Εμοιαζε με σενάριο επιστημονικής φαντασίας όταν ο Εμανουέλ Μακρόν υποσχέθηκε να αποκαταστήσει την Παναγία των Παρισίων μέσα σε πέντε χρόνια από την καταστροφική πυρκαγιά του 2019 και, παράλληλα, να είναι σε θέση να επαναλειτουργήσει. Η υπόσχεση είναι πλέον γεγονός, όχι μόνο για τους Παριζιάνους αλλά και για όλο τον υπόλοιπο κόσμο, καθώς σήμερα πραγματοποιούνται τα εγκαίνια του καθεδρικού ναού, ο οποίος αύριο θα ανοίξει τις πύλες του στο ευρύ κοινό με μια λαμπερή τελετή συναυλιών και εκδηλώσεων. Το μνημείο αναμένεται να υποδεχθεί περίπου 14 εκατ. επισκέπτες μέσα στη νέα χρονιά, αριθμός που ξεπερνάει την ετήσια επισκεψιμότητα που είχε πριν από την πυρκαγιά, η οποία κυμαινόταν σε 12 εκατ. επισκέπτες σύμφωνα με τη Le Monde.
Οπως δήλωσε ο Φιλίπ Τζοστ, επικεφαλής της ειδικής ομάδας ανασυγκρότησης, στους New York Times, «η αυστηρή προθεσμία ήταν απαραίτητη», διότι κατάφερε να ενώσει περίπου 250 εταιρείες, 2.000 εργάτες και τεχνίτες από όλη τη Γαλλία, οι οποίοι ήρθαν αντιμέτωποι με το καθήκον να σώσουν το πολιτιστικό ορόσημο της χώρας, που μετράει σχεδόν 900 χρόνια ζωής. Πρόκειται για ένα ιστορικό επίτευγμα που συγκλονίζει, δεδομένων των ζημιών που προκλήθηκαν, οι οποίες, όπως υπολόγιζαν οι ειδικοί, θα μπορούσαν να αποκατασταθούν μέσα σε διάστημα δεκαετιών. Αλλωστε, το βασικό μέλημα της γαλλικής κυβέρνησης, των εκατοντάδων εταιρειών και των χιλιάδων εργαζομένων που συνέβαλαν στο εγχείρημα, δεν ήταν απλώς η ανοικοδόμηση του ναού αλλά η επαναφορά κάθε αυθεντικού στοιχείου που κατάπιαν οι φλόγες.
Η Παναγία των Παρισίων ήταν πάντα ένα έργο εν εξελίξει μέσα στους αιώνες, με το εσωτερικό και εξωτερικό της να έχει δεχθεί πολλές ανακαινίσεις και προσθήκες, με πιο διάσημη εκείνη της περιόδου 1844-1864 των Ζαν-Μπατίστ Λασού και Γιουτζίν Βιολέ λε Ντουκ. Οπως εκείνοι προσπάθησαν να μείνουν όσο πιο πιστοί γινόταν στις επιταγές του γοτθικού ρυθμού, έτσι και τώρα όλες οι προτάσεις για «εκσυγχρονισμό» κάποιων τμημάτων του ναού απορρίφθηκαν. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των 50 τσεκουριών που κατασκευάστηκαν από την αρχή, για να χαράξουν τις συμπαγείς δοκούς της κατασκευής του κτιρίου, χρησιμοποιώντας μεθόδους που χρονολογούνται στον 12ο αιώνα. Με την επιλογή των σωστών υλικών, όπως δέντρα βελανιδιάς και ογκόλιθους που ανακτήθηκαν από συγκεκριμένα λατομεία, η οροφή αλλά και ο υπόλοιπος ναός είναι πλέον όσο το δυνατόν πιο κοντά σε αυτό που υπήρχε πριν από την πυρκαγιά.
Το μεθοδευμένο σχέδιο αποκατάστασης έδωσε αντίστοιχη προσοχή και στην ακουστική του ναού, όπου σε κάθε σημείο του οι εκκλησιαστικοί ύμνοι ακούγονταν με διαφορετικό τρόπο. Για να το πετύχουν αυτό, οι υπεύθυνοι της αναστήλωσης χρησιμοποίησαν υπερσύγχρονα μέσα, ειδικές συστοιχίες μικροφώνων, αλλά και μικροσκοπικά ρομπότ που εισχώρησαν μέσα από τους αυλούς του εκκλησιαστικού οργάνου. Κύριο μέλημα ήταν ο καθαρισμός του τελευταίου, από το οποίο έπρεπε να απομακρυνθεί με τεράστια προσοχή η σκόνη μολύβδου. Οσον αφορά τα χαρακτηριστικά βιτρό παράθυρα, το καμπαναριό και τα περισσότερα έργα τέχνης, παρόλο που κατάφεραν να γλιτώσουν, υπήρχε για καιρό ο φόβος μήπως καταστραφούν εξαιτίας πιθανής αστάθειας και κατάρρευσης της κατασκευής. Ακολουθώντας μια ειδική μελέτη ο Τζοστ και η ομάδα του, που ειδικεύονται στην αποκατάσταση ιστορικών μνημείων, πέτυχαν να σταθεροποιήσουν τις νέες κατασκευές το 2021.

