Αυτή τη φορά δεν φταίει το ιδιόμορφο εκλογικό σύστημα των ΗΠΑ – εκτός από τη νίκη, ο Τραμπ εξασφάλισε την ψήφο της πλειοψηφίας των Αμερικανών, το οποίο μας γλιτώνει από πολλά «τι θα είχε συμβεί αν…», αλλά δημιουργεί πολλά περισσότερα «τι θα συμβεί τώρα». Πέρα από τα σενάρια που έχουν αναλυθεί επί μακρόν, από ελληνικά και διεθνή Μέσα, για το τι σημαίνει η επανεκλογή του για τη δημοκρατία στην Αμερική και τις γεωπολιτικές ισορροπίες στον κόσμο, αξίζει να σκεφτούμε τι σημαίνει ο μηχανισμός μέσω του οποίου φτάσαμε σε αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα για τις γυναίκες στις ΗΠΑ και αλλού.
Πρώτα απ’ όλα: οι Αμερικανοί (με σκόπιμη χρήση, εδώ, του έμφυλου λόγου) προτιμούν να τους κυβερνάει ένας επικίνδυνος και χυδαίος άνδρας από οποιαδήποτε γυναίκα. Η μοναδική εκλογική αναμέτρηση που έχει χάσει ο Τραμπ ήταν εκείνη στην οποία είχε απέναντί του έναν άνδρα και αυτό λέει πολλά για την κατάσταση της έμφυλης ισότητας στη χώρα, αλλά και για το πόσο πρόκειται να χειροτερέψει αυτή τα επόμενα χρόνια.
Ως άτομα, ως πολίτες, ως ψηφοφόροι, τα καταφέρνουμε πολύ καλά στο να δικαιολογούμε μεμονωμένες επιλογές μας ως ορθολογικές, ακόμη και όταν αυτές επηρεάζονται στην πραγματικότητα από βαθιά ριζωμένες έμφυλες (ή άλλες) προκαταλήψεις. Λέμε: «Εγώ δεν έχω πρόβλημα να ψηφίσω γυναίκα, αλλά αυτή η γυναίκα δεν είναι κατάλληλη». Και κοιμόμαστε ήσυχες και ήσυχοι, μέχρι κάποιος ή κάτι να μας φέρει αντιμέτωπους με το ότι ποτέ, τελικά, δεν θεωρήσαμε κάποια γυναίκα κατάλληλη για την ψήφο μας –πράγμα που λέει περισσότερα για τις δικές μας προκαταλήψεις παρά για τις ικανότητες των γυναικών που προσπάθησαν να σπάσουν αυτό το αόρατο φράγμα.
Υπάρχει, όμως, και η διάσταση του έμφυλου χάσματος στην ψήφο, η οποία αποκαλύπτει ακόμη βαθύτερα και πιο προβληματικά φαινόμενα για την κοινωνία της Αμερικής, αλλά και πολλών ακόμη χωρών του ανεπτυγμένου κόσμου.
Το έμφυλο χάσμα στην ψήφο είναι η διαφορά μεταξύ του ποσοστού γυναικών και ανδρών που ψηφίζουν έναν ή μία υποψήφιο/α, συνήθως τον νικητή ή τη νικήτρια των εκλογών. Πρόκειται, φυσικά, για ένα πρόσφατο σχετικά φαινόμενο: από την αναγνώριση της ψήφου των γυναικών έως την εδραίωση του γυναικείου κινήματος, ήταν πολύ δύσκολο, έως ανήκουστο, μια γυναίκα να ψηφίσει διαφορετικά απ’ ό,τι οι άνδρες της οικογένειάς της.
Στην Αμερική, σε κάθε προεδρική εκλογή από το 1980, μεγαλύτερο ποσοστό γυναικών από ανδρών έχουν προτιμήσει τον ή την υποψήφιο/α των Δημοκρατικών, με τη διαφορά να κυμαίνεται από 4 έως 12 μονάδες.
Το 2016 το έμφυλο χάσμα ήταν από 8% έως 11%, ανάλογα με το exit poll. Το 2020, από 9% έως 12%. Στις φετινές εκλογές, με βάση τα μέχρι τώρα στοιχεία, το χάσμα θα ξεπεράσει το 10% και, για τις νέες γυναίκες, αγγίζει το 26%. Ακόμη και οι «κόκκινες» Αριζόνα και Βόρεια Καρολίνα εμφανίζουν χάσμα πάνω από 3%, υπέρ της Χάρις από τις γυναίκες. Ξέρετε τι σημαίνει αυτό: ότι πάρα πολλοί άνδρες ψήφισαν Τραμπ – τόσοι, που κανένα έμφυλο χάσμα δεν μπορεί να αντισταθμίσει.
Ο λόγος είναι, σε μεγάλο βαθμό, η δυσπιστία απέναντι σε μια υποψήφια γυναίκα πρόεδρο που περιγράψαμε πιο πάνω. Είναι, όμως, και ένας ακόμη: από τα 6-7 κοινωνικά πεδία στα οποία οι πολιτικές του Τραμπ αναμένεται να προκαλέσουν οπισθοχώρηση και καταστροφή, τουλάχιστον τέσσερα είναι ζητήματα που έχουν απασχολήσει έντονα τις γυναίκες και τις θηλυκότητες της Αμερικής τις τελευταίες δεκαετίες – οι αμβλώσεις και η πρόσβαση στην αντισύλληψη, η υποστήριξη της φροντίδας βρεφών και παιδιών, ώστε να μπορούν οι γονείς τους να συνεχίσουν να εργάζονται, η οπλοκατοχή και τα ΛΟΑΤΚΙ+ ζητήματα. Η νίκη του Τραμπ, ιδιαίτερα μεταξύ του ανδρικού πληθυσμού, δείχνει ότι στα συγκεκριμένα ζητήματα οι προοδευτικές επιλογές τρομάζουν τους άνδρες. Και η τάση αυτή είναι πιο επικίνδυνη ακόμη και από την εξαιρετική μας ικανότητα να δικαιολογούμε παράλογες επιλογές μας ως ορθολογικές.
* Η κ. Στέλλα Κάσδαγλη είναι συγγραφέας, συνιδρύτρια Women On Top & inc.lude.

