Πρώην διπλωμάτης των Ταλιμπάν προπτυχιακός φοιτητής στο Γέιλ

Πρώην διπλωμάτης των Ταλιμπάν προπτυχιακός φοιτητής στο Γέιλ

5' 26" χρόνος ανάγνωσης

Πριν ενημερωθεί για το πρόγραμμα των μαθημάτων του Πανεπιστημίου Γέιλ, το περασμένο καλοκαίρι, ο Σαγέντ Ραχματουλάχ Χασέμι δεν είχε γνώσεις ανώτερου επιπέδου. H μόρφωσή του συνίστατο κυρίως στην ανάγνωση του Κορανίου και τα έργα των Περσών ποιητών. O Σαγέντ ήταν το έκτο μιας οικογένειας με επτά παιδιά. Γεννήθηκε το 1978, στο χωριό Κόχακ, στην κοιλάδα του ποταμού Αργκαντάμπ, εκεί όπου είχαν γεννηθεί και οι γονείς του. H οικογένειά του ήταν μέλη των Παστούν, της κυρίαρχης φυλής στο νότιο Αφγανιστάν, και σε τμήματα του δυτικού Πακιστάν. O Σαγέντ γεννήθηκε τη χρονιά πριν από τη σοβιετική εισβολή και κατοχή στο Αφγανιστάν, η οποία επρόκειτο να διαρκέσει δέκα χρόνια. Το 1982, ο πατέρας του Σαγέντ, ο Μοχάμεντ Φαζάλ Χασέμι, διέφυγε με την οικογένειά του στο Πακιστάν. O Σαγέντ ήταν μόλις τεσσάρων ετών.

Στην Κανταχάρ

Το 1992, ο Σαγέντ 13 ετών πλέον, εγγράφεται σε αγγλικό σχολείο για Αφγανούς πρόσφυγες, μιας αμερικανικής φιλανθρωπικής οργάνωσης. Αποφοιτά δεύτερος στην τάξη του και κατόπιν εργάζεται στο Πακιστάν ως αναπληρωτής καθηγητής αγγλικών. Ηθελε όμως να ξαναδεί τη χώρα που είχε εγκαταλείψει πριν από δέκα χρόνια. Το φθινόπωρο του 1994 εμφανίστηκε στην Κανταχάρ του Αφγανιστάν μια ομάδα μουλάδων και φοιτητών ισλαμικών ιερατικών σχολών, οι οποίοι εποφθαλμιούσαν την εξουσία. Τους έλεγαν Ταλιμπάν. Μέσα σε λίγους μήνες κατέλαβαν την εξουσία στο ένα τρίτο των επαρχιών του χώρας και έφεραν την ειρήνη σε μεγάλο τμήμα του πληθυσμού που δοκιμαζόταν από τη βία, επί δύο σχεδόν δεκαετίες. «Πήγα μαζί με τον πατέρα μου να δούμε την Κανταχάρ», λέει ο Σαγέντ, καθισμένος στην τραπεζαρία του Γέιλ. «O λόγος που οι Ταλιμπάν ήταν τόσο λαοφιλείς, στην αρχή, ήταν επειδή τους θεωρούσαν τα καλύτερα παιδιά. Επειδή έφεραν τη σταθερότητα στη χώρα. Οι περιοχές που ήταν υπό τον έλεγχό τους φημίζονταν για την ειρήνη και την ασφάλειά τους. Είπα στον πατέρα μου ότι ήθελα να πάω μαζί τους». Τέσσερις μήνες αργότερα, ο Σαγέντ παρουσιάστηκε σε ένα γραφείο των Ταλιμπάν στην Κανταχάρ. Τον απέρριψαν γιατί ήταν πολύ νέος. Ομως ο πατέρας του είχε διασυνδέσεις με τους Ταλιμπάν και όταν ο Σαγέντ υπέβαλε νέα αίτηση για να τον δεχτούν στις τάξεις τους, με πλαστή ημερομηνία γέννησης, έγινε δεκτός.

