«ΘΥΜΑΜΑΙ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΠΑΛΙΑ με τον παππού μου, πάρα πολλά χρόνια πριν, όταν ήμουν παιδάκι, είχα πάει μαζί του στο ψάρεμα και είχε ομίχλη. Δεν είχε κανένα μηχάνημα στη βάρκα και όμως μας πήγε ακριβώς πάνω στα δίχτυα. Ποτέ μου δεν κατάλαβα πώς». Δεν είναι τόσα πολλά τα χρόνια όσα ο Μπάμπης πιστεύει. Αλλά μέσα σε αυτές τις δύο – δύομισι δεκαετίες που πέρασαν από τότε που δεν διέθεταν όλα τα καΐκια συστήματα πλοήγησης και που οι παλιοί ψαράδες ήξεραν απέξω τους θαλάσσιους δρόμους, πολλά έχουν αλλάξει στους τρόπους της παράκτιας αλιείας. Προπάντων, όμως, η ίδια η θάλασσα.
Σκοτάδι ακόμα στο χωριό, αλλά έχει φεγγάρι. Στις τρεις το πρωί στο καφενείο γλεντούν ακόμα οι καλοκαιρινές παρέες και λίγο παραδίπλα, ο Μπάμπης Βαγιανδέρης περνάει από το σπίτι του πατέρα του Βαγγέλη, να τον πάρει να πάνε για ψάρεμα. Ο ανεμοδείκτης στην αυλή τους δεν έχει κουνηθεί καθόλου, πράγμα ασυνήθιστο τον φετινό Αύγουστο που ο αέρας δεν δείχνει έλεος ούτε σε στεριανούς ούτε και σε νησιώτες. Ο 35χρονος Λημνιός ψαράς δεν κοιμήθηκε το βράδυ από την αγωνία του που θα ξανάβγαινε στη θάλασσα ύστερα από μέρες. Τι ψαριά άραγε τους περίμενε;

ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΚΥΝΗΓΙ
Το αλιευτικό ντουέτο πατέρα και γιου κατευθύνεται με ένα βαρκάκι στο καΐκι του, «Αγιά Σωτήρα Πλάκας» που είναι δεμένο αρόδο στο μικρό ομώνυμο λιμάνι, έξω από το χωριό Πλάκα, στο βορειοανατολικό άκρο του νησιού. Το όνομα είναι κληρονομιά του προηγούμενου ιδιοκτήτη, ο οποίος σώθηκε από κάποιο θαλασσινό ατύχημα και αφιέρωσε το πλεούμενο στο παρακείμενο εκκλησάκι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, που οι ντόπιοι αποκαλούν χαϊδευτικά «Αγιά Σωτήρα».
Δεν υπάρχουν ψαράδες πλέον. Υπάρχει η τεχνολογία
Σκοτεινή θάλασσα ανοίγεται μπροστά τους καθώς αφήνουν για τα καλά τη στεριά. Η «Αγιά Σωτήρα Πλάκας» έχει περίπου μιας ώρας πορεία μέχρι τον τόπο που θα πέσουν τα δίχτυα. «Αν βγεις νύχτα που δεν έχει φεγγάρι, θα τρέμεις απ’ τον φόβο σου. Ψάχνεις να βρεις πού έχει αυτά τα φωτάκια», λέει ο Μπάμπης, εντοπίζοντας μικρά φώτα καϊκιών στον ορίζοντα. Είναι η ώρα που βγαίνουν οι ψαράδες.
Φωτεινά ουράνια σώματα λαμπυρίζουν στο θαλασσινό μονοπάτι τους. Ξέρει άραγε να προσανατολίζεται με τ’ άστρα; Αυτή η γνώση έχει χαθεί, λέει. Αν πέσει τώρα ομίχλη, όπως τότε με τον παππού του, χωρίς σύστημα πλοήγησης θα σβήσουν τη μηχανή και θα περιμένουν απλώς μέχρι να διαλυθεί. «Δεν υπάρχουν ψαράδες πλέον. Υπάρχει η τεχνολογία», θα πει.
«ΚΛΕΦΤΕΣ» ΨΑΡΙΩΝ
Κάποτε φτάνουν στον τόπο που θα ξεκινήσει το ψάρεμα. Η «Αγιά Σωτήρα Πλάκας» κυνηγάει σήμερα μπαρμπούνια, αλλά δεν είναι η μόνη. Πανέξυπνα θηλαστικά κόβουν βόλτες λίγα μέτρα κάτω απ’ το καΐκι και περιμένουν ήσυχα να φάνε κι αυτά από την ψαριά τους. Με την ελπίδα να τα ξεγελάσουν, οι δυο ψαράδες ρίχνουν τα δίχτυα σε διαφορετικά σημεία και βάθη. Να τους φάνε το ένα, να αφήσουν το άλλο. «Μπορεί να εμφανιστεί το αγαπημένο μας από το πρώτο κοβνό (σ.σ. «σωρός» σε λημνιά ντοπιολαλιά, εδώ η «ψαριά») και να μην πάρουμε ίχνος μπαρμπουνιού. Και άμα δεν δεις από το πρώτο δίχτυ, στραβώνει πολύ η μέρα».

