Για πολλούς νέους Νοτιοκορεάτες ο βραχύβιος στρατιωτικός νόμος που κήρυξε χθες, Τρίτη, το βράδυ ο πρόεδρος της χώρας ήταν η πρώτη τους επαφή με τέτοιου είδους πολιτικές αναταράξεις, τις οποίες ωστόσο οι γονείς τους και οι παππούδες τους τις έζησαν στο πρόσφατο παρελθόν και θυμούνται καλά.
Από καταβολής του κράτους, το 1948, και καθώς η χώρα αναδυόταν από τον όλεθρο του πολέμου της Κορέας το 1950-53, οι ηγέτες της κατά καιρούς κήρυτταν στρατιωτικό νόμο που τους επέτρεπε να διατηρούν στρατιώτες, τανκς και τεθωρακισμένα οχήματα στους δρόμους ή σε δημόσιους χώρους προς αποτροπή αντικυβερνητικών κινημάτων.

Παρότι σήμερα η κήρυξη στρατιωτικού νόμου θεωρείται αδιανόητη ενέργεια σε μία δημοκρατία, αρκετοί πρόεδροι στο παρελθόν κατέφυγαν σε στρατιωτικές ακρότητες.
Η πιο πρόσφατη –και ίσως πιο διαβόητη, δεδομένου τού πώς σφράγισε τη νεότερη νοτιοκορεατική Ιστορία– πραγματοποιήθηκε το 1979, μετά τη δολοφονία του προέδρου Παρκ Τσουνκ-χε, ενός απόστρατου στρατηγού που και ο ίδιος από καιρού εις καιρόν έκανε χρήση του στρατιωτικού νόμου για την καταστολή διαδηλώσεων και αντιπολιτευόμενων.

Αμέσως μετά τη δολοφονία του Παρκ, ο στρατηγός Τσουν Ντου-Χουάν ενορχήστρωσε το δικό του πραξικόπημα. Τον Μάιο του 1980 επέβαλε στρατιωτικό νόμο απαγορεύοντας κάθε πολιτική δραστηριότητα, κλείνοντας τα σχολεία και συλλαμβάνοντας τους αντιφρονούντες.
Τις διαδηλώσεις που ξέσπασαν στην πόλη Γκουανγκτζού (Gwangju) στον νοτιοκορεατικό Νότο, ο Τσουν τις κατέστειλε άγρια στέλνοντας τεθωρακισμένα και στρατό.

Τουλάχιστον 191 άνθρωποι σκοτώθηκαν, σύμφωνα με τις επίσημες πηγές, απολογισμό που οι οικογένειες των θυμάτων θεωρούν πολύ μεγαλύτερο.

Ο Τσουν, που παρέμεινε στην εξουσία έως το 1988, χαρακτήρισε τις διαδηλώσεις της Γκουανγκτζού ως εξέγερση υποκινούμενη από Βορειοκορεάτες πράκτορες, κινούμενος δηλαδή κοντά στη ρητορική που υιοθέτησε χθες ο Γιουν Σουκ Γέολ.
Ωστόσο οι κινητοποιήσεις αυτές αποτέλεσαν ορόσημο στη δημοκρατική μετάβαση της Νότιας Κορέας, και πολλοί πολίτες έχουν ταχθεί υπέρ μιας αναθεώρησης του Συντάγματος που θα τιμά τη σημασία τους για τη χώρα.

Το 1996, ο Τσουν και ακόμη ένας πρώην στρατηγός, ο παιδικός του φίλος Ροχ Τάε-γου, που στήριξε το πραξικόπημα και με συνοπτικές διαδικασίες ανέλαβε την εξουσία το 1988, διώχθηκαν ποινικά για το πραξικόπημα του 1979 και την αιματηρή καταστολή που το διαδέχτηκε.

Ο Κιμ Γιουνγκ-σαμ, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος από το 1993 έως το 1998, είχε δηλώσει πως οι δικαστικές αυτές υποθέσεις σηματοδοτούν μια νέα εποχή συνταγματικής τάξης για την Κορέα. Ωστόσο ήταν ο ίδιος που χορήγησε χάρη και στους δύο άνδρες τον επόμενο χρόνο, μια κίνηση που, όπως υποστήριξε, αποσκοπούσε στην εθνική συμφιλίωση.
Πηγή: New York Times, Guardian

