Ο Ντόναλντ Τραμπ ζήτησε από δικαστή της πολιτείας της Νέας Υόρκης να απορρίψει την ποινική υπόθεση για την οποία καταδικάστηκε τον Μάιο και αφορά 34 κακουργήματα σχετικά με τις πληρωμές που κατέβαλε στην ηθοποιό ταινιών ενηλίκων, Στόρμι Ντάνιελς, προκειμένου να μην αποκαλυφθεί η σχέση τους, επικαλούμενος την εκλογή του στην προεδρία των ΗΠΑ.
Ο δικαστής Χουάν Μέρτσαν, εν όψει των εκλογών, είχε καθυστερήσει την προγραμματισμένη καταδίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις 26 Νοεμβρίου επ’ αόριστον, ώστε να του δώσει την ευκαιρία να ζητήσει ακύρωση της διαδικασίας, καθώς σύμφωνα με την πολιτική του υπουργείου Δικαιοσύνης, από τη δεκαετία του 1970, παύονται οι διώξεις εναντίον προέδρων των ΗΠΑ, ώστε να μπορούν να ασκούν απερίσπαστοι τα καθήκοντά τους.
Ωστόσο, τα μέλη της εισαγγελίας του Μανχάταν έχουν δηλώσει ότι θα αντιταχθούν στο αίτημα απόρριψης της υπόθεσης και θα δώσουν την απάντησή τους έως τις 9 Δεκεμβρίου.
Η υπόθεση αφορά πληρωμή 130.000 δολαρίων που έκανε ο πρώην δικηγόρος του Τραμπ, Μάικλ Κοέν, στην ηθοποιό ταινιών ενηλίκων Στόρμι Ντάνιελς για να εξαγοράσει τη σιωπή της πριν από τις εκλογές του 2016 σχετικά με μια σεξουαλική επαφή που είπε ότι είχε μια δεκαετία νωρίτερα με τον Τραμπ, την οποία ο ίδιος αρνείται.
Δικαστήριο του Μανχάταν έκρινε τον Τραμπ ένοχο για παραποίηση επιχειρηματικών αρχείων, ώστε να καλύψει την πληρωμή και ήταν η πρώτη φορά που πρόεδρος των ΗΠΑ -πρώην ή εν ενεργεία- καταδικάστηκε ή κατηγορήθηκε για ποινικό αδίκημα.
Ο Τραμπ δήλωσε αθώος στην υπόθεση, την οποία προσπάθησε να παρουσιάσει ως μια πολιτικά υποκινούμενη απόπειρα του δικαστή Μπραγκ, Δημοκρατικού, να παρέμβει στην προεδρική του εκστρατεία.
Στις ΗΠΑ, η παραποίηση επαγγελματικών αρχείων τιμωρείται με φυλάκιση έως τέσσερα χρόνια. Πριν εκλεγεί, ειδικοί εκτιμούσαν ότι ήταν απίθανο -αλλά όχι αδύνατο- ο Τραμπ να βρεθεί αντιμέτωπος με φυλάκιση και ότι πιο πιθανές ποινές θα ήταν το πρόστιμο ή φυλάκιση με αναστολή.
Η νίκη του Τραμπ επί της Δημοκρατικής Αντιπροέδρου Καμάλα Χάρις στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου κατέστησε την προοπτική της επιβολής ποινής φυλάκισης ή αναστολής ακόμη πιο απίθανη.
Πηγή: Reuters

