Ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία ξεκίνησε στις 15 Μαρτίου 2011, όταν ένα πλήθος μόλις 40 ανθρώπων συγκεντρώθηκε στην Παλιά Δαμασκό φωνάζοντας πολιτικά συνθήματα. Δεκατέσσερα χρόνια μετά έληξε με την πτώση του προέδρου Μπασάρ αλ Aσαντ.
Στις 8 Δεκεμβρίου 2024, Σύροι ισλαμιστές αντάρτες, έπειτα από αστραπιαία προέλαση, κατέλαβαν τη Δαμασκό, υποχρεώνοντας τον Σύρο πρόεδρο να μεταβεί στη Ρωσία, όπου έλαβε μαζί με την οικογένειά του άσυλο, και δίνοντας τέλος στην κυριαρχία της οικογένειας Ασαντ στη Συρία, που διήρκεσε περισσότερα από 50 χρόνια.
Πολλοί Σύροι πανηγυρίζουν και πρόσφυγες αρχίζουν να επιστρέφουν στα σπίτια τους από γειτονικές χώρες, αλλά το κόστος του καταστροφικού εμφυλίου πολέμου είναι τεράστιο.
Ακολουθούν ορισμένοι βασικοί αριθμοί που απεικονίζουν τον αντίκτυπο του εμφυλίου πολέμου στη Συρία και στον λαό της.
Θάνατοι και βασανιστήρια
Ο τελικός αριθμός των νεκρών είναι δύσκολο να υπολογιστεί, ωστόσο το 2023 τα Ηνωμένα Eθνη υπολόγισαν ότι περισσότεροι από 300.000 άμαχοι είχαν σκοτωθεί μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2021, κατά μέσο όρο 84 άμαχοι κάθε μέρα.
Ερευνητές υπολόγισαν το 2021 επίσης ότι 250.000 μαχητές είχαν σκοτωθεί κατά τα πρώτα 10 χρόνια του εμφυλίου πολέμου.
Το Συριακό Παρατηρητήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (SNHR), ανεξάρτητη οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αναφέρει έναν απολογισμό ελαφρώς χαμηλότερο, καταγράφοντας 231.495 θανάτους αμάχων μεταξύ Μαρτίου 2011 και Ιουνίου 2024.

Κυβερνητικές δυνάμεις και οι συμμαχικές ιρανικές πολιτοφυλακές ήταν υπεύθυνες για περίπου το 87% αυτών των θανάτων, σύμφωνα με το SNHR.
Στα θύματα περιλαμβάνονται σχεδόν 30.000 παιδιά, σχεδόν το 76% των οποίων σκοτώθηκαν από κυβερνητικές δυνάμεις.
Σύμφωνα με οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η κυβέρνηση Ασαντ συστηματοποίησε επίσης τα βασανιστήρια. Στο συγκρότημα φυλακών Σεντάγια, που έχει χαρακτηριστεί «ανθρωποσφαγείο», δεσμοφύλακες έκαναν μαζικούς απαγχονισμούς και εκτελέσεις, τόνισε η Διεθνής Αμνηστία σε έκθεσή της το 2017.
Η οργάνωση είπε ότι δολοφονίες, βασανιστήρια, αναγκαστικές εξαφανίσεις, μαζικοί απαγχονισμοί και εξόντωση κρατουμένων στη Σεντνάγια ήταν «μέρος μιας εκτεταμένης και συστηματικής επίθεσης εναντίον αμάχων που ισοδυναμούν με εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας».
Το SNHR τόνισε ότι μέχρι τον Αύγουστο του 2024, 15.102 άνθρωποι βασανίστηκαν μέχρι θανάτου από τα εμπόλεμα μέρη, με περισσότερο από το 98% αυτών από τα χέρια κυβερνητικών δυνάμεων.
Εκτοπισμένοι
Η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες χαρακτήρισε την κρίση στη Συρία τη μεγαλύτερη κρίση εκτοπισμού στον κόσμο, με περισσότερους από 12 εκατομμύρια ανθρώπους να αναγκάζονται να απομακρυνθούν από τις εστίες τους.
Ο φονικός σεισμός της 6ης Φεβρουαρίου 2023 επιδείνωσε την κατάσταση, επηρεάζοντας περίπου 8,8 εκατομμύρια ανθρώπους, καταστρέφοντας σπίτια και ισοπεδώνοντας ζωτικής σημασίας υποδομές.
Μέχρι σήμερα, σχεδόν 5 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν καταφύγει σε γειτονικές χώρες: Λίβανο, Τουρκία και Ιορδανία.
Στην Τουρκία ζει ο μεγαλύτερος αριθμός Σύρων εκτοπισμένων: περίπου 3,8 εκατομμύρια Σύροι είναι εγγεγραμμένοι ως πρόσφυγες.
Ακόμη 1,9 εκατομμύριο άνθρωποι είναι εγγεγραμμένοι ως πρόσφυγες στην Αίγυπτο, το Ιράκ, την Ιορδανία και τον Λίβανο και 41.000 στη Βόρεια Αφρική.
Σύροι αναγκάστηκαν επίσης να μετακινηθούν στο εσωτερικό της χώρας τους, με τις ανθρωπιστικές οργανώσεις να μιλούν για μία από τις μεγαλύτερες κρίσεις εσωτερικού εκτοπισμού παγκοσμίως.
