοια τάση καταγράφεται σε χώρες όπως η Κίνα, η Βραζιλία, η Νότια Αφρική και η Ρωσία, όπου –ανάλογα με το ερώτημα– κυριαρχεί είτε με απόλυτη είτε με σχετική πλειοψηφία. Αντιθέτως, η Ευρώπη και η Νότια Κορέα (η οποία, όπως και η Ευρώπη, εξαρτάται για την ασφάλειά της από τις ΗΠΑ) είναι οι μόνες που ξεχωρίζουν, εκφράζοντας την ανησυχία τους για τον αντίκτυπο μιας διακυβέρνησης Τραμπ.
Οπως διαπιστώσαμε και στις δύο προηγούμενες έρευνές μας, πολλές χώρες παγκοσμίως εξακολουθούν να θεωρούν τη Ρωσία του Πούτιν αποδεκτό διεθνή εταίρο, παρά τον σκληρό νεοαποικιακό πόλεμο που διεξάγει κατά της Ουκρανίας. Η απόλυτη ή σχετική πλειοψηφία όλων αυτών των χωρών εκτιμά επίσης ότι η Ρωσία θα αυξήσει την παγκόσμια επιρροή της την επόμενη δεκαετία. Αυτή είναι, λοιπόν, η κατάληξη της πρόωρης και εφησυχαστικής ρητορικής των δυτικών ηγετών περί «στρατηγικής ήττας» της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ο υπόλοιπος κόσμος δεν συμμερίζεται αυτήν την αντίληψη.
Βεβαίως, οι περισσότεροι πιστεύουν επίσης ότι οι ήδη ισχυρές Ηνωμένες Πολιτείες θα ενισχύσουν την παγκόσμια επιρροή τους την επόμενη δεκαετία. Στη συνέχεια, όμως, ρωτήσαμε εάν πιστεύουν ότι μέσα στα επόμενα 20 χρόνια «η Κίνα θα είναι η ισχυρότερη δύναμη στον κόσμο – ισχυρότερη από τις Ηνωμένες Πολιτείες». Η πλειοψηφία σχεδόν σε κάθε χώρα όπου διεξήχθη η δημοσκόπηση απάντησε ότι ναι, η Κίνα θα είναι ισχυρότερη από τις ΗΠΑ. Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμη και στις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες, όσοι εκφράζουν σαφή άποψη είναι μοιρασμένοι 50-50. Μόνο στη Νότια Κορέα και στην Ουκρανία καταγράφεται συντριπτική βεβαιότητα πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα διατηρήσουν την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία τους. Πρόκειται, φυσικά, για μια αποτύπωση αυθόρμητων απαντήσεων, αλλά αυτές οι αντιλήψεις από μόνες τους αποτελούν μια σημαντική διάσταση ισχύος.
«Απαραίτητος» εταίρος
Αυτά αφορούν όλο τον πλανήτη, τι γίνεται όμως με τη Δύση; Στα τέλη του 2022, υπό το σοκ της πλήρους εισβολής του Πούτιν στην Ουκρανία, η παγκόσμια δημοσκόπησή μας ανέδειξε μια Δύση σε μεγάλο βαθμό ενωμένη, αλλά αποκομμένη από τον υπόλοιπο κόσμο. Οχι πια. Αντικειμενικά, βεβαίως, η διατλαντική σχέση παραμένει μια πιο ανθεκτική, δομημένη και βαθιά συμμαχία από οτιδήποτε έχουμε δει μέχρι στιγμής στην ομάδα των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική, και πέντε ακόμη χώρες που εντάσσονται πλέον) ή στον λεγόμενο άξονα Ρωσίας, Κίνας, Ιράν και Βόρειας Κορέας. Δεν έχουν, όμως, καμία αντιστοιχία με το ΝΑΤΟ.
Για μια Ευρώπη που αποτελείται αποκλειστικά από μικρές και μεσαίες δυνάμεις, ο μόνος τρόπος ώστε να αποκτήσει επαρκή ισχύ είναι η συντονισμένη συλλογική δράση.
