Τη στιγμή που γράφεται το κείμενο, δεν έχουν καταμετρηθεί όλες οι ψήφοι σε τουλάχιστον τέσσερις πολιτείες. Αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Γιατί ο Ντόναλντ Τζ. Τραμπ έχει κερδίσει τις εκλογές ήδη. Θα είναι ο 47ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, ο 78χρονος λευκός άνδρας που θα αντικαταστήσει τον 81χρονο λευκό άνδρα, σε μια χώρα τόσο βαθιά διχασμένη (και βαριά οπλισμένη) που χρειάστηκαν προστατευτικά κάγκελα παντού στην Ουάσιγκτον για να αποτρέψουν μια επανάληψη των γεγονότων της 6ης Ιανουαρίου. Οι περισσότεροι περάσαμε τη νύχτα ανανεώνοντας την κεντρική σελίδα των New York Times, βλέποντας τις πολιτείες να κοκκινίζουν η μία μετά την άλλη, από δεξιά προς τα αριστερά καθώς έκλειναν οι κάλπες (η ανατολική με τη δυτική ακτή έχουν 3 ώρες διαφορά). Από τις 22.30 το βράδυ, η περίφημη «βελόνα» των προβλέψεων των NYT έδινε 82% πιθανότητες στον Τραμπ. Κάτι αδιανόητο – αλλά προβλέψιμο. Αυτή δεν είναι απλώς η νίκη των Ρεπουμπλικανών, αλλά μια συντριπτική ήττα των Δημοκρατικών που έχουν απογοητεύσει και αποξενώσει τόσο πολύ τους ψηφοφόρους τους, ώστε δεν κατάφεραν να επικρατήσουν απέναντι σε έναν υποψήφιο καταδικασμένο σε κακουργήματα, με περισσότερες δίκες να εκκρεμούν, ανοιχτά ρατσιστή, ομοφοβικό, με 28 καταγγελίες σεξουαλικής παρενόχλησης, έξι χρεοκοπίες –έτσι για να αναφέρουμε λίγα από τα στοιχεία που έσπευσε να μοιραστεί το περιοδικό Vanity Fair στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μόλις τα νέα έγιναν επίσημα.
Το κόμμα των Δημοκρατικών, με υποψήφια την αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις, ήρθε με μια εκστρατεία χωρίς σαφή οικονομικά πλάνα, μόνο αόριστες υποσχέσεις ότι θα υποστηρίξει τη μεσαία τάξη, έχοντας εξοργίσει το κοινό χρηματοδοτώντας μια γενοκτονία με δισεκατομμύρια από τα χρήματα των φορολογουμένων, όταν η διαρκής απάντηση για τα ερωτήματα των δυσβάσταχτων εκπαιδευτικών δανείων, της περίθαλψης και των εκατομμυρίων παιδιών που ζουν άστεγα στη χώρα είναι ότι απλώς δεν υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα χρήματα για να λυθούν. Στηρίχτηκαν πολύ στα identity politics, μια προσέγγιση που δεν είχε πιάσει ούτε με την υποψήφια Χίλαρι Κλίντον. Και απέτυχαν.
Για εμάς, που έχουμε ήδη περάσει μια τετραετία προεδρίας του Τραμπ και βλέπουμε καθημερινά νέα για γυναίκες στις νότιες πολιτείες που πεθαίνουν ή ακρωτηριάζονται γιατί οι γιατροί δεν μπορούν να τους παρέχουν την περίθαλψη που χρειάζονται λόγω νομικών κυρώσεων μετά την ανατροπή της περίφημης απόφασης του ανωτάτου δικαστηρίου, Roe vs Wade –κάτι που είχε υποσχεθεί ο Τραμπ και υλοποίησε στην προηγούμενη θητεία του– αυτή είναι μια βαθιά ανησυχητική εξέλιξη. Σε τόσα πολλά επίπεδα. Και κυρίως, στην απορία τι ακριβώς πήγε στραβά και εκατομμύρια άτομα με δικαίωμα ψήφου δεν θεώρησαν «dealbreaker» τίποτα από όσα φέρνουν οι Ρεπουμπλικανοί μαζί τους, τόσο στην προεδρία όσο και την Γερουσία.
Εδώ, στην πολιτεία του Μίσιγκαν, μια από τις κρίσιμες αμφίρροπες πολιτείες στις τελευταίες εκλογές, έχει καταμετρηθεί περίπου το 95% των ψήφων και δίνουν ελάχιστο προβάδισμα στον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο Μάικ Ρότζερς. Καθώς η πολιτεία αυτή έχει ένα από τα μεγαλύτερα δημόσια πανεπιστήμια της χώρας, υπάρχουν πολλές ανησυχίες για το τι θα σημαίνει η αλλαγή πλεύσης για την πολιτειακή χρηματοδότηση της εκπαίδευσης, την ελευθερία του λόγου στην ακαδημαϊκή κοινότητα, την έρευνα για την κλιματική αλλαγή, τη συνέχιση του διαλόγου σε μια χώρα που χρειάζεται όσο τίποτα άλλο μια φωνή λογικής αυτή τη στιγμή.
Η εξουσία του προέδρου στο αμερικανικό πολίτευμα είναι πολύ πιο ισχυρή και καθολική από το δικό μας. Διορίζει τα μέλη στο Ανώτατο Δικαστήριο, ελέγχει τα πυρηνικά όπλα, αποφασίζει τους διπλωματικούς απεσταλμένους στο εξωτερικό – για να αναφέρουμε κάποια από αυτά. Και η δύναμη αυτή είναι τώρα στα χέρια του Ντόναλντ Τραμπ, πάλι.
* Η κ. Γιώτα Ταχταρά είναι δημοσιογράφος, υπεύθυνη Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν.

