Νίκη του Τραμπ στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με την E.E. θα είναι εμμέσως νίκη για τη στρατηγική της αυτονομία. Πρόκειται για την οπτική ευρωπαϊκών κύκλων που θεωρούν ότι οι Βρυξέλλες θα πρέπει να μετατρέψουν την κρίση με τον Τραμπ σε ευκαιρία για την Ευρώπη. «Δεν είναι λύση να αγοράσεις περισσότερους εξοπλισμούς και ενέργεια από τις ΗΠΑ», είναι η άποψη που παραθέτει στην «Κ» ο Ερικ Τζόουνς, διευθυντής του Κέντρου Προηγμένων Σπουδών Robert Schuman στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας, ερευνητής στο Carnegie Europe στις Βρυξέλλες, εν μέσω της ανησυχίας ότι μεμονωμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα προσπαθήσουν να συνάψουν ειδικές συμφωνίες με την επερχόμενη κυβέρνηση των ΗΠΑ. Πάντως, ο Τραμπ δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένος για τους συμμάχους του. «Είναι πιθανό να στραφεί εναντίον των ηγετών που συμπαθεί, εάν δεν ακολουθήσουν τις πολιτικές προτιμήσεις του. Τα πρόσωπα που του αρέσουν θα παραμείνουν ίδια, αλλά ο τρόπος με τον οποίο θα τα χρησιμοποιεί για να υποστηρίζει την πολιτική του ατζέντα θα διαφέρει ανάλογα με την περίσταση», μας είπε ο Τζόουνς.
«Δεν είναι λύση να αγοράσεις περισσότερους εξοπλισμούς και ενέργεια από τις Ηνω- μένες Πολιτείες».
– Ορισμένοι προτείνουν δασμούς ως αντίποινα στους πιθανούς δασμούς της Ουάσιγκτον. Αλλοι εισηγούνται την αύξηση των αγορών ενέργειας και στρατιωτικών εξοπλισμών από τις ΗΠΑ ως μέσο καταπράυνσης του Τραμπ. Ποια είναι η γνώμη σας;
– Οι πιο αποτελεσματικές απαντήσεις από την πλευρά της Ε.Ε. είναι όλες πιο μακροπρόθεσμες. Απαιτούν μια αληθινή στρατηγική, στο τέλος της ημέρας, για την αντιμετώπιση των δύο βασικών αιτιάσεων που προέρχονται από τον Ντόναλντ Τραμπ, δηλαδή το χαμηλό ποσοστό στρατιωτικών δαπανών και το υψηλό εμπορικό πλεόνασμα μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ. Αν πληρώσεις τώρα περισσότερα χρήματα για εξοπλισμούς των ΗΠΑ, θα μεταθέσεις απλώς το πρόβλημα μέχρι το επόμενο έτος. Και οι δαπάνες αυτές δεν πρόκειται επίσης να αλλάξουν την καθαρή εμπορική θέση μεταξύ της Ευρώπης και του έξω κόσμου, ακόμη και αν συνδυαστούν με αυξημένες δαπάνες για αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο, γεγονός που θα διατηρήσει τις τριβές με την επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ. Αντιθέτως, οι προσπάθειες της Ευρώπης να αυξήσει τις μακροπρόθεσμες αμυντικές προμήθειες από ευρωπαϊκές εταιρείες και να υλοποιήσει μεγαλύτερες επενδύσεις στην ενεργειακή μετάβαση θα δείξουν δέσμευση για αύξηση των αμυντικών δαπανών, διασφάλιση της ευρωπαϊκής παροχής ασφάλειας και μείωση του τεράστιου εμπορικού πλεονάσματος της Ευρώπης με τον έξω κόσμο. Αυτό θα ήταν μια «νίκη» για την κυβέρνηση Τραμπ, θα ήταν όμως και ένα όφελος για τη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης. Οσο θα προχωρούσε η διαδικασία, τόσο θα υποχωρούσαν κάθε χρόνο οι εντάσεις μεταξύ Ε.Ε. και Τραμπ – τουλάχιστον σε αυτό το θέμα. Επομένως, μια καθαρή και συνεπής δέσμευση σε αυτήν τη στρατηγική –όπως άλλωστε προτείνουν και οι εκθέσεις των Λέτα, Ντράγκι και Νιινίστο– θα ήταν ο καλύτερος τρόπος για να ανταποκριθεί η Ευρώπη στις απειλές Τραμπ.