Περίπου 7,2 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους, σύμφωνα με το Κέντρο Παρακολούθησης Εσωτερικών Εκτοπισμών, που είναι τμήμα της ΜΚΟ Νορβηγικό Συμβούλιο Προσφύγων (NRC).
Καθώς αντάρτες προέλαυναν στις μεγάλες πόλεις μεταξύ 28ης Νοεμβρίου και 8ης Δεκεμβρίου, περίπου 1 εκατομμύριο άνθρωποι, κυρίως γυναίκες και παιδιά, αναγκάστηκαν να φύγουν από τις επαρχίες Χαλέπι, Χάμα και Χομς, σύμφωνα με τον ΟΗΕ. Και αυτή ήταν τουλάχιστον η δεύτερη αναγκαστική μετακίνηση για περισσότερους από έναν στους πέντε μεταξύ αυτών.
Οικονομική κατάρρευση
Ο πόλεμος κατέστρεψε οικονομικά δίκτυα, αφάνισε υποδομές και ανάγκασε ανθρώπους να φύγουν από τα σπίτια τους, τα παιδιά να εγκαταλείψουν το σχολείο και ανθρώπους να χάσουν τις δουλειές τους.
Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Συρίας μειώθηκε περισσότερο από το μισό μεταξύ 2010 και 2020, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Από το 2011 έως το 2020, οι επιπτώσεις ξεπέρασαν τα σύνορα της χώρας.

Ο πόλεμος μείωσε τους μέσους ετήσιους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ στο Ιράκ, την Ιορδανία και τον Λίβανο κατά 1,2, 1,6 και 1,7 ποσοστιαία μονάδα αντίστοιχα, σε πραγματικούς όρους, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Αυτό ισοδυναμεί με συνδυασμένη απώλεια 11,3% της οικονομικής δραστηριότητας σε σύγκριση με τα προπολεμικά επίπεδα, τόνισε το διεθνές χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.
Φτώχεια
Ακραία φτώχεια προπολεμικά ουσιαστικά δεν υπήρχε στη Συρία, αλλά σήμερα περισσότεροι από ένας στους τέσσερις ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα.
Περισσότεροι από τους μισούς από αυτούς ζουν σε τρεις επαρχίες: Χαλέπι (βόρεια), Χάμα (δυτικοκεντρικά) και Ντέιρ-εζ-Ζορ (βορειοανατολικά).
Στη Ντέιρ-εζ-Ζορ, το 72% του πληθυσμού επιβιώνει με λιγότερα από 2,15 δολάρια την ημέρα.
Εκπαίδευση
Ο πόλεμος κατέστρεψε περισσότερα από 7.000 σχολεία και περίπου 2 εκατομμύρια παιδιά στερήθηκαν τη σχολική εκπαίδευση, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
«Οι ανθρωπιστικές συνθήκες στο εσωτερικό της χώρας είναι τραγικές, με εκατομμύρια παιδιά και οικογένειες να αντιμετωπίζουν έσχατη ένδεια», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα η εκτελεστική διευθύντρια της UNICEF, Κάθριν Ράσελ.
Υγειονομική περίθαλψη
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), το 65% των νοσοκομείων και το 62% των κέντρων πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας είναι πλήρως λειτουργικά στη Συρία, αφήνοντας κενά για περίθαλψη εκατομμυρίων ανθρώπων.
Περισσότερο από μια δεκαετία συγκρούσεων, ολόκληροι κλάδοι επαγγελμάτων αντιμετωπίζουν χρόνιες ελλείψεις προσωπικού, καθώς πολλοί επαγγελματίες εργαζόμενοι σκοτώθηκαν ή τράπηκαν σε φυγή.
Σχεδόν 1.000 επαγγελματίες υγείας σκοτώθηκαν στη Συρία από το 2011 έως τον Μάρτιο του 2024, δήλωσε η οργάνωση Γιατροί για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (PHR), με έδρα τη Νέα Υόρκη, οργάνωση που χρησιμοποιεί την επιστήμη και την ιατρική για να τεκμηριώσει και να κάνει εκστρατεία κατά των μαζικών φρικαλεοτήτων.
Ανθρωπιστική βοήθεια
Περίπου 16,7 εκατομμύρια Σύροι χρειάζονται βοήθεια, το υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών στη Συρία, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Μόνο το 27,3% του Σχεδίου Ανθρωπιστικής Αντίδρασης των Ηνωμένων Εθνών για τη Συρία χρηματοδοτήθηκε φέτος, δήλωσε το Γραφείο Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων του ΟΗΕ (OCHA) τον Νοέμβριο.
«Παρ’ όλο που 2 εκατομμύρια άνθρωποι χρειάζονται επειγόντως βοήθεια εν μέσω χειμώνα, το επιμέρους σχέδιο χρηματοδοτείται μόλις κατά 10%», υπογραμμίζει η OCHA. «Οι μισές εγκαταστάσεις υγείας είναι μη λειτουργικές, επηρεάζοντας 1,5 εκατομμύριο ανθρώπους και πάνω από 1 εκατομμύριο παιδιά δεν μπορούν να πάνε σχολείο», προσθέτει.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