Τον Αύγουστο του 1996, ο Σαγέντ βρήκε δουλειά στη Unicef – με μισθό 130 δολάρια τον μήνα, τα οποία έδινε στους γονείς του. Δούλευε μέχρι τις τέσσερις το απόγευμα στο γραφείο της Unicef και στη συνέχεια εργαζόταν στο γραφείο Διεθνών Σχέσεων των Ταλιμπάν. Οταν τον Σεπτέμβριο του 1996 οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την πρωτεύουσα του Αφγανιστάν, την Καμπούλ, ο Σαγέντ άρχισε να δουλεύει περισσότερο στο γραφείο Διεθνών Σχέσεων, κυρίως ως μεταφραστής. Το 1998, οι Ταλιμπάν τον διόρισαν διπλωμάτη στην αφγανική πρεσβεία στο Ισλαμαμπάντ και το 2000, ο Ουακίλ Αχμέντ Μουταουάκιλ, ο τότε υπουργός Εξωτερικών των Ταλιμπάν, τον διόρισε «περιοδεύοντα πρεσβευτή».

Μεταφραστής

Τον Μάιο του 2000, ο Σαγέντ συνάντησε στην Κουέτα του Πακιστάν έναν 56χρονο Αμερικανό, τον κινηματογραφιστή Μάικ Χούβερ, που ήταν μάλλον ο μόνος εκπρόσωπος των αμερικανικών μέσων ενημέρωσης του οποίου η ζωή ήταν τόσο επεισοδιακή όσο και του Σαγέντ. Στη δεκαετία του 1980, ο Χούβερ είχε κινηματογραφήσει για το δίκτυο CBS τις μάχες των μουτζαχεντίν κατά του Κόκκινου Στρατού. Το 2000, ο Χούβερ ήταν ένας από τους ελάχιστους Αμερικανούς που είχαν άδεια από τους Ταλιμπάν για να επισκεφθούν το Αφγανιστάν. O Σαγέντ έγινε ο οδηγός και ο μεταφραστής του. Εννέα μήνες αργότερα, ο Σαγέντ πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες όχι ως απλός μεταφραστής. Ηταν πλέον διπλωμάτης, που τον έστελναν να εξηγήσει στους Αμερικανούς την κατάσταση στη χώρα του. Την εποχή εκείνη, εξαιτίας των κυρώσεων του OHE, οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι των Ταλιμπάν απαγορευόταν να ταξιδέψουν στις ΗΠΑ, όμως ο Σαγέντ δεν θεωρήθηκε επικίνδυνος. H ιδέα ότι ο Σαγέντ θα μπορούσε να βελτιώσει τη διεθνή εικόνα των Ταλιμπάν ήταν μάλλον από την αρχή καταδικασμένη. Ενώ ο Σαγέντ ετοιμαζόταν να αναχωρήσει από το Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν σχεδίαζαν να καταστρέψουν τα τεράστια αγάλματα του Βούδα στο Μπαμιγιάν, ηλικίας 1.500 ετών, ανεκτίμητης αξίας αρχαιολογικούς θησαυρούς που προϋπήρχαν του Ισλάμ.

Στο Λος Αντζελες

Στην πρώτη του ομιλία στο δημαρχείο του Λος Αντζελες ο Σαγέντ ήταν πολύ νευρικός. «Δεν ήθελα να κάνω λάθη», λέει, «επειδή εκπροσωπούσα τους Ταλιμπάν».

Στις 27 Μαρτίου 2001, ο Σαγέντ συμμετείχε σε δημόσια συζήτηση στο Γέιλ, με θέμα «Οι Ταλιμπάν, τα υπέρ και τα κατά». Απέναντί του είχε τον καθηγητή Χάρολντ Χονγκτζιού Κοχ. O Σαγέντ δεν εξεπλάγη από τις απόψεις του. «O καθηγητής είπε ότι οι γυναίκες στο καθεστώς των Ταλιμπάν δεν μπορούν να συμβουλευθούν γιατρούς. Και εγώ έλεγα «νομίζετε ότι δεν μπορώ να πάω την κόρη μου στον γιατρό;».