– Ποιοι είναι οι δυνητικοί σύμμαχοι του Τραμπ στην Ευρώπη και πώς απειλούν τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ενωσης;
– Ως μεμονωμένος ηγέτης, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει τις δικές του προτιμήσεις για τους ανθρώπους που συμπαθεί και σέβεται – και του αρέσει να τις γνωστοποιεί δημόσια, συχνά δημιουργώντας άβολες στιγμές. Αλλά ως κυβέρνηση Τραμπ, με το Κογκρέσο υπό την ηγεσία των Ρεπουμπλικανών, η ομάδα του έχει μεγαλύτερη προτίμηση στις πολιτικές παρά στα πρόσωπα. Υπ’ αυτήν την έννοια, ο Τραμπ είναι πιθανό να στραφεί εναντίον των Ευρωπαίων ηγετών που του αρέσουν εάν δεν ακολουθήσουν τις πολιτικές του προτιμήσεις. Το είδαμε και στην πρώτη θητεία του. Ο Τραμπ φαίνεται να συμπαθεί τόσο την Τζόρτζια Μελόνι όσο και τον Βίκτορ Ορμπαν. Η Μελόνι –παραδόξως– έχει αποδειχθεί φιλοευρωπαία. Ο Ορμπαν από την πλευρά του έχει δημιουργήσει εμπόδια στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το πιθανότερο, η κατάσταση θα παραμείνει ως έχει κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας Τραμπ. Το πραγματικό ερώτημα είναι εάν η νέα αμερικανική κυβέρνηση θα ενδιαφέρεται περισσότερο για τη διαίρεση της Ε.Ε. ή για την προώθηση της συνοχής της. Οσο η Ε.Ε. ξοδεύει ελάχιστα για την άμυνα, ενώ ταυτόχρονα διαθέτει τεράστια εμπορικά πλεονάσματα, η κυβέρνηση Τραμπ θα θελήσει να τη διαταράξει. Μόλις η Ε.Ε. δείξει ξεκάθαρη δέσμευση σε μια στρατηγική για την αύξηση των ευρωπαϊκών στρατιωτικών δαπανών προκειμένου να διασφαλίσει την ευρωπαϊκή ασφάλεια, ενώ παράλληλα θα εξισορροπεί τις εμπορικές της σχέσεις με τον έξω κόσμο, τότε η νέα κυβέρνηση Τραμπ είναι πιθανό να επαναξιολογήσει τη στάση της απέναντι στην ευρωπαϊκή συνοχή. Οι ηγέτες που αρέσουν στον Τραμπ θα παραμείνουν οι ίδιοι, αλλά ο τρόπος με τον οποίο θα χρησιμοποιεί αυτούς τους ανθρώπους για να υποστηρίζει την πολιτική του ατζέντα θα διαφέρει ανάλογα με την περίσταση.
– Στον αντίποδα, υπάρχει ενδεχομένως η προοπτική συσπείρωσης της Ε.Ε. μπροστά στις απειλές Τραμπ;
– Οι διατλαντικοί εταίροι δεν χρειάζεται να συμφωνούν σε κάθε θέμα για να διαμορφώσουν τα πράγματα προς το καλύτερο. Η ανησυχία όμως είναι ότι μεμονωμένες κυβερνήσεις θα προσπαθήσουν να συνάψουν ειδικές συμφωνίες με την επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ για να κερδίσουν την εύνοια των ΗΠΑ και για να ασκήσουν πίεση εντός της Ε.Ε. Αυτό θα ήταν λάθος, διότι θα καθιστούσε την Ενωση πιο αδύναμη και επομένως λιγότερο σημαντική ως εταίρο των ΗΠΑ. Ακόμη χειρότερα, μια αντίστοιχη στρατηγική δεν θα πετύχει πολλά για να κατευνάσει τις αιτιάσεις της επερχόμενης κυβέρνησης Τραμπ για τις χαμηλές αμυντικές δαπάνες και τις υψηλές εμπορικές ανισορροπίες. Ούτε η Ιταλία της Μελόνι ούτε η Ουγγαρία του Ορμπαν ξοδεύουν τόσο μεγάλο μέρος του ΑΕΠ στην άμυνα όσο –με μεγάλη διαφορά– η Ελλάδα.

