Αύξηση κατά 3,9 δισ. ευρώ εμφανίζουν το οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου οι εισροές σε αμοιβαία κεφάλαια, που αποτελούν πλέον σταθερή επιλογή των νοικοκυριών για την τοποθέτηση των χρημάτων τους και στην προσπάθεια αποταμίευσης με καλύτερες αποδόσεις.
Η στροφή αυτή παρατηρείται τη στιγμή που οι καταθέσεις το τελευταίο επτάμηνο εμφανίζουν μικρές εισροές μόλις 589 εκατ. ευρώ, σταθεροποιώντας στο τέλος Ιουλίου το ύψος των καταθέσεων από τα νοικοκυριά στα 150,4 δισ. ευρώ, στα ίδια σχεδόν επίπεδα με τα τέλη του 2024. Από αυτά, μόλις τα 35 δισ. ευρώ είναι τοποθετημένα σε προθεσμιακές καταθέσεις.
Το καλάθι των αποταμιεύσεων των ελληνικών νοικοκυριών περιλαμβάνει άλλα 850 εκατ. ευρώ που είναι τοποθετημένα σε έντοκα γραμμάτια του ελληνικού Δημοσίου, εμφανίζοντας μικρή πτώση από το υψηλό του 1 δισ. ευρώ που είχαν φτάσει το 2024. Πρόκειται για κεφάλαια που ανανεώνονται από «μικροεπενδυτές», μετά τη δυνατότητα που δόθηκε τον Σεπτέμβριο του 2023 για απευθείας αγορά εντόκων έως το ποσό των 15.000 ευρώ, προσφέροντας καλύτερες αποδόσεις. Με βάση την τελευταία δημοπρασία εντόκων, η απόδοση για διάρκεια 52 εβδομάδων διαμορφώθηκε στο 1,97%, υψηλότερη από τη μέση απόδοση των προθεσμιακών καταθέσεων που έχει μειωθεί στο 1,16%.
Οι νέες τοποθετήσεις των 3,9 δισ. ευρώ σε αμοιβαία κεφάλαια το τελευταίο οκτάμηνο, αλλά και η άνοδος των αποτιμήσεων σε ομολογιακούς και μετοχικούς τίτλους, έχει αυξήσει το ενεργητικό των αμοιβαίων κεφαλαίων στα 27,5 δισ. ευρώ στα τέλη Αυγούστου από 22,1 δισ. ευρώ στα τέλη του 2024. Η αύξηση των 5,4 δισ. ευρώ σε σχέση με τα τέλη του 2024 οφείλεται στις εισροές των 3,9 δισ. ευρώ, αλλά και στην άνοδο των αποτιμήσεων κατά 1,5 δισ. ευρώ λόγω της ανόδου των τιμών.
Σταθερή επιλογή αποτελούν τα αμοιβαία κεφάλαια προκαθορισμένης διάρκειας (target maturity), στα οποία οι καθαρές εισροές από την αρχή του χρόνου –μετά τις λήξεις και τις ρευστοποιήσεις– ανέρχονται σε 1,9 δισ. ευρώ, ενώ άλλα 2 δισ. ευρώ έχουν τοποθετηθεί σε ανοιχτού τύπου επενδύσεις αμοιβαίων κεφαλαίων, επιβεβαιώνοντας τη στροφή των Ελλήνων επενδυτών σε επενδύσεις με μεγαλύτερο ρίσκο, που υπόσχονται και μεγαλύτερες αποδόσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Alpha ΑΕΔΑΚ, εκτός από τα 170 εκατ. ευρώ πωλήσεων σε αμοιβαία target maturity, καταγράφει τοποθετήσεις άλλων 350 εκατ. ευρώ σε αμοιβαία κεφάλαια One market funds της UniCredit.
Το ενεργητικό των αμοιβαίων κεφαλαίων ανήλθε σε 27,5 δισ. ευρώ στα τέλη Αυγούστου.
Πρόκειται για στρατηγική επιλογή της Alpha στο πλαίσιο της συνεργασίας της με τη UniCredit, δίνοντας τη δυνατότητα στους πελάτες της να έχουν πρόσβαση στις διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές με διασπορά κινδύνου και απόδοσης. Οι πωλήσεις της Εθνικής ΑΕΔΑΚ σε αμοιβαία προκαθορισμένης διάρκειας ανήλθαν το οκτάμηνο σε 982 εκατ. ευρώ, ενώ άλλα 533 εκατ. ευρώ και 210 εκατ. ευρώ είναι οι τοποθετήσεις της Eurobank ΑΕΔΑΚ και της Πειραιώς ΑΕΔΑΚ αντιστοίχως.
Από την ανάλυση των νέων εισροών σε αμοιβαία κεφάλαια το τελευταίο οκτάμηνο προκύπτει ότι την πρωτοκαθεδρία έχουν τα ομολογιακά εξωτερικού, στα οποία έχουν τοποθετηθεί 2,5 δισ. ευρώ από την αρχή του χρόνου. Πρόκειται τόσο για κρατικούς και εταιρικούς τίτλους κυρίως Ευρωζώνης, ενώ άλλα 400 εκατ. ευρώ έχουν συγκεντρώσει τα ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια εσωτερικού.
Ερευνα της Plum
Το ποσοστό αποταμίευσης πάντως στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, παραμένει αρνητικό και είναι το χαμηλότερο στην Ευρωζώνη καταγράφοντας μείωση 3,6% το α΄ τρίμηνο του 2025. Νέα πανελλαδική έρευνα της Plum δείχνει άλλωστε ότι πάνω από ένας στους δύο Ελληνες (52%) δηλώνει ότι ξεμένει από χρήματα τακτικά πριν τελειώσει ο μήνας, ενώ πάνω από ένας στους τέσσερις (28%) λέει ότι αυτό συμβαίνει κάθε μήνα. Σχεδόν ένας στους τέσσερις (24%) αντιμετωπίζει το πρόβλημα τους περισσότερους μήνες του έτους, ενώ μόλις μια μικρή μειοψηφία (14%) δηλώνει ότι δεν το αντιμετωπίζει ποτέ.
Οπως σημειώνει η Μαίριλυ Μητροπούλου, Country Marketing Manager της Plum για την Ελλάδα, «η τακτική αποταμίευση παραμένει πρόκληση», καθώς με βάση τα στοιχεία της έρευνας, μόλις το 15% αποταμιεύει σταθερά κάθε μήνα, ενώ το 17% αποταμιεύει περιστασιακά. Ενα επιπλέον 30% αποταμιεύει μόνο ό,τι περισσεύει στο τέλος του μήνα, ενώ 37% δεν αποταμιεύει καθόλου, ποσοστό που ανεβαίνει στο 47% στη Βόρεια Ελλάδα.
Γενικά οι Ελληνες δηλώνουν ότι ζουν εντός των δυνατοτήτων τους, με σχεδόν τα δύο τρίτα (65%) να αναφέρουν πως ξοδεύουν περίπου όσα κερδίζουν. Συνολικά, μόλις ένας στους τέσσερις (26%) ζει κάτω από τις δυνατότητές του και δημιουργεί «οικονομικό περιθώριο» για αποταμίευση, ενώ ένας στους δέκα παραδέχεται ότι ξοδεύει περισσότερα από όσα κερδίζει.

