Από όσο ξέρω οι πίνακες των παλιών, κλασικών ζωγράφων μοιάζουν ακίνητοι έτσι αναρτημένοι, καθώς είναι στους τοίχους των μουσείων, μέσα στις χρυσές, στολισμένες κορνίζες τους ή καρφωμένοι σαν πεταλούδες σε ένα λεύκωμα. Κι όμως να ‘μαι εδώ στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου, κοιτάζοντας ορισμένα από τα μεγαλύτερα έργα τέχνης στον κόσμο, να πηδούν από τον τοίχο στο πάτωμα, να χορεύουν από αίθουσα σε αίθουσα, να πηγαίνουν εδώ κι εκεί σαν αυλικοί σε κάποιο μεγάλο ανάκτορο.
Πριν από σχεδόν τέσσερις αιώνες, ο Ντιέγκο Βελάσκεθ ζωγράφισε τους θεούς του κλασικού κόσμου, σαν να ήταν άνθρωποι αληθινοί. Απεικόνισε τον Αρη, τον θεό του πολέμου, την Αφροδίτη, τη θεά που τον αγάπησε και τον Ηφαιστο, τον απατημένο σύζυγο, σαν να ήταν πρόσωπα μιας τραγικοκωμωδίας αλλά κοιτάζοντάς τους με συμπάθεια. Ισως, η ικανότητά του να αποδίδει με τέτοια οξυδέρκεια τις αποτυχίες των θεών, να προήλθε από τη θητεία του ως ζωγράφου του βασιλιά της Ισπανίας, ζώντας από τόσο κοντά τη μελαγχολία και την ειρωνεία της βασιλικής οντότητας. Τα πορτρέτα του Φίλιππου Δ΄ και του υπουργού του Ολιβάρες, των πριγκιπισσών και των νάνων διακρίνουν την αδυναμία μέσα στις βασιλικές και στις κοινές μορφές, μαζί με μια ανθρωπιά και ένα πάθος που δίκαια κατέστησαν τον Βελάσκεθ έναν από τους πιο τιμημένους ζωγράφους στην ιστορία.
Είναι ένας από τους πιο φυσικούς, αυθόρμητους ζωγράφους που έζησαν ποτέ, ένας που προφανώς δεν χρειάστηκε να διδαχθεί και που μαζί με κάποιους άλλους καλλιτέχνες του 17ου αιώνα (ο Βερμέερ και ο Καραβάτζο έρχονται πρόχειρα στον νου) συμμερίζεται την πηγαία, αψεγάδιαστη ικανότητα να απεικονίζει τον κόσμο όπως είναι. Και όμως μοιάζει περισσότερο με τους συγχρόνους του του μπαρόκ, τον Ρέμπραντ και τον Ρούμπενς στην επιθυμία του να ανυψωθεί στο επίπεδο του «ζωγράφου της ιστορίας» εκείνου που αποδίδει με σοβαρότητα μεγάλες ιστορίες και μύθους. Αυτή η ένταση μεταξύ του γήινου ρεαλισμού και του αιθέριου μεγαλείου, κάνει τον Βελάσκεθ να ξεχωρίζει, να είναι μόνος του μια τάξη. Και η έκθεση τώρα τούτων των έργων του, στην Εθνική Πινακοθήκη, σαφέστατα καταδείχνει πώς αυτός ο, αρχικά, ζωγράφος των δρόμων της Σεβίλλης, εξελίχθηκε σε ένα ζωγράφο – φιλόσοφο.
Τώρα σε μια σουίτα μεγάλων αιθουσών του μουσείου πάνω από την Τραφάλγκαρ Σκουέαρ, βλέποντας τα έργα του να βγαίνουν από τις συσκευασίες τους και αναρτώνται στους τοίχους, διαισθάνομαι πως πρόκειται για ένα από τα σπουδαιότερα καλλιτεχνικά γεγονότα εδώ και καιρό.
