Δεν συνηθίζεται ένας ηγέτης να διεκδικεί ψήφο εμπιστοσύνης γνωρίζοντας μετά βεβαιότητας ότι θα τη χάσει ή επιθυμώντας μια τέτοια ήττα.
Ο απερχόμενος καγκελάριος της Γερμανίας Ολαφ Σολτς είχε αποφασίσει, ήδη από τον περασμένο μήνα, ότι θα πάει σε πρόωρες εκλογές. Οταν απέπεμψε τον ηγέτη των Ελευθέρων Δημοκρατών (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ στις αρχές Νοεμβρίου από τη θέση του υπουργού Οικονομικών, όσα θα ακολουθούσαν ήταν, επί της ουσίας, προδιαγεγραμμένα: ο τρικομματικός κυβερνητικός συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών-Πρασίνων-Φιλελευθέρων θα κατέρρεε· η εναπομείνασα κυβέρνηση θα γινόταν, από πλειοψηφίας που ήταν, μειοψηφίας· και η Γερμανία θα πήγαινε σε πρόωρες κάλπες.
Η ψήφος εμπιστοσύνης, που έχασε σήμερα ο Σολτς στην Μπούντεσταγκ, ήταν ένα από τα προβλεπόμενα στάδια αυτής της διαδικασίας.
Συνολικά 207 βουλευτές ψήφισαν σήμερα υπέρ του Σολτς, 394 ψήφισαν κατά και 116 προτίμησαν την αποχή. Μεταξύ των τελευταίων, υπήρχαν και βουλευτές των σήμερα συγκυβερνώντων Πρασίνων που προτίμησαν την αποχή επειδή ήθελαν να βεβαιωθούν ότι ο Σολτς δεν πρόκειται να επιβιώσει ως καγκελάριος χάρη στους τακτικισμούς μερίδας βουλευτών της άκρας Δεξιάς. Λέγεται, εν προκειμένω, ότι υπήρχαν βουλευτές της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) που θα ήταν διατεθειμένοι να δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στον Σολτς, επειδή βλέπουν ακόμη πιο αρνητικά όσα μπορεί να φέρουν όταν έρθουν στην εξουσία, στο μέτωπο της γερμανικής στήριξης προς την Ουκρανία για παράδειγμα, ο Φρίντριχ Μερτς και οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU).
Ανεξάρτητα από τις όποιες επί μέρους διαθέσεις και τους τακτικισμούς, τελικώς έγινε αυτό που όλοι ανέμεναν: ο Σολτς έχασε και η Γερμανία μπήκε επισήμως πια σε τροχιά πρόωρων εκλογών.
Η ημερομηνία διεξαγωγής των εν λόγω εκλογών αναμένεται να ανακοινωθεί έπειτα από όσα θα αποφασίσει σχετικά ο Γερμανός ομοσπονδιακός πρόεδρος Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάιερ με τον οποίο ο Ολαφ Σολτς συναντήθηκε σήμερα, έπειτα από την ψήφο δυσπιστίας της ομοσπονδιακής βουλής. Η πιθανότερη ημερομηνία διεξαγωγής των εν λόγω εκλογών είναι ωστόσο ήδη γνωστή και αυτή θα είναι, εκτός απροόπτου, η 23η Φεβρουαρίου.
Υπενθυμίζεται ότι οι επερχόμενες ομοσπονδιακές εκλογές θα έπρεπε κανονικά να διεξαχθούν τον Σεπτέμβριο του 2025, όποτε σημαίνει ότι με τα νέα δεδομένα μετακινούνται περίπου επτά μήνες νωρίτερα, προσεγγίζοντας έτσι χρονικά την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ που αναμένεται στις 20 Ιανουαρίου στις ΗΠΑ.
Οσο για τις δημοσκοπήσεις, αυτές δίνουν σαφές προβάδισμα, άνω των δέκα ποσοστιαίων μονάδων, στους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) του Φρίντριχ Μερτς οι οποίοι παρουσιάζονται πια να συγκεντρώνουν πάνω από 30% μαζί με το δίδυμό τους βαυαρικό κόμμα των Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), ένα ποσοστό το οποίο τους φέρνει μεν κοντά στην αυτοδυναμία χωρίς όμως να την εξασφαλίζει. Σοσιαλδημοκράτες (SPD) και Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) παρουσιάζονται να δίνουν μάχη για τη δεύτερη θέση με ποσοστά κοντά στο 18%, ενώ οι Πράσινοι ακολουθούν πιο πίσω, κοντά στο 13%, και το FDP πολύ πιο πίσω, κάτω από το 5%. Νέα προσθήκη: η Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) η οποία παρουσιάζεται να συγκεντρώνει πάνω από 6%.


Συγκριτικά, στις προηγούμενες εκλογές του 2021, το SPD είχε έρθει πρώτο με σχεδόν 26%, τα CDU/CSU είχαν λάβει 24%, οι Πράσινοι είχαν έρθει τρίτοι με σχεδόν 15%, και πιο πίσω ακολουθούσαν οι Φιλελεύθεροι (FDP) με 11,4%, η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) με 10,4% και η Αριστερά με 4,9%.
Εάν το AfD τερματίσει δεύτερο στις προσεχείς εκλογές, πάνω από τους Σοσιαλδημοκράτες, θα είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο σε ομοσπονδιακό επίπεδο στη Γερμανία.

Οι πρόωρες κάλπες έρχονται σε μια περίοδο κατά την οποία η Γερμανία καλείται να αντιμετωπίσει σειρά από προκλήσεις και εκκρεμότητες σχετικές με: τους κατώτερους των προσδοκιών ρυθμούς ανάπτυξης της γερμανικής οικονομίας, το μεταναστευτικό, το πολεμικό μέτωπο της Ουκρανίας που παραμένει ανοιχτό και την επικείμενη επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, μια επιστροφή που αναμένεται να συνοδευτεί από αλλαγές στα πεδία της εξωτερικής πολιτικής και των δασμών.
Η γερμανική πολιτική αστάθεια έρχεται, όμως, να συμπέσει χρονικά με την παράλληλη περίοδο αστάθειας στην οποία βρίσκεται εδώ και μήνες η Γαλλία του Εμανουέλ Μακρόν. Οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης «πέφτουν» από κρίση σε κρίση, την ώρα που ο Τραμπ αναλαμβάνει εκ νέου την προεδρία στις ΗΠΑ.

«Η γερμανική κυβέρνηση καταρρέει σε μια επικίνδυνη στιγμή για την Ευρώπη», γράφουν οι New York Times, υπογραμμίζοντας ότι αυτή η «πολιτική αβεβαιότητα» θα έχει διάρκεια. Ακόμη κι αν οι Γερμανοί πάνε σε εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου όπως αναμένεται, το πιο πιθανό είναι ότι μια νέα κυβέρνηση δεν θα έχει σχηματιστεί στη Γερμανία πριν από τον Απρίλιο ή τον Μάιο του 2025, όπερ σημαίνει ότι η χώρα θα συνεχίσει να πορεύεται με τον Σολτς ως «υπηρεσιακό» καγκελάριο, ενώ όμως η κυβέρνηση Σολτς έχει επί της ουσίας καταρρεύσει ήδη από τον Νοέμβριο του 2024… Κι όλα αυτά, ενώ η Γαλλία του Εμανουέλ Μακρόν μπορεί να επιστρέψει, κι εκείνη, πρόωρα στις κάλπες για την εκλογή Βουλής το καλοκαίρι του 2025.