Φώκιες, δελφίνια, αλλά και χελώνες, είναι οι ανταγωνιστές τους. Τον χειμώνα το μεροκάματο είναι πιο σίγουρο, γιατί βγαίνουν για σουπιές που δεν τις τρώνε τα δελφίνια. Θα καλύψουν έστω το κόστος των καυσίμων και θα μείνει κάτι και για αυτούς, και ό,τι άλλο ψαρέψουν είναι επιπλέον κέρδος. Το καλοκαίρι όμως υπάρχει ανταγωνισμός.
Προστατευόμενα είδη στην Ελλάδα
⏺ Στην Ελλάδα απαγορεύεται ρητά η αλιεία: πίνας, μεγάλου χτενιού, πετροσωλήνα, λευκού καρχαρία, καρχαρία προσκυνητή.
⏺ Είδη που απειλούνται στη Μεσόγειο και δεν πρέπει να καταναλώνονται: ερυθρός τόνος, γαλέος, καρχαρίες
(Πηγή: WWF)
Οι θαλάσσιοι θηρευτές δοκιμάζουν την υπομονή των ψαράδων. Ο Μπάμπης ισχυρίζεται πως δεν συμπαθεί τα δελφίνια, όμως δεν σταματά να τα παινεύει. «Κατ’ αρχάς, ξέρουν ποιος μπορεί να κουβαλάει όπλο μαζί του. Και αυτό στο λέω εγγυημένα. Σε εμένα, επειδή ξέρουν ότι ποτέ δεν τα έχουμε πειράξει, όταν μας δουν χοροπηδάνε στον ουρανό ολόκληρα. Σε κάποιον που μπορεί να έχει όπλο βγάζουνε μόνο το φτερό τους. Είναι ασυναγώνιστη η εξυπνάδα τους».

Οι περισσότεροι επαγγελματίες ψαράδες σε αυτή τη γωνιά του Αιγαίου που φημίζεται για το καλό της ψάρι, τρέφουν βαθύ σεβασμό για τη θάλασσα που τους θρέφει. Επιθετικές συμπεριφορές προς τα δελφίνια είναι μεμονωμένα περιστατικά, λέει ο Μπάμπης. «Δεν μπορούμε να του κάνουμε κακό. Το βρήκαμε, δεν μας βρήκε. Πρέπει να δεχτούμε ότι είναι απλά μέσα στη θάλασσα και ότι εμείς θα πρέπει συνέχεια να ψάχνουμε τρόπους να τα αποφύγουμε».
Είναι ασυναγώνιστη η εξυπνάδα των δελφινιών. Σε εμένα, επειδή ξέρουν ότι ποτέ δεν τα έχουμε πειράξει, όταν μας δουν χοροπηδάνε στον ουρανό ολόκληρα. Σε κάποιον που μπορεί να έχει όπλο βγάζουνε μόνο το φτερό τους
Δελφίνια υπήρχαν πάντα σε αυτά τα μέρη, αλλά δεν απασχολούσαν τους παλιούς ψαράδες, τις εποχές που το απόθεμα της θάλασσας επαρκούσε για όλους. «Οταν υπάρχουν τα ψάρια και αυτά θα φάνε και εμείς θα φάμε. Οταν δεν υπάρχουν ψάρια, τότε κερδίζει ο πιο τυχερός. Συνήθως, όμως, δεν υπάρχουν», λέει ο Μπάμπης.

