Iσως η πιο φωτογραφημένη τοιχογραφία στις Βρυξέλλες, διά χειρός του Βέλγου καλλιτέχνη Ζουλιέν Κρεβέλ –που απεικονίζει το σύνθημα «Το μέλλον είναι η Ευρώπη»–, με ζωντανά μπλε και κίτρινα χρώματα που κάλυπταν εγκαταλελειμμένο κτίριο της λεωφόρου de La Roi, που καταλήγει στην ευρωπαϊκή συνοικία, την έδρα των ευρωπαϊκών θεσμών, κατεδαφίστηκε την περασμένη Τετάρτη. Η εικόνα προκάλεσε πληθώρα σχολίων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με κάποιους, μάλιστα, να αναρωτιούνται εάν πρόκειται για κακό οιωνό για τον νέο ευρωπαϊκό θεσμικό κύκλο, που ξεκίνησε επισήμως την περασμένη Κυριακή με την ανάληψη καθηκόντων της νέας Κομισιόν.
Οι κακοί οιωνοί δεν εκλείπουν, πάντως, καθώς στην πραγματικότητα η Ευρωπαϊκή Ενωση μπαίνει για τουλάχιστον έξι μήνες σε πολιτική χειμερία νάρκη. «Μετά την κατάρρευση της γαλλικής κυβέρνησης και για όσο δεν υπάρχει νέα κυβέρνηση στο Βερολίνο, δεν μπορούμε να αναμένουμε πολλά σε επίπεδο αποφάσεων, στις Βρυξέλλες», παραδέχεται στην «Κ» Ευρωπαίος διπλωμάτης.
Η Γερμανία είναι σε προεκλογική περίοδο έως τις 23 Φεβρουαρίου, ενώ η Γαλλία ενδεχομένως να μη βγει από τη βαθιά πολιτική κρίση, ακόμη και με προκήρυξη νέων εκλογών το καλοκαίρι, εξηγεί η ίδια πηγή. Η κατάσταση «παραλύει» ουσιαστικά την Ε.Ε. σε μια κρίσιμη συγκυρία και ενώ επιστρέφει στον Λευκό Οίκο ο Ντόναλντ Τραμπ με απειλές για εμπορικό «πόλεμο» με την Ευρώπη και πιθανή μείωση της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία.
«Δεν ήρθε το τέλος»
Δεν συμμερίζονται, πάντως, όλοι την ιδέα περί παράλυσης της Ενωσης ή του πολιτικού και οικονομικού αντίκτυπου που προκαλεί η δημοσιονομική κατάσταση της Γαλλίας, παρά τις έκδηλες ανησυχίες των αγορών και δημοσιευμάτων, που μιλούν ακόμη και για κρίση χρέους στην Ευρωζώνη, κατά το ελληνικό προηγούμενο.
«Η πτώση της κυβέρνησης Μπαρνιέ δεν είναι το τέλος του κόσμου. Πολιτικά είναι επίπονη, μια και η Γαλλία δεν είναι συνηθισμένη σε τέτοιου είδους κρίσεις, αλλά η χώρα διαθέτει πρόεδρο και οι κυβερνητικές υπηρεσίες θα συνεχίσουν να λειτουργούν», σχολιάζει Ευρωπαίος διπλωμάτης, απαντώντας σχετικά με τα σενάρια που προκαλεί η πιθανότητα να μην ψηφιστεί νέος προϋπολογισμός έως το τέλος του έτους.
Ψύχραιμος έναντι δραματικών σεναρίων για την Ευρωζώνη εμφανίζεται και ο Σαντέρ Τορντουά, επικεφαλής οικονομολόγος του Centre for European Reform, στις Βρυξέλλες. «Η Γαλλία διαθέτει ισχυρή φορολογική βάση, συμπεριλαμβανομένων σημαντικού ιδιωτικού πλούτου, ισχυρών θεσμών, και δεν είναι εκτεθειμένη σε προβληματική ξένη χρηματοδότηση. Πιθανότατα δεν θα υπάρξει άμεση δημοσιονομική κρίση στο δεύτερο μεγαλύτερο κράτος-μέλος της Ε.Ε., πόσο μάλλον στην Ευρωζώνη», επισημαίνει.