Επιστρέφοντας στο Αφγανιστάν, ο Σαγέντ ήταν αισιόδοξος ότι οι σχέσεις με τις ΗΠΑ θα βελτιώνονταν και ότι ο OHE θα ήρε τις κυρώσεις που τιμωρούσαν τον αφγανικό λαό. Στην Κανταχάρ, παρουσίασε στον μουλά Ομάρ και τους Ταλιμπάν τα συμπεράσματα του ταξιδιού του στις ΗΠΑ. Αυτοί όμως δεν έδειξαν κανένα ενδιαφέρον. Τους μήνες που ακολούθησαν ο Σαγέντ απογοητεύτηκε ακόμη περισσότερο. Σκεφτόταν σοβαρά να εγκαταλείψει τους Ταλιμπάν και να αποδεχτεί την πρόσκληση ενός φίλου για να δουλέψει με μερική απασχόληση στο CNN. Λίγες μέρες μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, οι Ταλιμπάν, σε μια βιαστική συνέντευξη Τύπου, καταδίκασαν τις τρομοκρατικές επιθέσεις στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον. O Σαγέντ όμως ήξερε ότι είχε φθάσει το τέλος των Ταλιμπάν. «Στο γραφείο των Διεθνών Σχέσεων των Ταλιμπάν, μας είπαν: «Αυτό ήταν, από ‘δω και στο εξής, ο καθένας θα πάρει τον δρόμο του», λέει ο Σαγέντ. Φοβούμενος τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς, ο πατέρας του Σαγέντ με όλη την οικογένεια εγκατέλειψαν το Αφγανιστάν, και πήγαν στην Κουέτα του Πακιστάν. O Σαγέντ δεν ήξερε τι να κάνει. H μόνη του παρηγοριά ήταν τα παιδιά του και τα βιβλία του. Το 2003 απέκτησε δίπλωμα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από ένα σχολείο της Κουέτα. Το 2004, το παλιό του αφεντικό, ο Μουταουάκιλ, τον ρώτησε αν θέλει να επιστρέψει στην Καμπούλ και να «καθαρίσει» το όνομά του στις αμερικανικές αρχές. O Σαγέντ απάντησε θετικά. Την άνοιξη του ίδιου έτους, ο Αμερικανός κινηματογραφιστής, ο Μάικ Χούβερ, του πρότεινε να συνεχίσει τις σπουδές του στις ΗΠΑ. Το Πανεπιστήμιο του Γέιλ είχε ένα πρόγραμμα για τέτοιες ειδικές περιπτώσεις φοιτητών. O Ρίτσαρντ Σο, πρύτανης του Γέιλ, εξέτασε το βιογραφικό του Σαγέντ και τον ίδιο και έδειξε ενδιαφέρον για την περίπτωσή του. «Οταν τον συνάντησα για πρώτη φορά, είχα άγχος», λέει ο Σο. «Σκέφτηκα ότι είναι ο εχθρός! Ομως η συνομιλία μου μαζί του ήταν από τις πιο ενδιαφέρουσες που είχα ποτέ μου». O Σαγέντ άρχισε να φοιτά στα προπτυχιακά τμήματα του Γέιλ, το φθινόπωρο του 2005. Τελείωσε το πρώτο εξάμηνο, τον περασμένο Ιανουάριο, με καλούς βαθμούς. «Κατά κάποιο τρόπο, είμαι ο πιο τυχερός άνθρωπος στον κόσμο», λέει. «Θα μπορούσα να έχω καταλήξει στο Γκουαντάναμο. Αντ’ αυτού κατέληξα στο Γέιλ».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT