ΜΟΣΧΑ. Σε δυτικό υλικό υψηλής τεχνολογίας βασίζονται οι πειραματικοί βαλλιστικοί πύραυλοι «Ορέσνικ», τους οποίους εκτόξευσε η Ρωσία κατά της Ουκρανίας τον περασμένο μήνα, σύμφωνα με ανάλυση της εφημερίδας Financial Times. Τα δύο ρωσικά ινστιτούτα αμυντικών ερευνών, που κατασκεύασαν τον «Ορέσνικ», στρατολογούν μέσω διαφημίσεων μεταλλουργούς, εκπαιδευμένους σε γερμανικές και ιαπωνικές εταιρείες. Η εξάρτηση της πολεμικής μηχανής του Κρεμλίνου από ξένη τεχνολογία παραμένει μεγάλη, ιδιαίτερα στον τομέα της διαχείρισης της παραγωγής μέσω υπολογιστών, που δίνει τη δυνατότητα κατασκευής μεταλλικών τμημάτων μεγάλης ακριβείας από μηχανές ελεγχόμενες από υπολογιστές.
Ο πρόεδρος Πούτιν παρουσίασε την πειραματική χρήση του νέου βαλλιστικού πυραύλου ως αντίποινα στην άδεια που εξασφάλισε η Ουκρανία από τη Δύση για τη χρήση πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς εναντίον στόχων εντός Ρωσίας. Ο πύραυλος «Ορέσνικ» βασίζεται στον παλαιότερο βαλλιστικό «RS-26 Ρουμπέζ», ικανό να μεταφέρει κεφαλές με πυρηνική γόμωση. Ο πύραυλος αυτός έχει τεθεί σε δοκιμές, αλλά δεν έχει αναπτυχθεί στο πεδίο. «Διαθέτουμε απόθεμα τέτοιων προϊόντων, απόθεμα έτοιμο προς χρήση», είχε προειδοποιήσει ο Πούτιν μετά το χτύπημα εναντίον εργοστασίου στο Ντνίπρο, πάλαι ποτέ άκρως απόρρητο κέντρο σχεδιασμού και παραγωγής σοβιετικών πυραύλων.
Η εταιρεία ΜΙΤΤ ηγείται της ανάπτυξης ρωσικών βαλλιστικών πυραύλων στερεού καυσίμου. Σε διαφημίσεις της νωρίτερα φέτος, η εταιρεία υπογραμμίζει ότι «είμαστε συμβατοί με τα συστήματα Fanuc, Siemens, Heidenhein». Η πρώτη είναι ιαπωνική εταιρεία, ενώ οι δύο άλλες είναι γερμανικές. Και οι τρεις κατασκευάζουν συστήματα ελέγχου και διαχείρισης εργαλείων ακριβείας για γραμμές παραγωγής προϊόντων υψηλής τεχνολογίας.
Τις τρεις δυτικές εταιρείες μνημονεύει επίσης στο διαφημιστικό της φυλλάδιο η ρωσική «Σοβζέντιε», ειδικευμένη σε «αυτοματοποιημένα συστήματα ελέγχου και επικοινωνίας για στρατιωτική χρήση». Σε βίντεο που δημοσίευσε πρόσφατα μια άλλη ρωσική εταιρεία, η «Τιτάν Μπαρικάντι», που εμπλέκεται στην κατασκευή του «Ορέσνικ», εμφανίζει εργάτη να στέκεται μπροστά σε μηχάνημα με τη φίρμα της ιαπωνικής Fanuc.
Η Ρωσία εξαρτάται εδώ και χρόνια από δυτικά βιομηχανικά εργαλεία, παρά τις προσπάθειες δημιουργίας εγχώριας βιομηχανίας κατασκευής τους. Παρότι το Κρεμλίνο έχει αποκτήσει μεγάλο αριθμό κινεζικών μεταλλουργικών συστημάτων, το λογισμικό ελέγχου τους συνεχίζει να εισάγεται από τη Δύση. Το 2024 οκτώ κινεζικές επιχειρήσεις παρουσίασαν τέτοια συστήματα σε ρωσική έκθεση και 11 από τα μοντέλα διέθεταν χειριστήρια από ιαπωνικές ή γερμανικές εταιρείες.
Συστήματα ελέγχου εργαλείων μεταλλουργίας σε αμυντικές βιομηχανικές μονάδες προέρχονται από Γερμανία και Ιαπωνία, παραβιάζοντας τις κυρώσεις.
Παρότι οι έλεγχοι στις εξαγωγές έχουν επιβραδύνει τη ροή τέτοιων συστημάτων προς τη Ρωσία, τουλάχιστον 3 εκατ. δολάρια σε φορτία παραλήφθηκαν από τη Μόσχα από τις αρχές του 2024. Κάποιοι από τους αγοραστές έχουν συμβόλαια με τον ρωσικό στρατό.
Ενα από τα φορτία αφορούσε τη νέα μονάδα χειρισμού Heidenhain TNC640, αξίας 345.000 δολαρίων. Η μονάδα ταξίδεψε μέσω Κίνας σε ρωσική εταιρεία, στην οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις από τις ΗΠΑ. Η επικεφαλής της εταιρείας, Ντιάνα Καλέντινα, συνελήφθη από τις ρωσικές αρχές στην αρχή του πολέμου στην Ουκρανία, κατηγορούμενη για απάτη. Η Καλέντινα εισήγαγε τα μηχανήματα από την Κίνα, για να τα παρουσιάσει ως κατασκευασμένα στη Ρωσία και να εισπράξει κρατικές επιδοτήσεις. Η δίωξή της παύθηκε, όμως, στα τέλη του 2022, καθώς η εισαγγελία αποφάσισε ότι «θα προκαλούσε αναίτια ζημιά σε ρωσική βιομηχανία κρίσιμη για την εθνική οικονομία».
Η γερμανική εταιρεία Siemens ανέφερε ότι «παραμένει ασυμβίβαστη σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των κυρώσεων κατά της Ρωσίας», για να προσθέσει ότι θα ερευνήσει «κάθε υπόνοια παραβίασης των κυρώσεων και θα τις αναφέρει στις αρμόδιες αρχές». Η ιαπωνική Fanuc παραδέχθηκε ότι το μηχάνημα στο φυλλάδιο της ρωσικής «Τιτάν Μπαρικάντι» μοιάζει να είναι δικό της, επισημαίνοντας όμως ότι πρόκειται για παρωχημένο μοντέλο.
«Εχουμε ενισχύσει την επιτήρηση και τους ελέγχους στις εξαγωγές μας, προκειμένου να προλάβουμε ενδεχόμενες παραβιάσεις που θα οδηγούσαν στην τροφοδοσία ρωσικών εταιρικών οντοτήτων με την τεχνολογία ή τα προϊόντα μας», ανέφερε η ιαπωνική εταιρεία σε ανακοίνωσή της.



Πηγή: REUTERS