«Μετά την κατάρρευση της γαλλικής κυβέρνησης και όσο δεν υπάρχει νέα κυβέρνηση στο Βερολίνο, δεν μπορούμε να αναμένουμε πολλά σε επίπεδο αποφάσεων, στις Βρυξέλλες», παραδέχεται Ευρωπαίος διπλωμάτης.
Ωστόσο, η κρίση που προκάλεσε την κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαρνιέ προκλήθηκε από τον ετήσιο προϋπολογισμό για το 2025, γεγονός που υποδηλώνει ότι θα είναι αρκετά δύσκολο για το Παρίσι να αντιμετωπίσει το υψηλό δημοσιονομικό έλλειμμα ύψους 6,2% του ΑΕΠ, καθώς και το χρέος, που θα φτάσει φέτος στο 112,7%. Πριν από λίγους μήνες, αποφασίστηκε εξάλλου ότι η Γαλλία θα μπει σε καθεστώς διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.
Ευρωπαίος διπλωμάτης επισημαίνει ότι το βασικό ερώτημα που καλείται πλέον να απαντήσει το Παρίσι είναι «πώς θα μειωθεί το έλλειμμα». Ο Τορντουά θεωρεί ότι εάν η Γαλλία δεν προχωρήσει σε έναν κατ’ ελάχιστον αυστηρό προϋπολογισμό, τότε θα υπάρξει πρόβλημα. «Το σχέδιο Μπαρνιέ προέβλεπε σημαντική σύσφιγξη του προϋπολογισμού για την επόμενη πενταετία, προκειμένου να μπει δημοσιονομική τάξη. Η αδυναμία να περάσει ένας κατ’ ελάχιστον πιο αυστηρός προϋπολογισμός για το 2025 δεν θα αποτελέσει καλό οιωνό για μείωση των ελλειμμάτων και σταθεροποίηση του χρέους, μεσοπρόθεσμα», σημειώνει.

Η κρίση στη Γαλλία έρχεται σε μια συγκυρία όπου η μεγαλύτερη πολιτική και οικονομική δύναμη της Ευρώπης κινδυνεύει να εξελιχθεί στον νέο «ασθενή» της, καθώς η ανάπτυξη στη Γερμανία προβλέπεται να κινηθεί μόνο κατά 0,7%, το 2025. Η οικονομική στασιμότητα μετά την πανδημία και οι άνευ προηγουμένου απώλειες θέσεων εργασίας θα έχουν αντίκτυπο και στις εκλογές του Φεβρουαρίου. Πληθαίνουν, μάλιστα, οι φωνές για χαλάρωση των αυστηρών κανόνων για τις δαπάνες, του λεγόμενου «φρένου χρέους», που στάθηκε βασική αιτία για την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού. Τόσο η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ όσο και το «γεράκι» της Μπούντεσμπανκ, Γιοακίμ Νάγκελ, ζητούν πλέον ευθέως μεταρρύθμιση του «φρένου χρέους». Αυτό υποδηλώνει «την ανάγκη άμεσης εύρεσης περισσότερου δημοσιονομικού χώρου, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα διαρθρωτικά προβλήματα της γερμανικής οικονομίας», αναφέρει ο Τορντουά.
Το «δυστύχημα» για τον ίδιο είναι ότι ακόμη και στο σενάριο χαλάρωσης του «φρένου χρέους» της Γερμανίας, η γαλλική κρίση «κλείνει κάθε παράθυρο ευκαιρίας» για δημοσιονομική ευθυγράμμιση των δύο μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρωζώνης, στη βάση των προηγούμενων δεσμεύσεων του Μισέλ Μπαρνιέ για αντιμετώπιση του γαλλικού ελλείμματος. Επιπλέον, ο Τορντουά εκτιμά πως εάν το Παρίσι δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί τους προϋπολογισμούς του, «τότε αποδυναμώνεται η ικανότητα της Ε.Ε. να λάβει αποφασιστικές πρωτοβουλίες σχετικά με τα κεφάλαια που απαιτούνται για ενίσχυση της άμυνας και της βιομηχανικής πολιτικής έναντι της Κίνας και του Τραμπ».