ΜΟΝΟΣ ΕΧΘΡΟΣ Η ΥΠΕΡΑΛΙΕΥΣΗ
Είχε ξημερώσει πια όταν έπιασαν να μαζέψουν τα δίχτυα. Αυτό που έριξαν πρώτο και πιο βαθιά, το άφησαν για το τέλος. Τα μπαρμπούνια είναι το πιο εύκολο μεροκάματο το καλοκαίρι, λένε. Δεν αφήνεις τον εξοπλισμό σου πολλή ώρα στη θάλασσα, οπότε μειώνονται οι ζημιές. Τα μπαρμπουνόδιχτα είναι και πιο οικονομικά απ’ ό,τι τα χοντρά για τους αστακούς, ένα άλλο δημοφιλές είδος αυτών των θαλασσών.

Το καΐκι πλησιάζει τη σημαδούρα του διχτυού και ο Μπάμπης τα αγκιστρώνει και τα ανεβάζει στο βίντσι. Καθώς οι τροχαλίες ανελκύουν τα δίχυα, εκείνος παρατηρεί τώρα με προσήλωση τι βγαίνει από τη θάλασσα. Τους πήρε περίπου μισή ώρα να ρίξουν το καθένα, λίγο λιγότερη να τ’ ανεβάσουν. Στο πρώτο δίχτυ η συγκομιδή δεν είναι μεγάλη, είναι όμως νωρίς και η απελπισία δεν έχει ακόμα θρονιαστεί πάνω στο καΐκι.
Είμαστε νέοι, έχουμε ακόμα 35 χρόνια μέσα στη θάλασσα μέχρι να βγούμε στη σύνταξη. Αν δεν την προσέχουμε εμείς, θα βγούμε από τη θάλασσα μόνοι μας. Δεν θα μας βγάλει κάποιος
«Τη λατρεύω τη δουλειά αυτή. Δεν την άλλαζα. Αλλά δεν ξέρω αν θα μπορέσουμε όλη μας τη ζωή πια να την κάνουμε, γιατί τα ψάρια μειώνονται». Ο Μπάμπης δεν μπορεί να σκεφτεί πώς ένας νέος θα θελήσει σήμερα να ασχοληθεί με την παράκτια αλιεία, όταν το θαλασσινό απόθεμα βαίνει συνεχώς μειούμενο. «Η τεχνολογία μάς έχει καταστρέψει. Πλέον βλέπεις τι θα βγάλεις μέσα από τη θάλασσα. Παλιά πηγαίναν όλοι με δεμένα μάτια να βάλουνε δίχτυα, τώρα όλο και εξελισσόμαστε. Η εξέλιξη φέρνει και καταστροφή». Το δεύτερο δίχτυ τους απέφερε λίγα περισσότερα ψάρια, αλλά ελάχιστα μπαρμπούνια.

