Να δείξει η Τουρκία ότι ανήκει στο ΝΑΤΟ

Η Τουρκία αποκλείστηκε από το πρόγραμμα μαχητικών αεροσκαφών F-35 λόγω των ενεργειών της που υποστήριζαν τη Ρωσία και ήταν αντίθετες με τις αρχές του ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ έθεσαν σαφή όρια με τον αποκλεισμό της Τουρκίας και την ακύρωση των παραγγελιών αεροσκαφών

6' 15" χρόνος ανάγνωσης

Η Τουρκία αποκλείστηκε από το πρόγραμμα μαχητικών αεροσκαφών F-35 λόγω των ενεργειών της που υποστήριζαν τη Ρωσία και ήταν αντίθετες με τις αρχές του ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ έθεσαν σαφή όρια με τον αποκλεισμό της Τουρκίας και την ακύρωση των παραγγελιών αεροσκαφών.

Τώρα βρισκόμαστε πάλι στο σημείο μηδέν: η κυβέρνηση Μπάιντεν φαίνεται αποφασισμένη να αναζητήσει κάθε πιθανό τρόπο να επαναφέρει την Τουρκία στο πρόγραμμα των F-35. Ο κόσμος το αντιλήφθηκε στις αρχές του 2024, όταν η τότε αναπληρώτρια υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Βικτόρια Νούλαντ, δήλωσε: «Εάν μπορέσουμε να επιλύσουμε το θέμα των S-400, πράγμα που θα θέλαμε, οι ΗΠΑ θα ήταν ευτυχείς να καλωσορίσουν την Τουρκία πίσω στην οικογένεια των F-35».

Νέες αποκαλύψεις δείχνουν τώρα ότι ανώτεροι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπάιντεν επισκέφθηκαν την Τουρκία και συναντήθηκαν με αξιωματούχους του Ερντογάν για να εξετάσουν τρόπους επανένταξης της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35. Οι διαπραγματεύσεις επικεντρώθηκαν στο αίτημα προς την Τουρκία να τοποθετήσει το απόθεμα των S-400 στο αμερικανικό τμήμα της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ, τη βάση του ΝΑΤΟ στη νοτιοανατολική Τουρκία.

Η προοπτική να αποκτήσουν οι ΗΠΑ τον έλεγχο των ρωσικών S-400 που έχει στην κατοχή της η Τουρκία είναι απίθανο να συμβεί. Θα απαιτούσε από την Τουρκία να παραδώσει τον ρωσικό στρατιωτικό εξοπλισμό της στις ΗΠΑ, επιτρέποντας στους Αμερικανούς να αναλύσουν την πλατφόρμα, να εντοπίσουν τα τρωτά σημεία της και να μοιραστούν αυτές τις πληροφορίες με τους συμμάχους τους. Μια τέτοια κίνηση δεν θα ήταν αρεστή στον Πούτιν, ο οποίος πιθανότατα θα προέβαινε σε αντίποινα κατά της Τουρκίας. Και μόνο η ύπαρξη αυτού του διλήμματος για έναν σύμμαχο όπως η Τουρκία πρέπει να εγείρει σοβαρές ανησυχίες. Γιατί ένας σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και στρατηγικός εταίρος των Ηνωμένων Πολιτειών να ανησυχεί μήπως προκαλέσει αναστάτωση στη Μόσχα;

Ακόμη κι αν μπορούσε να επιτευχθεί μια τέτοια συμφωνία, θα ήταν ουσιαστικά μια ανταλλαγή τεχνολογίας. Η Τουρκία επιδιώκει την απόκτηση των F-35 και των κινητήρων της GE Aerospace που έχει ζητήσει πρόσφατα, με στόχο να πραγματοποιήσει αντίστροφη ανάλυση της αμερικανικής τεχνολογίας και να ενισχύσει την ανάπτυξη των δικών της μαχητικών αεροσκαφών. Η επανένταξη της Αγκυρας στο πρόγραμμα των F-35 δεν θα σηματοδοτούσε πραγματικά την επιστροφή της Τουρκίας στη δυτική «οικογένεια». Αντίθετα, θα της προσέφερε τη δυνατότητα να ανταγωνίζεται τις αμυντικές βιομηχανίες των επίσημων συμμάχων της, ενώ θα ενίσχυε και την «ανεξάρτητη» (δηλαδή, ανένταχτη) εξωτερική της πολιτική.