Υποκειμενικά, ωστόσο, η εικόνα διαφέρει. Ενα από τα πιο εντυπωσιακά ευρήματα της φετινής δημοσκόπησης είναι ότι στον μέσο όρο εννέα κρατών-μελών της Ε.Ε. που συμμετείχαν στην έρευνα, συμπεριλαμβανομένων της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Πολωνίας, μόλις το 22% των Ευρωπαίων θεωρεί τις ΗΠΑ «σύμμαχο». Το 51% θεωρεί τις ΗΠΑ «απαραίτητο εταίρο», αλλά τι είδους συμμαχία είναι αυτή, όταν μόνο λιγότερο από το ένα τέταρτο των ερωτηθέντων τις θεωρεί σύμμαχο; Συγκριτικά, πολύ περισσότεροι Κινέζοι βλέπουν τη Ρωσία ως σύμμαχο (39%), με τους Ρώσους να ανταποδίδουν τη φιλοφρόνηση στην Κίνα (36%), παρά οι Ευρωπαίοι τις ΗΠΑ.
Αναλύοντας περαιτέρω τα δεδομένα, διαπιστώνουμε ότι οι Ευρωπαίοι εμφανίζονται διχασμένοι ως προς την άποψή τους για τον Τραμπ, με τις χώρες της κεντρικής και νοτιοανατολικής Ευρώπης (Ουγγαρία, Βουλγαρία, Ρουμανία) να έχουν σαφώς θετικότερη στάση απέναντί του. Αρκεί να δει κανείς την ενθουσιώδη υποδοχή που του επιφύλαξαν Ευρωπαίοι πολιτικοί, όπως η Τζόρτζια Μελόνι της Ιταλίας, ο Βίκτορ Ορμπαν της Ουγγαρίας και ο Νάιτζελ Φάρατζ της Βρετανίας. Αν και η επιστροφή του Τραμπ μπορεί να ωθήσει την Ευρώπη να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη για την άμυνά της, η πιθανότητα ενός ενιαίου ευρωπαϊκού μετώπου κατά του τραμπισμού παραμένει απίθανη. Μεμονωμένα ευρωπαϊκά κράτη θα επιδιώξουν να συνάψουν τις δικές τους συμφωνίες με τις ΗΠΑ. Είναι πιθανό να πάρουν το θάρρος να υιοθετήσουν μια ακόμη πιο συναλλακτική προσέγγιση και στις μεταξύ τους σχέσεις.
Τα τέσσερα διδάγματα
Διαιρεμένη Ευρώπη, διαιρεμένη Δύση, συναλλακτικός κόσμος – τι πρέπει, λοιπόν, να γίνει; Οι φιλελεύθερες δημοκρατίες γενικά, και οι ευρωπαϊκές ειδικότερα, οφείλουν να αντλήσουν τέσσερα διδάγματα. Πρώτον, να δουν τον κόσμο όπως πραγματικά είναι και όχι όπως θα επιθυμούσαν να είναι. Δεύτερον, να αποφεύγουν κάθε γενικόλογη ρητορική για τον «Παγκόσμιο Νότο» και να προσεγγίζουν αυτές τις χώρες όπως αντιλαμβάνονται οι ίδιες τον εαυτό τους: ως ξεχωριστές μεγάλες και μεσαίες δυνάμεις, με δική τους μοναδική ιστορία, πολιτισμό και εθνικά συμφέροντα. (Οπως επισήμανε προσφάτως η ειδική στα θέματα της Κίνας, Οριάνα Σκάιλαρ Μάστρο, η εκπόνηση περισσότερων περιφερειακών μελετών στα πανεπιστήμια και στις δεξαμενές σκέψης μας θα συμβάλει σε αυτό.) Απαιτούνται, συνεπώς, εξατομικευμένες πολιτικές για την Ινδία, την Τουρκία, την Κίνα, τη Νότια Αφρική και ούτω καθεξής.