«Φταίει η τεχνολογία που οδηγεί σε υπεραλίευση. Οι ερασιτέχνες έχουν γίνει αμέτρητοι και επειδή είναι η δεύτερή τους δουλειά έχουν λεφτά να επενδύσουν σε μηχανήματα, βυθόμετρα. Πλέον έχεις μηχάνημα, δεν είσαι ψαράς. Βλέπεις μια οθόνη και πας σαν να βλέπεις τηλεόραση. Βλέπεις πού είναι τα ψάρια μέσα στη θάλασσα, διαλέγεις τι θα πιάσεις».
Η υπεραλίευση σε ποσοστά
⏺ Το 33% των πληθυσμών ψαριών παγκοσμίως ήδη υπεραλιεύεται, ενώ πάνω από το 58% βρίσκεται στα πρόθυρα της υπεραλίευσης.
⏺ Στη Μεσόγειο, το ποσοστό των πληθυσμών ψαριών που υπεραλιεύονται είναι ακόμα υψηλότερο αφού αγγίζει το 80%.
(Πηγή: WWF)
Ρωτάμε αν ευθύνονται οι ψαράδες που παραβαίνουν τους κανόνες, αλλά πιστεύει πως οι επαγγελματίες έχουν συμμορφωθεί με αυτούς. «Γιατί και εμείς οι ίδιοι σιγά σιγά καταλάβαμε ότι την καταστρέφουμε τη θάλασσα. Από τους επαγγελματίες που ξέρω εγώ, προσέχουμε όλοι, γιατί είμαστε νέοι, έχουμε ακόμα 35 χρόνια μέσα στη θάλασσα μέχρι να βγούμε στη σύνταξη. Αν δεν την προσέχουμε εμείς, θα βγούμε από τη θάλασσα μόνοι μας. Δεν θα μας βγάλει κάποιος».

Στο τρίτο και τέταρτο δίχτυ η ψαριά συνεχίζει να μην είναι η προσδοκώμενη. Σκάροι αρκετοί, κάποια λιθρίνια, αλλά λίγα μπαρμπούνια. Τους σκάρους δεν τους παίρνουν στη Λήμνο, είναι δύσκολοι στο καθάρισμα και μέχρι πριν από μερικά χρόνια δεν υπήρχαν στην περιοχή. Τις πέρκες δεν τις αγοράζουν οι μεσάζοντες, αλλά ο κόσμος τις προτιμά. Το σημάδι του δελφινιού φαίνεται στα δίχτυα όπως και στα μισοφαγωμένα ψάρια που αναδύονται. «Δεν τρώνε όλα τα ψάρια τα δελφίνια. Αυτά που θέλω εγώ τρώνε κι αυτά. Τους σκάρους δεν τους ακουμπάνε. Οι ελπίδες μας πέφτουν στο επόμενο δίχτυ, το πιο μακρινό».

Φαίνεται να μην μπορείς να προεξοφλήσεις μια καλή μέρα στη θάλασσα, ακόμα και αν έχει γαλήνη και αν όλα μοιάζουν να είναι με το μέρος σου. Μπορεί να μην πάρεις τίποτα. Μπορεί και να γεμίσεις το δίχτυ. «Ολα γίνονται. Ζεις με ένα όνειρο. Είναι πολύ ωραίο αυτό. Ειδικά όταν βγει αληθινό», λέει ο Μπάμπης.