Αλλες αναφορές λένε ότι η Αγκυρα πρότεινε τη μόνιμη φύλαξη των συστημάτων S-400 σε τουρκική αποθήκη και τη δυνατότητα να μπορούν αξιωματούχοι των ΗΠΑ να εξακριβώνουν ότι τα συστήματα δεν θα είναι επιχειρησιακά. Εάν οι ΗΠΑ συμφωνούσαν σε αυτό, θα ήταν μια καταστροφική απόφαση. Τι θα συνέβαινε αν ο Ερντογάν ή μια μελλοντική τουρκική κυβέρνηση αποφάσιζαν να εγκαταλείψουν αυτή τη συμφωνία και να ενεργοποιήσουν το σύστημα S-400; Ποιες θα ήταν οι συνέπειες εάν η Τουρκία είχε ταυτόχρονα προμηθευτεί τα F-35;

Προτού όποια αμερικανική κυβέρνηση εξετάσει δημιουργικούς τρόπους για την προμήθεια F-35 στην Τουρκία, ας θυμηθούμε τι αντιπροσωπεύει η Τουρκία του Ερντογάν.

Η επανένταξη της Αγκυρας στο πρόγραμμα των F-35 θα της προσέφερε τη δυνατότητα να ανταγωνίζεται τις αμυντικές βιομηχανίες των συμμάχων της, ενώ θα ενίσχυε και την εξωτερική της πολιτική.

Πρόκειται για την Τουρκία που επέλεξε να αγοράσει πυραύλους S-400 από τη Ρωσία του Πούτιν, μια κίνηση που απειλεί άμεσα την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα του ΝΑΤΟ. Για την ίδια Τουρκία που υπερασπίζεται και υποστηρίζει ανοιχτά τη Χαμάς και είναι το μόνο μέλος του ΝΑΤΟ που το κάνει. Την ίδια Τουρκία που έχει εμπλακεί σε αποστολές υλικών που υποστηρίζουν άμεσα τις πολεμικές προσπάθειες της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Την ίδια Τουρκία που φιλοδοξεί να ενταχθεί σε οργανισμούς όπως οι BRICS και ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO), που έχουν μοναδικό σκοπό να υπονομεύσουν την παγκόσμια τάξη που βασίζεται σε κανόνες, και των οποίων ηγούνται η Ρωσία και η Κίνα. Είναι η ίδια Τουρκία που απειλεί συστηματικά συμμάχους στο ΝΑΤΟ, όπως η Ελλάδα, με εδαφικές διεκδικήσεις και μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Ε.Ε.), όπως η Κύπρος. Γιατί η αμερικανική κυβέρνηση είναι τόσο αποφασισμένη να εντάξει μια χώρα που είναι ουσιαστικά σύμμαχος μόνο κατ’ όνομα, σε ένα στρατηγικό αμυντικό πρόγραμμα;

Η πρόταση των αξιωματούχων της κυβέρνησης να στεγάσει η Τουρκία τους S-400 στο αμερικανικό τμήμα της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ δεν προσφέρει επαρκή θεμέλια για την επανένταξή της στο πρόγραμμα των F-35. Επίσης, δεν είναι το μοναδικό βήμα που μπορεί να γίνει. Μια καλύτερη εναλλακτική λύση για την Τουρκία θα ήταν να παραχωρήσει στις ΗΠΑ μια συστοιχία S-400 για μελέτη και αντίστροφη ανάλυση, και να διαθέσει το υπόλοιπο απόθεμά της στον συνεχιζόμενο αγώνα της Ουκρανίας κατά της Ρωσίας. Τέτοιες ενέργειες δεν θα πρέπει να θεωρούνται επαρκής λόγος για την άμεση επανένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35. Αντιθέτως, θα πρέπει να θεωρηθούν ως ένα πρώτο βήμα για τη δημιουργία ενός προγράμματος παρακολούθησης, προκειμένου να αξιολογηθεί αν η Αγκυρα επιθυμεί και δεσμεύεται να είναι μέλος του ΝΑΤΟ. Απλώς δεν υπάρχει εναλλακτική λύση για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας της Αγκυρας από τους συμμάχους της και αυτό θα πάρει χρόνο.

