Γενναιόδωρο το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα

Χαμηλά το πραγματικό όριο συνταξιοδότησης στην Ελλάδα - ΟΟΣΑ: Αν δεν αυξηθεί, το ασφαλιστικό θα βρεθεί σε δύσκολη θέση

Φόρτωση Text-to-Speech...

Εξαιρετικά γενναιόδωρο, ως προς τα πραγματικά όρια ηλικίας συνταξιοδότησης και το ποσοστό αναπλήρωσης των συντάξεων, παραμένει το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα, με αποτέλεσμα να είναι και ιδιαίτερα δαπανηρό, αν και εντός των γενικών πλαισίων που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ενωση.

Καθώς βέβαια η δημογραφική γήρανση και η μείωση του εργατικού δυναμικού αναμένεται στο άμεσο μέλλον να πλήξουν –και μάλιστα με τρόπο… αμείλικτο– την ελληνική οικονομία, οι παρεμβάσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα θεωρούνται αναγκαίες προκειμένου να διατηρηθεί η επάρκεια των συντάξεων χωρίς να καταρρεύσουν τα δημόσια οικονομικά. Και οι λύσεις είναι γνωστές και χιλιογραμμένες: αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και σύνδεσή τους με το προσδόκιμο ζωής, ενίσχυση της απασχόλησης μεγαλύτερων ηλικιών, ένταξη των γυναικών στην αγορά εργασίας και εφαρμογή ίσων όρων αμοιβής και απασχόλησης, αλλά και ανάπτυξη συμπληρωματικών συστημάτων συντάξεων.

Η νέα έκθεση «Pensions at a Glance 2025» (δημοσιοποιείται κάθε δύο χρόνια) του ΟΟΣΑ δείχνει ότι η δημογραφική «καταιγίδα» που πλήττει και την Ελλάδα συγκροτεί ίσως τη μεγαλύτερη πρόκληση για το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα και τα δημόσια οικονομικά. Είναι χαρακτηριστικό, ότι κατά μέσον όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ υπάρχουν 33 άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω για κάθε 100 άτομα του παραγωγικού δυναμικού (20‑64 ετών) – από μόλις 21 πριν από 30 χρόνια. Ο δείκτης αυτός το 2050 θα ανέλθει σε 52 ηλικιωμένους για κάθε 100 εργαζομένους. Για την Ελλάδα η προοπτική είναι ακόμη πιο δυσοίωνη: η έκθεση εκτιμά ότι η αναλογία ηλικιωμένων προς εργαζομένους θα εκτοξευτεί – εντάσσοντας τη χώρα μας στη δυσμενέστερη κατηγορία των χωρών της Ευρώπης με 70 ηλικιωμένους για κάθε 100 εργαζομένους το 2050, ενώ σήμερα εκτιμάται ότι βρίσκεται στο 44,6.

Κολομβία, Ελλάδα, Λουξεμβούργο και Σλοβενία έχουν το χαμηλότερο πραγματικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, στα 62 έτη.

Παράλληλα, η μείωση των γεννήσεων και η αύξηση του προσδόκιμου ζωής συνθέτουν ένα μείγμα που απειλεί να υπονομεύσει τη βιωσιμότητα του «pay-as-you-go» συστήματος, όπου οι σημερινοί εργαζόμενοι στηρίζουν τους ήδη συνταξιούχους. Οπως μάλιστα επισημαίνει στην «Κ» ο αναλογιστής του Παντείου Πανεπιστημίου δρ Βασίλης Μπέτσης, παρατηρείται σημαντική μείωση της πρόβλεψης για τη μελλοντική πορεία του δείκτη γονιμότητας. Συγκεκριμένα, στην έκθεση που δημοσιοποιήθηκε χθες η πρόβλεψη μέχρι το 2064 αναθεωρήθηκε από 1,50 παιδιά ανά γυναίκα στα 1,44 παιδιά ανά γυναίκα, επιβεβαιώνοντας έτσι τις δυσμενείς δημογραφικές προοπτικές της χώρας μας.

Κεντρικό ρόλο στην πορεία του συνταξιοδοτικού διαδραματίζει το πότε οι εργαζόμενοι αποχωρούν από την αγορά εργασίας. Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνα, Κολομβία, Ελλάδα, Λουξεμβούργο και Σλοβενία έχουν το χαμηλότερο πραγματικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, στα 62 έτη. Το ανώτατο πραγματικό όριο είναι τα 67 έτη και το βρίσκουμε σε Αυστραλία, Δανία, Ισλανδία, Ολλανδία και Νορβηγία.

Συνολικά, βάσει των ήδη νομοθετημένων μέτρων, η μέση κανονική ηλικία συνταξιοδότησης για τους άνδρες στον ΟΟΣΑ θα αυξηθεί μελλοντικά κατά σχεδόν δύο έτη στα 66,4 (αφορά τους άνδρες που εισέρχονται στην αγορά εργασίας το 2024). Οι περισσότερες χώρες με την υψηλότερη μελλοντική πραγματική ηλικία συνταξιοδότησης είναι αυτές που συνδέουν την ηλικία συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής. Κάτι που έχει κάνει και η χώρα μας, όμως παρά το γεγονός αυτό, η πραγματική ηλικία συνταξιοδότησης στο μέλλον προβλέπεται να είναι λίγο κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Μάλιστα, αυτό συμβαίνει χωρίς οι μελετητές του οργανισμού να έχουν λάβει υπόψη τους ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ότι έως το 2030 δεν θα αλλάξουν τα γενικά όρια. Στην πράξη, η αύξηση των ορίων ηλικίας και στη χώρα μας φαντάζει αυτονόητη. Σε αντίθετη περίπτωση, ο οργανισμός ξεκαθαρίζει ότι το ασφαλιστικό θα απαιτεί όλο και περισσότερους πόρους από το κράτος – ενώ ταυτόχρονα ο αριθμός των φορολογουμένων – ασφαλισμένων θα συρρικνώνεται. Αλλωστε, οι δημοσιονομικές δαπάνες για συντάξεις είναι ήδη από τις υψηλότερες ανάμεσα στις χώρες-μέλη, πάνω από 16% του ΑΕΠ για συντάξεις – ποσοστό μεταξύ των υψηλότερων στον OΟΣΑ, που όμως περιορίζεται στο μέλλον.

Σ’ αυτό το πλαίσιο, στο στόχαστρο μπαίνουν και τα υψηλά ποσοστά αναπλήρωσης που ισχύουν στη χώρα μας, καθώς η σύνταξη βρίσκεται πολύ κοντά στο ύψος του εισοδήματος που είχε κάποιος όταν εργαζόταν. Ετσι, για παράδειγμα, κάποιος με μέσο μισθό (στην Ελλάδα σήμερα είναι περίπου 1.450 ευρώ) λαμβάνει σύνταξη στο 84,8%, κάποιος με μισό μέσο μισθό λαμβάνει σύνταξη 96,5% και κάποιος με 1,5 φορές τον μέσο μισθό έχει σύνταξη στο 73% αυτού. Είναι δε ενδεικτικό ότι η χώρα μας συγκαταλέγεται στις πρώτες θέσεις παγκοσμίως σε ποσοστά αναπλήρωσης, ειδικά για χαμηλότερους μισθούς.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT