Κομμάτια οστών σε σπηλιές που βρίσκονται σε απόσταση εκατοντάδων χιλιομέτρων μεταξύ τους βοηθούν τους επιστήμονες να καταλάβουν πότε οι πρόγονοί μας Homo sapiens επεμείχθησαν με το συγγενικό είδος των Νεάντερταλ (Homo neanderthalensis).
Μελέτη που δημοσιεύθηκε χθες στο επιστημονικό περιοδικό Nature ανακάλυψε πως το γενετικό υλικό του Νεάντερταλ, που βρίσκεται σε όλους τους ανθρώπους με προγόνους εκτός Αφρικής, μπήκε στα σώματά μας πολύ πιο νωρίς από ό,τι νομίζουμε.
Οι σύγχρονοι άνθρωποι φαίνεται πως αντάλλασσαν γονίδια με το συγγενικό είδος για ένα διάστημα διάρκειας περίπου 7.000 ετών, με εκκίνηση πριν από περίπου 45.000 χρόνια.
Τα δεδομένα δείχνουν επίσης πως ορισμένα από τα γονίδια που απέκτησε ο άνθρωπος από τους Νεάντερταλ τον βοήθησαν να επιβιώσει, κάνοντάς τον πιο ανθεκτικό σε δύσκολες κλιματικές συνθήκες αλλά και σε ασθένειες που συνάντησε φεύγοντας από την Αφρική. Το είδος Homo sapiens εγκατέλειψε τη Μαύρη Ηπειρο πριν από περίπου 60.000 χρόνια, όμως φαίνεται πως δεν κατάφερε να επιβιώσει στις περιοχές που δεν επεμείχθη με τον Homo neanderthalensis. Τα δύο είδη επεμείχθησαν κατά κύριο λόγο στη σημερινή Μέση Ανατολή κι από εκεί οι απόγονοί τους μετανάστευσαν σε ολόκληρο τον κόσμο.
Οι Νεάντερταλ και οι σύγχρονοι άνθρωποι μοιράστηκαν την επιφάνεια της γης για χιλιάδες χρόνια. Το κατά πόσον είχαν αναπαραγωγικές σχέσεις μεταξύ τους είναι μια συζήτηση που για δεκαετίες δίχαζε την επιστημονική κοινότητα. Οι διαφωνίες τερματίστηκαν πρόσφατα, όταν οι έρευνες αποκάλυψαν πως όλοι οι άνθρωποι που ζουν σήμερα έχουν στο DNA τους ένα μικρό ποσοστό από το DNA των Νεάντερταλ, με μοναδική εξαίρεση τους ανθρώπους που κατάγονται αποκλειστικά από την υποσαχάρια Αφρική. Από τότε και μετά, οι λεπτομέρειες σχετικά με το «ρομάντζο» μεταξύ των δύο συγγενών ειδών έχει καταστεί ένα από τα βασικά ζητήματα της εξελικτικής βιολογίας του ανθρώπου, όπως εξηγεί ο Μπέντζαμιν Πέτερ, γενετιστής στο Ινστιτούτο Εξελικτικής Ανθρωπολογίας Μαξ Πλανκ στη Λειψία και εκ των συγγραφέων της μελέτης. Για να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους, οι επιστήμονες εξέτασαν το γενετικό υλικό ενός αρσενικού Homo sapiens που βρέθηκε κοντά στην κωμόπολη Ράνις της Γερμανίας και ενός θηλυκού του οποίου τα οστά ανακαλύφθηκαν σε ένα σπήλαιο της περιοχής Ζλάτι Κουν στην Τσεχία. Η ανάλυση έδειξε πως και οι δύο άνθρωποι έζησαν πριν από 45.000 χρόνια κι έτσι επρόκειτο για το αρχαιότερο γονιδίωμα Homo sapiens που καταφέρνει να αποκωδικοποιήσει η επιστήμη.
«Η εποχή της πρώτης επιμειξίας είναι πολύ νωρίτερα από ό,τι πιστεύαμε αρχικά», λέει ο Πόντους Σκόγκλουντ, εξελικτικός γενετιστής στο Ινστιτούτο Φράνσις Κρικ στο Λονδίνο. Κι αυτή δεν είναι η μόνη έκπληξη. Το DNA έδειξε ότι η γυναίκα του Ζλάτι Κουν και ο άνδρας του Ράνις ανήκαν στην ίδια εκτεταμένη οικογένεια, παρόλο που τα λείψανά τους βρέθηκαν σε απόσταση 230 χιλιομέτρων μεταξύ τους.