Τι κάνει η Κομισιόν;
Σε «αχαρτογράφητα νερά» κολυμπά πλέον όχι μόνον η Γαλλία, όπως έγραψε γλαφυρά στο εξώφυλλό του ο Economist, αλλά και ολόκληρη η Ε.Ε. τουλάχιστον για το επόμενο εξάμηνο. Αλλωστε, «η πολιτική αβεβαιότητα που βιώνουν Γαλλία και Γερμανία αναμένεται να περιορίσει σημαντικά την ικανότητα του «μπλοκ» να δώσει αποφασιστική απάντηση έναντι των πολλών διακρατικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει», εκτιμά ο Αλμπέρτο Αλεμάνο, καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου στο HEC, στο Παρίσι, ενώ πιστεύει ότι «κάποιοι ίσως αναμένουν από τη νέα Κομισιόν να ηγηθεί της Ενωσης. Δυστυχώς, το Κολέγιο των Επιτρόπων δεν είναι αρκετά αυτόνομο από εθνικές πρωτεύουσες, για να συμβεί αυτό».
Κάποια κράτη-μέλη, πάντως, όντως εκτιμούν ότι η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θα μπορούσε να καλύψει το κενό ηγεσίας που προκαλεί το «μπλακ άουτ» του γαλλογερμανικού άξονα, τονίζει Ευρωπαίος διπλωμάτης, φέρνοντας ως παράδειγμα την αποφασιστικότητα που επέδειξε στην πανδημία και στον πόλεμο στην Ουκρανία. Την ιδέα φαίνεται να «φλερτάρει» πρωτίστως η ίδια, καθώς έσπευσε λίγες ώρες μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαρνιέ να ταξιδέψει αιφνιδιαστικά στην Ουρουγουάη, ώστε να κλείσει τη συμφωνία με χώρες της Λατινικής Αμερικής (Mercosur) για την οποία έβρισκε σθεναρή αντίσταση από το Παρίσι. Αγνωστη παραμένει, ωστόσο, η τύχη της συμφωνίας, μετά την παράτολμη κίνησή της να αψηφήσει τον Εμανουέλ Μακρόν και μάλιστα σε στιγμή πολιτικής του αδυναμίας.
Σε κάθε περίπτωση, για τον καθηγητή Αλεμάνο, «η άβολη αλήθεια είναι ότι η Ε.Ε. δεν διαθέτει αυτόνομη ηγεσία ικανή να ενώσει τα κράτη-μέλη προς μια κοινή στρατηγική, είτε πρόκειται για προστασία της Ευρώπης από τον Τραμπ είτε για ανανέωση της υποτονικής οικονομίας της. Η έλλειψη πολιτικής αυτονομίας της Ενωσης και η περιορισμένη πολιτική ολοκλήρωση σύντομα θα αναδειχθούν το κύριο “εμπόδιο” για την υπεράσπισή της έναντι εσωτερικών και εξωτερικών προκλήσεων».
Οι αριθμοί
23% ήταν το ποσοστό αποδοχής του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, σύμφωνα με μέτρηση στις αρχές Νοεμβρίου. Το αντίστοιχο ποσοστό για τον Μισέλ Μπαρνιέ ήταν 31% πριν από την πτώση της κυβέρνησής του.
32,6% συγκεντρώνουν οι Χριστιανοδημοκράτες στις δημοσκοπήσεις ενόψει των εκλογών της 23ης Φεβρουαρίου. Δεύτερο κόμμα είναι η ακροδεξιά AfD με 18%, ενώ οι Σοσιαλδημοκράτες του Σολτς υποχωρούν στην τρίτη θέση με 15,5%.

____________________________________________________________________________________
Κεντρική Φωτογραφία: Τα γκάργκοϊλ της άρτι αναστηλωμένης Παναγίας των Παρισίων ατενίζουν τα σύννεφα που σκιάζουν τον ουρανό της ακυβέρνητης Γαλλίας, αλλά και τον ορίζοντα της Ευρώπης. (Φωτογραφία: David Juan / Getty Images)

