Ο διορισμός του κεντρώου Φρανσουά Μπαϊρού στον πρωθυπουργικό θώκο της Γαλλίας έρχεται σε μια περίοδο βαθιάς πολιτικής αναταραχής στη χώρα και ενώ οι ανησυχίες για τη γαλλική οικονομία εντείνονται. Ενδεικτικό της κρίσης είναι πως ο Μπαϊρού είναι ο τέταρτος πρωθυπουργός που διορίζει ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν για φέτος.
Ο Μακρόν δέχεται τεράστιες πιέσεις τους τελευταίους μήνες, λόγω του διογκούμενου χρέους και του μεγάλου ελλείμματος της χώρας, που είναι αμφότερα από τα υψηλότερα στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Μόνο οι τόκοι του χρέους απορροφούν 60 δισεκατομμύρια ευρώ –όσα και οι δαπάνες της χώρας για την άμυνα– σημείωσε ο προκάτοχος της πρωθυπουργίας, Μισέλ Μπαρνιέ, προειδοποιώντας για ένα ακόμη πιο σκοτεινό οικονομικό μέλλον αν η χώρα δεν αρχίσει να λαμβάνει μέτρα για τη μείωση του χρέους της.
Εν μέσω αυτής της πολιτικής και οικονομικής κατάστασης ο Μπαϊρού καλείται τώρα να σχηματίσει ένα υπουργικό συμβούλιο ικανό να προωθήσει νομοσχέδια μέσω μιας πολυδιασπασμένης και αντιπολιτευόμενης Εθνοσυνέλευσης.

Επί του παρόντος, το πιο κρίσιμο εμπόδιο για τη νέα κυβέρνηση θα είναι να «περάσει» έναν προϋπολογισμό έκτακτης ανάγκης μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου για να αποφύγει τη διακοπή βασικών κρατικών υπηρεσιών. Ο Μπαϊρού καλείται να «περάσει» τον προϋπολογισμό χωρίς να πέσει η κυβέρνησή του. Ο προκάτοχός του, Μισέλ Μπαρνιέ, ανατράπηκε με ψήφο δυσπιστίας την περασμένη εβδομάδα και αναγκάστηκε να παραιτηθεί ύστερα από μόλις τρεις μήνες θητείας. Επρόκειτο για την πιο βραχύβια κυβέρνηση στη σύγχρονη γαλλική πολιτική ιστορία.
Θα επιβιώσει η νέα κυβέρνηση;
Οι ακριβείς πιθανότητες επιβίωσης της νέας κυβέρνησης Μπαϊρού είναι προς το παρόν ασαφείς. Η νέα κυβέρνηση, ωστόσο, αν θέλει να έχει ελπίδες, θα πρέπει να αποφύγει μια πρόταση δυσπιστίας η οποία θα υποστηρίζεται ταυτόχρονα από την Αριστερά και την Ακροδεξιά. Η τελευταία πρόταση δυσπιστίας που «έριξε» των Μπαρνιέ στηρίχθηκε και από τις δύο αυτές πλευρές του πολιτικού φάσματος στην Εθνοσυνέλευση.
Η αντίδραση του Νέου Λαϊκού Μετώπου (συμμαχία κομμάτων της Αριστεράς) υποδηλώνει εξαρχής την έλλειψη συναίνεσης μπροστά στο πρόσωπο του Μπαϊρού. Οι εκπρόσωποι της «Ανυπότακτης Γαλλίας», του βασικού δηλαδή κόμματος της συμμαχίας, απέρριψαν αμέσως τον Μπαϊρού ως «προέκταση του Μακρόν και των φιλοεπιχειρηματικών πολιτικών του».
«Η χώρα έχει δύο ξεκάθαρες επιλογές: να συνεχίσει τις ατυχείς πολιτικές με τον Φρανσουά Μπαϊρού ή να κάνει μια καθαρή ρήξη», έγραψε στο X η Ματίλντ Πανό, κορυφαία βουλευτής της «Ανυπότακτης Γαλλίας» του France Unbowed. Ορισμένοι βουλευτές, συμπεριλαμβανομένων αυτών της «Ανυπότακτης Γαλλίας», έχουν ζητήσει την παραίτηση του ίδιου του Εμανουέλ Μακρόν, καταλογίζοντάς του ευθύνες για το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο οδηγήθηκε η χώρα μετά την απόφασή του για πρόωρες εκλογές το καλοκαίρι. Ο ίδιος έχει αρνηθεί να παραιτηθεί.
Στην Ακροδεξιά, το κόμμα «Εθνικός Συναγερμός» φαίνεται να τηρεί στάση αναμονής απέναντι στη νέα κυβέρνηση. Ο πρόεδρος του κόμματος, Ζορντάν Μπαρντελά, δήλωσε ότι περιμένει να δει τις κινήσεις της κυβέρνησης Μπαϊρού. «Οι κόκκινες γραμμές μας παραμένουν», δήλωσε ο Μπαρντέλα σε δημοσιογράφους στο Παρίσι. «Η μπάλα είναι τώρα στο γήπεδο του Φρανσουά Μπαϊρού», πρόσθεσε.
Ποιος είναι ο Φρανσουά Μπαϊρού
Γεννήθηκε στις 25 Μαΐου του 1951 στο Μπορντέρ των Ατλαντικών Πυρηναίων της Γαλλίας.
Είναι αναπληρωτής καθηγητής κλασικών σπουδών και σύμβουλος πολιτικών προσώπων από το 1979. Διετέλεσε βουλευτής από το 1986 έως το 2012 και ευρωβουλευτής από το 1999 έως το 2002, ενώ είναι δήμαρχος της Πω από το 2014.
Από το 1993 έως το 1997, επί τριών δεξιών κυβερνήσεων διατέλεσε υπουργός Παιδείας. Παράλληλα, ήταν πρόεδρος διαφόρων κεντρώων κομμάτων: του Κέντρου Κοινωνικών Δημοκρατών (CDS) από το 1994 έως το 1995 και της Δημοκρατικής Δύναμης (FD) από το 1995 έως το 1998, της Ενωσης για τη Γαλλική Δημοκρατία (UDF) από το 1998 έως το 2007 και του Δημοκρατικού Κινήματος (Mouvement démocrate) από το 2007 έως σήμερα.
Εχει θέσει υποψηφιότητα σε τρεις προεδρικές εκλογές. Υποψήφιος του UDF, ήρθε τέταρτος στον πρώτο γύρο των εκλογών του 2002, με ποσοστό 6,8% των ψήφων. Το 2007 θεωρήθηκε ότι ήταν σε θέση να προκριθεί στον δεύτερο γύρο, αλλά ήρθε τρίτος με 18,6% των ψήφων. Στη συνέχεια, ίδρυσε το MoDem, το οποίο αγκυροβόλησε στο κέντρο, ενώ το UDF κατατάσσεται παραδοσιακά στην Κεντροδεξιά. Στις προεδρικές εκλογές του 2012 έλαβε ποσοστό 9,1% των ψήφων, τερματίζοντας στην πέμπτη θέση.
Αφού εγκατέλειψε τις προεδρικές εκλογές του 2017, υποστήριξε τον Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος στη συνέχεια τον διόρισε υπουργό Επικρατείας και υπουργό Δικαιοσύνης, μία θέση από την οποία παραιτήθηκε, εξαιτίας διαφωνίας με την κυβερνητική πολιτική.