Οι νάνοι
Τα μάτια μου πέφτουν στον Φραντσίσκο Λεθκάνο, ένας από τους νάνους που ζωγράφισε ο Βελάσκεθ, οι οποίοι ζούσαν στην ισπανική αυλή. Η πρακτική αυτή δεν ήταν ασυνήθιστη στην Ισπανία. Ολες οι αναγεννησιακές και μπαρόκ αυλές διατηρούσαν άτομα χαμηλού αναστήματος ως υπηρέτες· για να παίξουν μαζί τους τα παιδιά και να τονίζεται απέναντι στη δική τους ατέλεια, η τελειότητα του μονάρχη. Ο Μαντένια ζωγράφισε τους νάνους της οικογένειας Γκοντζάγκα στο Παλάτσο Ντουκάλε, της Μάντουα. Αλλά κοιτάζοντας τον Φρανσίσκο Λεθκάνο το ιστορικό πλαίσιο υποχωρεί. Είναι μια εικόνα με βαθιά μοναξιά, ένα απομονωμένο ανθρώπινο ον, με κάποιο κύρος και πολλή συγκίνηση. Ο Βελάσκεθ εγκολπώνει μέσα σε ένα πρόσωπο όλη την κοινωνία της εποχής του· στην άλλη άκρη του δωματίου, κοντά στο τραπέζι βρίσκεται μια μαύρη υπηρέτρια ή σκλάβα και δίπλα της κρέμεται μια ζωγραφιά, με μαγειρεμένο τσίλι στο πρόσθιο μέρος της, ένα προϊόν από την ισπανική αυτοκρατορία της Αμερικής.
Γιατί γράφω γι’ αυτήν την έκθεση, ενώ ακόμη ετοιμάζεται, αντί να περιμένω μέχρι να ολοκληρωθεί η παρουσίασή της; Επειδή θέλω να έρθω σωματικά κοντά στα έργα, τόσο τουλάχιστον όσο ένας κριτικός μπορεί και να διαπεράσω με τα μάτια τους πίνακες, τα χρώματα και τα υλικά τους. Ο Βελάσκεθ είναι για μένα μια θεϊκή μεγαλοφυΐα και τον προσεγγίζω κάπως θρησκευτικά, μια προσέγγιση που με κάνει να παραβλέπω τις επιστημονικές μεθόδους των κλασικών ζωγράφων· τις ακτίνες Χ και την υπέρυθρη φωτογραφία που χρησιμοποιούν τα μουσεία για να αναλύσουν τους πίνακες και τις παρεμβάσεις των αναστηλωτών που εξαρτώνται από τέτοια μέσα και εργαλεία.
Η τέχνη δεν είναι αιθέρια. Υπάρχει μέσα σε ένα φυσικό χώρο. Οι αποσκευές που φέρανε τα έργα, ήρθανε από μακριά, την Ισπανία, την Αυστρία, τις ΗΠΑ, αλλά και από πολύ κοντά, από τη συλλογή του Δούκα του Γουέλιγκτον, στο Νο1 του Χάιντ Παρκ.
Λίγο καιρό πριν, είδα έναν πίνακα της έκθεσης, Λα Τέλα Ρεάλ, στο εργαστήρι της Εθνικής Πινακοθήκης όπου γίνονταν οι εργασίες αποκατάστασης, ειδικά γι’ αυτήν την έκθεση. Πρόκειται για ένα κυνήγι αρκούδας, μέσα σε περίκλειστο χώρο, από έφιππους άνδρες που με τις λόγχες τους, βασανίζουν το δύστυχο ζώο. Εξω από τον φράκτη, το πλήθος μαζεμένο κοιτάζει με περιέργεια, θαυμασμό και λαχτάρα. Ο βασιλιάς μόλις που διακρίνεται, έπειτα από μεγάλη συγκέντρωση, ανάμεσα στους κυνηγούς.
