ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ της Αθήνας, πίσω από τη βουή της πόλης, υπάρχει ένας χώρος όπου οι ρυθμοί χαμηλώνουν και ο ήχος του αργαλειού ζωντανεύει. Το Υφαντουργείο του Συλλόγου Εκπαίδευσης Νεανίδων (ΣΕΝ), στη λεωφόρο Αμαλίας, λειτουργεί από τα τέλη του 19ου αιώνα και φιλοξενεί μερικούς από τους πιο σπάνιους χειροκίνητους αργαλειούς που πέρασαν από τα ελληνικά σπίτια. Στο πατάρι του, κάθε απόγευμα, μαθητευόμενοι έρχονται σε επαφή με τα υφαντικά υλικά και τα εργαλεία της προβιομηχανικής κλωστοϋφαντουργίας, διδάσκονται πάνω στα νήματα και μελετούν σχέδια και συμβολισμούς που διαμόρφωσαν την ιστορία αυτής της τέχνης.
Με την κάμερα της «Κ» παρακολουθήσαμε ένα μάθημα αρχαρίων και ξεναγηθήκαμε ανάμεσα στους αργαλειούς. Ο πιο παλιός, ηλικίας 250 ετών, έφτασε πριν από λίγα χρόνια από το Ρέθυμνο, με σκοπό να συνεχίσει να υπηρετεί την τέχνη για την οποία δημιουργήθηκε. Στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, οι τεχνικές που διδάσκονται σήμερα στο Υφαντουργείο φανερώνουν την προχωρημένη τεχνογνωσία εκείνης της περιόδου.
ΠΡΟΓΟΝΙΚΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ
«Εμείς μιλάμε για την προγονική νοημοσύνη. Ολες αυτές οι τεχνικές που διδάσκονται εδώ προέρχονται από την αρχαιότητα», λέει στην κάμερα της «Κ» η Σοφία Τσουρινάκη, τεχνολόγος αρχαίου υφάσματος, καθώς παρακολουθούμε τους μαθητές να επιλέγουν χρώματα, να περνούν κλωστές στο τελάρο και να βλέπουν την πρώτη τους ύφανση να παίρνει σχήμα. Η διαδικασία απαιτεί υπομονή και συγκέντρωση, κάτι σαν αντίδοτο στην ταχύτητα που «πνίγει» την καθημερινότητα.
Μία από τις μαθητευόμενες, η Μαρία Ζεάκη, μας εξηγεί τι την έφερε στο Υφαντουργείο. Ασχολείται με τα βαπτιστικά ενδύματα, αλλά, όπως λέει, νιώθει ότι της λείπει το «θεμέλιο»: πώς δημιουργείται το ίδιο το ύφασμα. «Στο σπίτι μου, έχω έναν αργαλειό́ της μαμάς μου, η οποία είναι 83 χρονών, και θα ήθελα προτού φύγει από́ τη ζωή́ να με δει να τον φέρνω σε λειτουργία».
ΞΑΝΑ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ
Ο Σύλλογος Εκπαίδευσης Νεανίδων (ΣΕΝ), ένας από τους παλαιότερους μη κερδοσκοπικούς συλλόγους στην Ελλάδα, λειτουργεί από το 1872. Ιδρύθηκε σε μια εποχή που η γυναικεία μόρφωση δεν ήταν καθόλου δεδομένη και σήμερα συνεχίζει να υπηρετεί την αρχική του αποστολή: να προσφέρει πρόσβαση σε γνώση, τέχνη και δεξιότητες χωρίς αποκλεισμούς. Η πρόεδρος του ΣΕΝ, Βικτωρία Καλαντζοπούλου, θυμάται περιόδους που οι τέχνες αυτές θεωρούνταν ξεπερασμένες. Οχι πια.
Ερχονται νέοι άνθρωποι, νέα παιδιά και ορισμένες φορές κάποιοι άνδρες. Οι τέχνες χειρός ήρθαν ξανά στο προσκήνιο και πολλοί θέλουν να μάθουν τεχνικές ώστε να μη χαθούν.
«Σήμερα, βλέπει κανείς ότι ακόμη και στο Υφαντουργείο ή στο κέντημα, που θεωρούνται οι πιο παραδοσιακές τέχνες, έρχονται νέοι άνθρωποι, νέα παιδιά́ και ορισμένες φορές κάποιοι άνδρες. Οι τέχνες χειρός ήρθαν ξανά στο προσκήνιο και πολλοί́ θέλουν να μάθουν τεχνικές ώστε να μη χαθούν», εξηγεί στην «Κ».
Στις αίθουσες του ΣΕΝ η ύφανση συναντά πολλές παλιές τεχνικές: μακραμέ, κέντημα, κοπτική-ραπτική, βελονάκι, κοπανέλι. Παράλληλα, νέα εργαστήρια -όπως η φωτογραφία και το σχέδιο μόδας- προσελκύουν διαφορετικές ηλικίες και ενδιαφέροντα, δημιουργώντας έναν χώρο όπου η παράδοση και το σύγχρονο στοιχείο συνυπάρχουν. Τα απογεύματα στο κέντρο της πόλης γεμίζουν με ρυθμούς, χάντρες, υφές και χρώματα.
«ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΡΥΨΩ ΤΙΠΟΤΑ»
Η Κατερίνα Σπύρου, υπεύθυνη διδασκαλίας στο μακραμέ και στο πεγιότ, περιγράφει με απλότητα τη δύναμη αυτών των τεχνών. «Είναι μια πολύ καλή ψυχοθεραπεία. Μ’ αρέσει να διδάσκω, να δείχνω αυτό που ξέρω με την ψυχή μου, χωρίς να κρύψω τίποτα».
Δίπλα της, η Βιβή Κυριαζή, μαθήτρια της τεχνικής πεγιότ φτιάχνει ένα βραχιόλι από χάντρες. Για εκείνη, η μεγαλύτερη χαρά δεν είναι μόνο η δημιουργία. «Οταν πήρα σύνταξη και οι κόρες μου έφυγαν, θεώρησα ότι δεν είναι σωστό να κάθομαι στο σπίτι. Σήμερα βρίσκομαι εδώ με ανθρώπους που έχουμε τα ίδια ενδιαφέροντα. Φτιάχνω τόσα πράγματα που δεν πίστευα ποτέ ότι θα τα κατάφερνα».
Κλείνοντας την πόρτα του Συλλόγου, φεύγουμε με μια δυνατή αίσθηση: τον ενθουσιασμό που νιώθει κανείς την ώρα που δημιουργεί κάτι με τα χέρια του. Η χειροτεχνία -όπως φαίνεται- μπορεί να μάς συνδέσει όχι μόνο με την ιστορία και τους άλλους, αλλά και με τον ίδιο μας τον εαυτό.
Βίντεο: Μαρία Σιδηροπούλου
Ρεπορτάζ: Βίκυ Κατεχάκη
Αρχισυνταξία: Ιωάννα Μπρατσιάκου