Τρίτον, να εγκαταλείψουν τη δυαδική, ψυχροπολεμική λογική τού «μαζί μας ή εναντίον μας». Σε αυτό που η τελευταία μας έκθεση ECFR-Oxford για την παγκόσμια κοινή γνώμη περιέγραψε ως «κόσμο à la carte», οι δυνάμεις αυτές εμφανίζονται πρόθυμες να ευθυγραμμιστούν με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε έναν τομέα, με την Κίνα σε έναν άλλο (όπως οι οικονομικοί δεσμοί), με τη Ρωσία σε έναν τρίτο (όπως οι στρατιωτικοί δεσμοί της Ινδίας) και με την Ευρώπη σε έναν ακόμη. Παρά τις επιφυλάξεις μας, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να υιοθετήσουμε παρόμοια προσέγγιση – να συνεργαστούμε με την Κίνα σε οικονομικά και περιβαλλοντικά θέματα, για παράδειγμα, ενώ ταυτόχρονα θα συνεχίζουμε να καταδικάζουμε το ιστορικό της στις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτό αποτελεί πρόκληση για τις φιλελεύθερες κοινωνίες που βασίζονται σε αξίες και για όσες έχουν ενταχθεί σε μια Ευρωπαϊκή Ενωση που στηρίζεται στο κράτος δικαίου. Αναμφίβολα, δεν πρέπει να απαρνηθούμε τις θεμελιώδεις φιλελεύθερες αξίες μας, ακόμη και όταν ο τραμπικός «αλέκτωρ φωνήσει», αλλά ο κόσμος μας είναι σκληρός και αδυσώπητος.
Τέλος, σε έναν τέτοιο κόσμο, η τύχη ευνοεί τους ισχυρούς. Για μια Ευρώπη που αποτελείται αποκλειστικά από μικρές και μεσαίες δυνάμεις, ο μόνος τρόπος ώστε να αποκτήσει επαρκή ισχύ είναι η συντονισμένη συλλογική δράση – συμπεριλαμβανομένης της στενότερης συνεργασίας μεταξύ Βρετανίας και ηπειρωτικής Ευρώπης. Η ισχύς εν τη ενώσει.
Εν ολίγοις, οι δημοκρατίες της Ευρώπης οφείλουν να είναι λιγότερο συναλλακτικές μεταξύ τους, αλλά, δρώντας συλλογικά, να υιοθετήσουν μια πιο συναλλακτική προσέγγιση απέναντι στις μεγάλες και μεσαίες δυνάμεις αυτού του τραμπικού κόσμου.
Οι αριθμοί
22% των Ευρωπαίων θεωρούν τις ΗΠΑ «σύμμαχο» (στον μέσο όρο εννέα κρατώνμελών της Ε.Ε. που συμμετείχαν στην έρευνα, συμπεριλαμβανομένων
της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Πολωνίας)
39% των Κινέζων βλέπουν τη Ρωσία ως σύμμαχο, με τους Ρώσους να ανταποδίδουν τη φιλοφρόνηση στην Κίνα (36%).
Ο κ. Τίμοθι Γκάρτον Ας συνυπογράφει την έκθεση για την παγκόσμια δημοσκόπηση του ECFR μαζί με τους κ. Ιβάν Κράστεφ και Μαρκ Λέοναρντ.
______________________________________________________________________
Κεντρική φωτό: Πολωνός αγρότης –υποστηρικτής του Τραμπ– συμμετέχει σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από τα γραφεία της Κομισιόν στη Βαρσοβία, κατά της εμπορικής συμφωνίας Mercosur μεταξύ της Ε.Ε. και χωρών της Νότιας Αμερικής για την προστασία τροφίμων και ποτών, στις αρχές του έτους. Η πιθανότητα ενός ενιαίου ευρωπαϊκού μετώπου κατά του τραμπισμού μοιάζει απίθανη. A.P. /Czarek Sokolowski