Ο Βελάσκεθ στέκεται και κοιτάζει τον κόσμο του. Νόμιζα ότι ο Βελάσκεθ είναι ο φιλόσοφος που οι εικόνες του, ισορροπώντας μεταξύ του πραγματικού και του μυθικού, θέτουν υπό δοκιμασία τον τρόπο που βιώνουμε και συνειδητοποιούμε τον κόσμο. Στο εργαστήρι, όμως, βλέποντας τον «αληθινό» Βελάσκεθ, είδα πραγματικά το στυλ του. Πόσο λεπτές κι όμως καθολικές είναι οι πινελιές του· μπορούσε να συλλάβει την ανταύγεια του ασημένιου σιριτιού μιας φορεσιάς ή το κυμάτισμα της αλογοουράς μέσα σε λίγες κινήσεις του χεριού. Ενα θαύμα.
Ολα τούτα γίνονται πιο διακριτά, όσο πιο κοντά βρίσκομαι στην επιφάνεια των έργων. Και κάτι ακόμα· όταν ένα μουσείο ανοίγει τις πύλες του, όλα τα έργα της έκθεσης μπαίνουν μέσα σε ένα άλλο πλαίσιο, για τη διάρκειά της. Αποκτούν νέα νοήματα εντός του περίκλειστου κόσμου της θέασης. Τώρα, τα πάντα φέρουν ακόμη τα σημάδια της μεταφοράς τους. Ενα τεράστιο κιβώτιο με μέσα του ένα αριστούργημα, το «Εργαστήρι του Ηφαιστου», έχει γραμμένη πάνω του την ακριβή ώρα που θα πρέπει να ανοιχθεί, παρουσία εμπειρογνωμόνων.
Στην τελευταία αίθουσα, βλέπω έναν άνθρωπο να ανοίγει τρύπες στον τοίχο που θα αναρτηθεί ο «Αρης», από το Πράδο. Κοντά του, ο «Αίσωπος» έχει ήδη εγκατασταθεί στη θέση του. Στην άλλη άκρη, βρίσκονται οι πίνακες με τους νεαρούς πρίγκιπες και τις πριγκίπισσες που τα ξανθά μαλλιά τους και τα αστραφτερά τους ρούχα, έχουν μια αθώα, εκθαμβωτική ομορφιά.
Οι πίνακες των παλιών ζωγράφων είναι πολιτικά υπολείμματα, μαρτυρίες του χαμένου πολιτικού χάρτη της Ευρώπης. Αυτά τα ωραία έργα με τα βασιλόπουλα ταξίδεψαν στο Λονδίνο από το Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης της Βιέννης – γεγονός με κάποια σημασία. Τόσο το Πράδο όσο και η Βιέννη είναι οι κληρονόμοι των καλλιτεχνικών συλλογών των Αψβούργων, της ισχυρότερης δυναστείας στην ευρωπαϊκή ιστορία. Βλέποντας τους πίνακες συγκεντρωμένους είναι σαν να βλέπεις την αναβίωση εκείνης της αυτοκρατορίας. Εδώ, τα φαντάσματα των Αψβούργων επανέρχονται από την ήπειρο και για μια φορά ακόμη τα ωραία παιδιά της Βιέννης, ξανασυναντούν τον παλιό, εξουθενωμένο βασιλιά. Είναι μια δεξίωση τέχνης και ιστορίας.
Καιρός κερδισμένος
Ως κριτικός, καταλήγεις, βρίσκοντας τα πράγματα που σου αρέσουν σε μια έκθεση ή σε έναν καλλιτέχνη. Κοιτάζοντας όμως για εβδομάδες τούτη την έκθεση σιγά σιγά να παίρνει σάρκα και οστά και να ζωντανεύει, ήταν μία από τις πιο αξιόλογες εμπειρίες της ζωής μου. Καιρός βιωμένος με τον Βελάσκεθ δεν είναι ποτέ καιρός χαμένος.
(Η έκθεση Βελάσκεθ στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου διαρκεί έως τις 21 Ιανουαρίου).