Η οικοδόμηση εμπιστοσύνης δεν προκύπτει από τη μια μέρα στην άλλη, επειδή έγιναν κάποιες μικρές ενέργειες. Είναι μια αρχή για να διαπιστωθεί εάν η Τουρκία εκτιμά πραγματικά τα βασικά συμφέροντα ασφαλείας της διατλαντικής συμμαχίας. Πρέπει να ακολουθήσουν σοβαρά μέτρα για να τερματιστούν όλες οι φιλοδοξίες της να ενταχθεί στις BRICS και την SCO. Δεν μπορεί να είναι αποδεκτό να ενταχθεί η Τουρκία σε μια συμμαχία ασφαλείας με χώρες όπως η Ρωσία, το Ιράν και η Κίνα, ενώ παράλληλα καλείται να επιστρέψει στο πρόγραμμα των F-35. Η Τουρκία πρέπει επίσης να καταβάλει προσπάθειες για να αποδεσμευτεί από την οικονομία της Ρωσίας σε περίοδο πολέμου. Το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ έχει ήδη επιβάλει κυρώσεις σε δεκάδες τουρκικές εταιρείες και ιδιώτες που υποστηρίζουν τον Πούτιν και αυτό πρέπει να σταματήσει.

Η Τουρκία πρέπει και πάλι να χαράξει μια σοβαρή πορεία προς την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Πρέπει να συνταχθεί με τους συμμάχους της και να επιβάλει αυστηρότερα και πιο τιμωρητικά μέτρα κατά των παράνομων πολεμικών προσπαθειών της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας, ξεκινώντας με την ένταξή της στο καθεστώς κυρώσεων κατά της Μόσχας. Πρέπει να αποδείξει με συνέπεια ότι δεν ανταγωνίζεται άλλα μέλη του ΝΑΤΟ, όπως η Ελλάδα, και χώρες της Ε.Ε., όπως η Κύπρος. Πρέπει να ζητήσει συγγνώμη για την πολυετή υποστήριξη τρομοκρατικών δικτύων τζιχαντιστών στην περιοχή, αρχής γενομένης από τη Χαμάς, αλλά και τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και παραστρατιωτικές οργανώσεις τζιχαντιστών, όπως ο ISIS στη Συρία και το Ιράκ. Τέτοιες οντότητες, οι οποίες έχουν γραφεία και προσωπικό εντός της Τουρκίας, πρέπει να διαλυθούν και οι πράκτορές τους να εκδοθούν στις αντίστοιχες χώρες για να αντιμετωπίσουν τη δικαιοσύνη για τα εγκλήματά τους. Η Αγκυρα πρέπει να αποκαλύψει και να αποδεσμευθεί από κάθε τρόπο με τον οποίο υποστηρίζει τέτοιες οντότητες.

Οποιαδήποτε συζήτηση σχετικά με την απόκτηση από την Τουρκία αμερικανικών αμυντικών εξοπλισμών πρέπει να ξεκινήσει με τη συμμόρφωση της Αγκυρας τόσο με το γράμμα όσο και με το πνεύμα της Πράξης περί Αντιμετώπισης των Εχθρών της Αμερικής μέσω Κυρώσεων (CAATSA). Η προηγμένη αμερικανική τεχνολογία προορίζεται για την προστασία της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ και θα πρέπει να μοιράζεται μόνο με τους πιο αφοσιωμένους συμμάχους και εταίρους της Ουάσιγκτον. Η Τουρκία δεν πληροί αυτό το κριτήριο.

Ο κ. Τάιλερ Στέιπελτον είναι διευθυντής σχέσεων με το Κογκρέσο στην FDD Action.

O κ. Σινάν Σίντι είναι εξωτερικός ανώτερος συνεργάτης στο Ιδρυμα για την Υπεράσπιση των Δημοκρατιών (FDD).

Και οι δύο συνεργάζονται με το Κέντρο Οικονομικής και Χρηματοοικονομικής Ισχύος (CEFP) και το Κέντρο Πολιτικής και Στρατιωτικής Ισχύος (CMPP) του FDD. Ακολουθήστε τους στο X @SinanCiddi και @Ty_D_Stapleton.

Ο κ. Εντι Ζεμενίδης είναι εκτελεστικός διευθυντής του Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (HALC).

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT