Σε φορολογικές ελαφρύνσεις με επίκεντρο τη μεσαία τάξη, τις οικογένειες και κυρίως τις πολύτεκνες, καθώς και τους νέους κατευθύνεται το 1,2 δισ. ευρώ από το 1,76 δισ. ευρώ του συνόλου του πακέτου της φετινής ΔΕΘ, που αφορούν το 2026, επιβεβαιώνοντας την επιλογή της κυβέρνησης να επικεντρωθεί στη φορολογική πολιτική και να μην επαναλάβει το μοτίβο των επιμέρους παροχών άλλων ετών. Στην πλήρη ανάπτυξή τους, το 2027, οι φοροελαφρύνσεις από τη νέα κλίμακα ανεβαίνουν στο 1,6 δισ. ευρώ.
Ο στόχος, όπως τον ανέλυσαν χθες τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου, με επικεφαλής τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκο Πιερρακάκη, είναι όχι μόνο να ανακουφιστούν τα μεσαία εισοδήματα, που επιβαρύνονται περισσότερο απ’ ό,τι σε άλλες χώρες, με τον ανώτατο συντελεστή 44% να ξεκινάει χαμηλά, πρακτικά από τα 2.000 ευρώ καθαρά τον μήνα για έναν υπάλληλο του ιδιωτικού τομέα, αλλά και να δοθούν κίνητρα στις επιχειρήσεις για αυξήσεις μισθών, αφού η συνολική επιβάρυνση θα μειωθεί και γι’ αυτές.
Επίσης, να δοθεί κίνητρο επιστροφής νέων από το εξωτερικό, προκειμένου να απασχοληθούν σε καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, αποφασίστηκε να χαμηλώσουν κατά 2% όλοι οι συντελεστές για εισοδήματα έως 40.000 ευρώ, κατά 5% για εισοδήματα 40.000-60.000 ευρώ και να εφαρμοστεί ο συντελεστής 44% για εισοδήματα πάνω από 60.000 ευρώ. Η κυβέρνηση θεωρεί ότι η κατεύθυνση της νέας κλίμακας είναι αναπτυξιακή, αφού δίνει κίνητρο για αύξηση της απασχόλησης.
Ειδικά για τους νέους, τα κίνητρα είναι ισχυρότερα, αφού μηδενίζονται οι συντελεστές για εισοδήματα έως 20.000 ευρώ για ηλικία έως 25 ετών και μειώνει στο 9% τον φόρο για ηλικία έως 30 ετών.
Στην πλήρη ανάπτυξή τους, το 2027, οι φοροελαφρύνσεις από τη νέα κλίμακα ανεβαίνουν στο 1,6 δισ. ευρώ.
Σαφής επιλογή έγινε και για στήριξη των οικογενειών και πολύτεκνων, αν και το δημογραφικό πρόβλημα είναι πολυπαραγοντικό και η αποτελεσματικότητα των όποιων ελαφρύνσεων αμφισβητείται. Ωστόσο, διορθώνοντας μια αδικία σε ό,τι αφορά τη φορολόγηση των οικογενειών, που είναι αναλογικά υψηλότερη εδώ σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η κυβέρνηση προχώρησε σε περαιτέρω μείωση της κλίμακας για οικογένειες με παιδιά, μηδενίζοντας τον φόρο για οικογένειες με 4 παιδιά και πάνω και εισόδημα έως 20.000 ευρώ.
«Ο παρονομαστής είναι το δημογραφικό. Ο αριθμητής είναι οι τομείς που πρέπει να στηριχθούν για να κρατηθεί η χώρα όρθια και να δοθεί προοπτική», είπε ο κ. Πιερρακάκης. «Τα παιδιά και οι νέες οικογένειες. Για να ξαναγίνει η Ελλάδα μια χώρα που μεγαλώνει, που γεννά. Η μεσαία τάξη που παράγει, οι συνταξιούχοι, η στέγη. Η περιφέρεια και τα ακριτικά νησιά».
Οι παρεμβάσεις κινούνται εντός των δημοσιονομικών ορίων που θέτουν οι κανόνες της Ε.Ε. Οπως εξήγησε ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Θάνος Πετραλιάς, ο στόχος αύξησης των πρωτογενών δαπανών για το 2026 έναντι του 2025 είναι 3,6% ή περίπου 3,7 δισ. ευρώ. Από αυτές τις δαπάνες εξαιρείται η αύξηση των εξοπλιστικών δαπανών που ανέρχεται σε 500 εκατ. ευρώ (από 1,7 δισ. ευρώ το 2025 σε 2,3 δισ. ευρώ το 2026). Από τα 3,7 δισ. ευρώ, τα 2,8 δισ. ευρώ, είπε ο κ. Πετραλιάς, αφορούν προγραμματισμένες δαπάνες και συγκεκριμένα: α) 1 δισ. ευρώ περίπου είναι η αύξηση των λειτουργικών δαπανών, β) 1,15 δισ. ευρώ περίπου για το 2026 είναι η αναμενόμενη αύξηση των συντάξεων τόσο βάσει ΑΕΠ και πληθωρισμού, όσο και νέων συνταξιοδοτήσεων, γ) 470 εκατ. ευρώ είναι η αύξηση των μισθών δημοσίων υπαλλήλων και το επίδομα επικινδυνότητας των ενστόλων και δ) Περίπου 150 εκατ. ευρώ αφορούν άλλα μικρότερα μέτρα που έχουν ανακοινωθεί και επιβαρύνουν δημοσιονομικά το 2026 (αύξηση ορίου φαρμακευτικής δαπάνης, εφαρμογή κινήτρου επίτευξης στόχων στο Δημόσιο, μείωση ΕΝΦΙΑ κατά 20% για σπίτια που ασφαλίζονται για φυσικές καταστροφές κ.λπ.). Κανονικά, επομένως, το περιθώριο θα ήταν 900 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, συνέχισε ο κ. Πετραλιάς, η καλή δημοσιονομική επίδοση του 2024 έδωσε περιθώριο, πέραν του 1,1 δισ. ευρώ που ανακοινώθηκε τον Απρίλιο, να δαπανηθούν επιπλέον 800 εκατ. ευρώ εφεξής. Κάπως έτσι προέκυψε ο δημοσιονομικός χώρος του 1,7 δισ. ευρώ, που ανακοινώθηκε στη ΔΕΘ.
Σύμφωνα με τον κ. Πετραλιά, στα δεδομένα αυτά περιθώρια επιχειρήθηκε ο πιο δίκαιος συνδυασμός, με μείωση της παιδικής και της νεανικής φτώχειας και μείωση της ανεργίας των νέων. «Είναι μια διαρθρωτική μεταρρύθμιση, επιδοτούμε την εργασία, την παραγωγή», τόνισε.

