«ΠΟΛΥ ΠΟΛΥ ΧΑΡΙΤΩΜΕΝΗ ΠΟΛΙΣ, εντελώς ευρωπαία, γαλλικού ή ιταλικού τύπου». Ετσι περιέγραφε ο Κωνσταντίνος Καβάφης στο ημερολόγιά του την Αθήνα όταν την επισκέφθηκε για πρώτη φορά το 1901. Ο Αλεξανδρινός ποιητής ήταν τότε 38 ετών και έφτασε στην ελληνική πρωτεύουσα μαζί με τον αδελφό του, Αλέξανδρο, και με τον αέρα ενός φλανέρ. Κάποιου δηλαδή που είχε μεγάλη περιέργεια να γνωρίσει μία νέα σε αυτόν πόλη, με τον μόνο αυθεντικό τρόπο που μπορεί κανείς να βιώσει πραγματικά τον παλμό ενός αστικού κέντρου: περπατώντας.
Η Αθήνα ήταν ακόμη βέβαια μια μικρή πόλη σε σχέση με την εικόνα που έχουμε εμείς σήμερα, είχε περίπου 120.000 κατοίκους. Ομοίως, ο Καβάφης δεν ήταν ακόμη ο μεγάλος Αλεξανδρινός ποιητής που έγινε στην πορεία, αλλά ένας ποιητής που προσπαθούσε να βρει τη θέση του στα ελληνικά γράμματα. Η Αθήνα, λοιπόν, γι’ αυτόν ήταν και μια πιθανή ευκαιρία να δικτυωθεί και να αναγνωριστεί στους λογοτεχνικούς κύκλους της πρωτεύουσας.
Παρακολουθούσε θέατρο, επισκέφθηκε το Αρχαιολογικό Μουσείο και το Πανεπιστήμιο, μεταξύ άλλων. Αλλά την ίδια στιγμή, τρύπωνε στις ταβέρνες, στα καφενεία και τα «χαμαιτυπεία» της Ομόνοιας, αφουγκραζόμενος και τις δύο όψεις της Αθήνας.
Ο Καβάφης αγκάλιαζε την ίδια στιγμή και το υψηλό και το χαμηλό. Ετσι, στο πρώτο του αυτό ταξίδι από τη μία συναντιόταν με προσωπικότητες όπως Γρηγόρης Ξενόπουλος και ο Παύλος Μελάς – θαύμασε από κοντά μάλιστα και τη συλλογή αρχαιοτήτων του δεύτερου στο Ιλίου Μέλαθρον, που είναι το κτίριο που σήμερα ξέρουμε ως Νομισματικό Μουσείο. Παρακολουθούσε θέατρο, επισκέφθηκε το Αρχαιολογικό Μουσείο και το Πανεπιστήμιο, μεταξύ άλλων. Αλλά, την ίδια στιγμή, τρύπωνε στις ταβέρνες, στα καφενεία και τα «χαμαιτυπεία» της Ομόνοιας, αφουγκραζόμενος και τις δύο όψεις της Αθήνας.
Ο Καβάφης επισκέφθηκε την Αθήνα τέσσερις μόλις φορές στη ζωή του, καθένα όμως από αυτά τα ταξίδια του ήταν κομβικό με τον τρόπο του. Τα ταξίδια του 1901 και του 1903 ήταν τα φωτεινά, αυτά στα οποία η Αθήνα του συστήθηκε. Το 1903 έμεινε στην ελληνική πρωτεύουσα για μία εβδομάδα, με βάση του το ξενοδοχείο «Σπλέντιτ», που βρισκόταν στη συμβολή των οδών Σταδίου και Κολοκοτρώνη. Στο παρεμφερές με το πρώτο του αυτό ταξίδι επισκέπτεται μεταξύ άλλων την Αθηναϊκή Λέσχη, συναντά και πάλι ανθρώπους των γραμμάτων.
