Φθηνότερα επιτόκια από αυτά των ευρωπαϊκών τραπεζών προσφέρουν οι ελληνικές τράπεζες σε συγκεκριμένες κατηγορίες δανείων, όπως τα στεγαστικά, αντιστρέφοντας την εικόνα που τις έφερε μεταξύ των χωρών με τα υψηλότερα επιτόκια.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΚΤ, στην Ελλάδα το σταθερό επιτόκιο για ένα και πέντε έτη είναι σήμερα χαμηλότερο από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, καθώς διαμορφώθηκε τον Ιούλιο στο 3,36% και 3,20% αντιστοίχως, έναντι 3,56% και 3,39% που ήταν ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη τον ίδιο μήνα. Τα επιτόκια μάλιστα αυτά δεν περιλαμβάνουν τις μειώσεις που προβλέπει το πρόγραμμα «Σπίτι μου» και αποτελούν το μέσο συμβατικό επιτόκιο που ισχύει σήμερα για όσους θέλουν να προχωρήσουν στην αγορά κατοικίας μέσω δανεισμού.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι πριν από περίπου τρία χρόνια, όταν δηλαδή ξεκίνησε η άνοδος των επιτοκίων από την ΕΚΤ, οι ελληνικές τράπεζες κατατάσσονταν στις πρώτες θέσεις των χωρών με τα ακριβότερα επιτόκια για στεγαστικά δάνεια στις δύο βασικές κατηγορίες, δηλαδή με σταθερό έως ένα και έως πέντε χρόνια. Η πορεία σύγκλισης των ελληνικών επιτοκίων με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά οφείλεται στο γεγονός ότι κατά την τελευταία 3ετία της ανόδου των επιτοκίων οι ελληνικές τράπεζες –σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές– συγκράτησαν τις αυξήσεις, με αποτέλεσμα να καλύψουν μεγάλο μέρος της διαφοράς που τις χώριζε με τα αντίστοιχα επιτόκια των χωρών της Ευρωζώνης. Ετσι σήμερα βρίσκονται κάτω από τον μέσο όρο.
Το σταθερό επιτόκιο για στεγαστικά ενός και πέντε ετών είναι στο 3,36% και 3,20% αντιστοίχως, έναντι 3,56% και 3,39% στην Ευρωζώνη.
Η σύγκριση με βάση τα στοιχεία της ΕΚΤ δείχνει μάλιστα ότι η πορεία σύγκλισης δεν έχει ολοκληρωθεί, καθώς υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω μειώσεων ειδικά στις κατηγορίες με σταθερό επιτόκιο σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, δηλαδή άνω των πέντε ετών, που είναι και τα πιο δημοφιλή.
Στις δύο αυτές κατηγορίες υπάρχει ακόμη υπολογίσιμη διαφορά με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά, καθώς το σταθερό επιτόκιο για διάρκεια δανείου από πέντε έως 10 χρόνια για την αγορά κατοικίας διαμορφώνεται σήμερα στη χώρα μας στο 4,34%, όταν το αντίστοιχο στην Ευρωζώνη είναι 3,45%, ενώ περιθώριο υπάρχει και στις μεγαλύτερες διάρκειες άνω των 10 ετών, όπου το μέσο επιτόκιο σήμερα στη χώρα μας διαμορφώνεται στο 3,74%, ενώ το αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό είναι 3,12%.
Η πορεία σύγκλισης των επιτοκίων δεν ακολουθεί τον ίδιο βηματισμό στα καταναλωτικά δάνεια, όπου το μέσο επιτόκιο των ελληνικών τραπεζών διαμορφώθηκε τον Ιούλιο στο 10,45% έναντι 7,46% στην Ευρωζώνη, ενώ διαφοροποιήσεις υπάρχουν και στα επιχειρηματικά δάνεια, όπου το μέσο επιτόκιο δανεισμού για τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι υψηλότερο σε σχέση με αυτό με το οποίο δανείζονται οι ευρωπαϊκές. Ενδεικτικά, το μέσο επιτόκιο δανεισμού των επιχειρήσεων διαμορφώθηκε τον Ιούλιο στη χώρα μας στο 4% έναντι 3,52% στην Ευρωζώνη, αλλά θα πρέπει να σημειωθεί ότι μεγάλο μέρος των επιχειρηματικών δανείων είναι σήμερα επιδοτούμενο μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς και μέσω άλλων ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως της ΕΤΕπ, ενώ προς τις μικρές επιχειρήσεις ο κύριος όγκος δίνεται μέσω της ΕΑΤ με ευνοϊκούς όρους.
Σε ό,τι αφορά τα επιτόκια καταθέσεων, η σύγκλιση που επίσης παρατηρείται είναι αποτέλεσμα της καθυστερημένης μετακύλισης της ανόδου των επιτοκίων στα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων που εφάρμοσαν οι ελληνικές τράπεζες τα προηγούμενα χρόνια, σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ετσι, το μέσο επιτόκιο των προθεσμιακών καταθέσεων για τα νοικοκυριά διαμορφώνεται σήμερα στο 1,16% έναντι 1,77% στην Ευρωζώνη, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο για τις καταθέσεις των επιχειρήσεων διαμορφώνεται στο 1,69% έναντι 1,89% στην Ευρωζώνη.