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ
Ευχόταν φωναχτά να μη δει δελφίνια, ευχόμουν σιωπηλά να δω έστω ένα, ιδανικά όταν θα έχουμε μαζέψει και το τελευταίο τους δίχτυ. Αλλά ήταν όλα τους μαζεμένα εκεί τριγύρω, όχι πολύ μακριά από την τελευταία σημαδούρα. Δυο μαζί, μικρό και μεγάλο, βουτούσαν και έβγαιναν από τη θάλασσα σε πλήρη συγχρονισμό. Θεωρήσαμε ότι είναι η μητέρα με το μικρό της. Και ύστερα κι άλλα, πηδούσαν αμέριμνα στον πρωινό ήλιο, καμαρωτά. Τι ωραία στιγμή για τους ευκαιριακούς παρατηρητές της θαλάσσιας ζωής! Τι πονοκέφαλος για όσους λαχταρούν το μεροκάματο.
Αν βρω ένα μέρος που έχει ψάρια, δεν σημαίνει ότι πρέπει να βγάλω και το τελευταίο ψάρι που έχει το μέρος. Μπορώ να γυρίσω και του χρόνου εκεί ξανά. Να πετάω τους γόνους πίσω, γιατί εγώ θα τους ξαναβγάλω
Η «Αγιά Σωτήρα Πλάκας» αποφασίζει να σταθεί καταμεσής του πελάγους πριν μαζέψει το τελευταίο της δίχτυ, μήπως και δεν την ακολουθήσουν τα δελφίνια. Οι κουβέντες στο καΐκι περιστρέφονται τώρα γύρω από την προστασία της πολύτιμης θαλάσσιας πανίδας. «Τη θάλασσα πρέπει να τη σέβεσαι», λέει ο Μπάμπης και ύστερα σε πρώτο πρόσωπο, σαν να αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη της: «Να την κρατάω καθαρή, να μην την ταλαιπωρώ, να μη σακατεύω τα μέρη που ανακαλύπτω. Αν βρω ένα μέρος που έχει ψάρια, δεν σημαίνει ότι πρέπει να βγάλω και το τελευταίο ψάρι που έχει το μέρος. Μπορώ να γυρίσω και του χρόνου εκεί ξανά. Να πετάω τους γόνους πίσω, γιατί εγώ θα τους ξαναβγάλω. Τα μικρά χταπόδια, τους μικρούς αστακούς, όλα αυτά πρέπει να τα επιστρέφουμε στη θάλασσα γιατί κάποια στιγμή θα τελειώσουν όλα και μαζί τους κι εμείς».

Και ποιος θα πιάνει ψάρια τότε; «Οι ανεμότρατες, τα γρι γρι και τα ιχθυοτροφεία», λέει. «Οι παράκτιοι είμαστε το τελευταίο πιόνι. Η ανεμότρατα σέρνει πίσω της ένα δίχτυ και ψαρεύει μεγάλες ποσότητες ψαριών. Δεν μου αρέσει αυτό που κάνει. Εμένα μ’ αρέσει το παράκτιο, μ’ αρέσει το ρίσκο, μ’ αρέσει να μην ξέρω τι θα πάρω. Θέλω να ζω με την ελπίδα. Γιατί όταν ξεκινάς να πας κάπου είσαι μ’ ένα όνειρο, ότι “σήμερα είναι η μέρα μου”».
Ολα γίνονται. Ζεις με ένα όνειρο. Είναι πολύ ωραίο αυτό. Ειδικά όταν βγει αληθινό
Και ήταν, πράγματι, αυτή η μέρα του. Μπορεί τα δελφίνια να οσμίστηκαν την πραότητα και τους καλούς τρόπους και άφησαν κάτι και για τους ανθρώπους – ως ίσως μη όφειλαν. Κι έτσι, όταν άρχισε ο Μπάμπης να σηκώνει τα δίχτυα του έπεφταν μπροστά του τα μπαρμπούνια σαν τσαμπιά. Και ήταν όλοι χαρούμενοι, και οι φώκιες, και τα δελφίνια, και κάτι γλάροι που έκοβαν βόλτες πάνω από το καΐκι και οι δυο Λημνιοί ψαράδες που κοίταγαν τις τέσσερις προηγούμενες ντούκες και μετρούσαν τα έξοδα, τον μόχθο και το ρίσκο που απαιτήθηκαν για ένα σκάρτο μεροκάματο.


Καλά τα πήγαν τελικά. Τα ξεψάρισαν, τα ζύγισαν, τα φόρτωσαν στο αγροτικό και έφυγαν για τον προμηθευτή. Ψάρια από καλές θάλασσες έβαλαν πλώρη για τη Θεσσαλονίκη. Πήρα και εγώ μερικά και οι ψαράδες έμειναν με την ικανοποίηση και με την τεκμηρίωση της στάσης που διέπει την ψαράδικη ζωή:
«Είδες εκεί που ήμασταν απελπισμένοι; Για αυτό δεν πρέπει ποτέ να απελπίζεσαι».
Βίντεο: Μαρία Σιδηροπούλου, Ελβίρα Κρίθαρη
Φωτογραφίες: Ελβίρα Κρίθαρη