Τα επόμενα δύο του ταξίδια, όμως, θα έχουν εντελώς διαφορετικό σκοπό και μια βαριά σκιά να τα καλύπτει. Το 1905, ο ποιητής έρχεται εσπευσμένα στην Αθήνα να δει τον αδερφό του Αλέξανδρο, που μένει στην πρωτεύουσα, και βασανίζεται από τυφοειδή πυρετό. Ο Αλέξανδρος Καβάφης θα φύγει από τη ζωή εκείνο τον Αύγουστο και θα ταφεί στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Ψάχνοντας σήμερα τα αρχεία του νεκροταφείου, δυστυχώς δεν διασώζεται καμία σχετική πληροφορία που να βοηθά να εντοπιστεί πού ακριβώς βρισκόταν ο τάφος του.
Η σύγχρονη Αθήνα δεν θυμίζει σε πολλά την Αθήνα που επισκέφθηκε ο Καβάφης. Υπάρχουν όμως ακόμη κάποια πράγματα που μένουν ίδια: τα ιστορικά κτίρια, η πατίνα του χρόνου που έχει καθίσει πάνω της και ο τρόπος που μπορούμε να ανακαλύψουμε την ίδια μας την πόλη.
Θα περάσουν πολλά χρόνια για να γυρίσει ο Καβάφης στην Αθήνα – ίσως και να μην είχε σκοπό να γυρίσει ποτέ αν δεν είχε καρκίνο του λάρυγγα και χρειαζόταν να υποβληθεί σε τραχειοτομή, επέμβαση που έκανε στον «Ερυθρό Σταυρό» το 1932. Η Αθήνα τη δεκαετία του ’30 ήταν πλέον μια πολύ μεγαλύτερη πόλη και ο Καβάφης ένας αναγνωρισμένος, αν και διχαστικός, ποιητής.
Σε αυτή την τελευταία του επίσκεψη καλοδέχτηκε πολλούς ανθρώπους του πνεύματος (Τσίρκας, Θεοτοκάς) στο ξενοδοχείο «Κοσμοπολίτ» στην Ομόνοια, όπου έμενα αρχικά, ακόμα και αν η ασθένεια του είχε στερήσει εν πολλοίς τη δυνατότητα ομιλίας, ενώ επισκέφθηκε και την Πηνελόπη Δέλτα στο σπίτι της στην Κηφισιά. Εγιναν και δύο εκδηλώσεις προς τιμήν του Καβάφη σε εκείνο το ταξίδι του, μία από τον Δ.Π. Πετροκόκκινο και μία από την Ενωση Λογοτεχνών Αθήνας, στις 20 Οκτωβρίου, που αποτέλεσε και την τελευταία δημόσια εμφάνιση του Καβάφη. Εκείνη τη βραδιά, ο Δημήτρης Μητρόπουλος παίζει δέκα συνθέσεις εμπνευσμένες από ποιήματα του Καβάφη.
Ο ποιητής έφυγε λίγες μέρες αργότερα από τον Πειραιά με πλοίο για την Αλεξάνδρεια. Πέθανε την ημέρα των γενεθλίων του, τον αμέσως επόμενο χρόνο, στις 29 Απριλίου του 1933, στα 70 του χρόνια.
Εναν αιώνα μετά, η σύγχρονη Αθήνα δεν θυμίζει σε πολλά την Αθήνα που επισκέφθηκε ο Καβάφης. Υπάρχουν όμως ακόμη κάποια πράγματα που μένουν ίδια: τα ιστορικά κτίρια, η πατίνα του χρόνου που έχει καθίσει πάνω της και ο τρόπος που μπορούμε να ανακαλύψουμε την ίδια μας την πόλη. Γι’ αυτό η κάμερα της «Κ» έκανε μαζί με τον καθηγητή Θεωρίας και Ιστορίας της Λογοτεχνίας, Δημήτρη Δημηρούλη, μια βόλτα στην «καρδιά» των περιπλανήσεων του Καβάφη, στο Πανεπιστήμιο και στην Ομόνοια για να την ανακαλύψει από την αρχή, μέσα από τα μάτια του Αλεξανδρινού ποιητή.
Βίντεο: Μαρία Σιδηροπούλου
Δημοσιογραφική επιμέλεια: Ελένη Τζαννάτου
Αρχισυνταξία: Ιωάννα Μπρατσιάκου
Τα αρχειακά τεκμήρια που παρουσιάζονται στο βίντεο αποτελούν ευγενική παραχώρηση του Αρχείου Καβάφη του Ιδρύματος Ωνάση © 2016-2018 Αρχείο Καβάφη, Ιδρυμα Ωνάση.
