Σε Λάρισα, Ηράκλειο, Θεσσαλονίκη και Καλαμάτα θα καταγραφούν από σήμερα έως την Πέμπτη οι υψηλότερες τιμές του δείκτη ΘΥΒΜΑΣ, ο οποίος χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της θερμικής καταπόνησης του πληθυσμού, ως συνάρτηση της θερμοκρασίας, της υγρασίας, του αέρα και της ακτινοβολίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραχώρησε στην «Κ» το Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Φυσιολογίας FΑΜΕ, οι τιμές του δείκτη ΘΥΒΜΑΣ τις επόμενες ημέρες του εν εξελίξει καύσωνα θα κυμανθούν από τους 26 βαθμούς Κελσίου (Ιωάννινα) και θα σκαρφαλώσουν μέχρι και τους 32,9 βαθμούς σε Λάρισα και Θεσσαλονίκη στις 24 Ιουλίου.
Οπως ανέφερε στην «Κ» ο Ανδρέας Φλουρής, καθηγητής Φυσιολογίας στο Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και διευθυντής του εργαστηρίου FAME, οι επιπτώσεις της θερμικής καταπόνησης είναι ακόμα παραγνωρισμένες στην Ελλάδα. Ιδιαίτερα ευάλωτοι στη θερμική καταπόνηση είναι τα άτομα άνω των 55 ετών, οι έγκυες γυναίκες, άτομα με χρόνια νοσήματα ή νευρολογικά προβλήματα, άτομα με αναπηρία, καθώς και όσοι λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή που επηρεάζει τη θερμορύθμιση.
Βασικά χαρακτηριστικά της θερμοπληξίας
Το χειρότερο, τόνισε, που μπορεί να συμβεί σε κάποιον από την παρατεταμένη θερμική καταπόνηση είναι η θερμοπληξία. Oπως υπογράμμισε ο κ. Φλουρής, εννιά στους 10 ανθρώπους που παθαίνουν θερμοπληξία χάνουν τις αισθήσεις τους. Τα βασικά χαρακτηριστικά της θερμοπληξίας είναι οι διαταραχές του νευρικού συστήματος αλλά και υψηλές θερμοκρασίες του σώματος. «Η ζέστη χτυπάει πρώτα το νευρικό σύστημα», εξήγησε σημειώνοντας πως ο άνθρωπος που θα πάθει θερμοπληξία μπορεί να απολέσει την ικανότητα συντονισμού των κινήσεών του και να βιώσει διάφορες νευρολογικές διαταραχές ή σπασμούς. Την ίδια στιγμή η θερμοκρασία του σώματός του μπορεί να φτάσει μέχρι και τους 42 βαθμούς.
Eννιά στους 10 ανθρώπους που παθαίνουν θερμοπληξία χάνουν τις αισθήσεις τους, ενώ η θερμοκρασία του σώματος μπορεί να φτάσει μέχρι και τους 42 βαθμούς.
Σύμφωνα με τον κ. Φλουρή, στην Ελλάδα δεν υπάρχουν δεδομένα για θανάτους που προκαλούνται από θερμοπληξία καθώς παρά τις οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, τα περιστατικά θερμοπληξίας που οδηγούνται στα νοσοκομεία και καταλήγουν δηλώνονται συνήθως ως εμφράγματα.
Οδηγίες για τους εργαζόμενους
Την άνοδο της θερμοκρασίας, στον δείκτη ΘΥΒΜΑΣ, συνοδεύουν συγκεκριμένες οδηγίες που απευθύνονται σε όσους εργάζονται. Συγκεκριμένα, όταν η τιμή του δείκτη, ο οποίος υπολογίζεται και εμφανίζεται στην ιστοσελίδα της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας ξεπεράσει τους 32,5°C, τότε συνιστάται να διακοπεί η εργασία σε εξωτερικούς χώρους. Χωρίς την τήρηση συγκεκριμένων μέτρων, όπως τα συχνά διαλείμματα και η τακτική κατανάλωση νερού, η έκθεση σε υψηλές θερμοκρασίες μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία όπως είναι η αφυδάτωση και η θερμική κόπωση.

Η θερμική κόπωση οφείλεται στην αυξημένη κόπωση που προκαλείται από την υπερ-δραστηριότητα της καρδιάς η οποία προσπαθεί υποστηρίζοντας παράλληλα τις υπόλοιπες λειτουργίες του σώματος, να μειώσει και τη θερμοκρασία του σώματος. Παράλληλα, έρευνες στην Ελλάδα έχουν δείξει πως οι έξι στους 10 εργαζόμενους ξεκινούν την εργασιακή ημέρα τους ήδη αφυδατωμένοι. Οπως σημειώνει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, o οποίος συμπεριλήφθηκε και στη λίστα του περιοδικού TIME με τους 100 ανθρώπους που μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, όσοι εργάζονται στη ζέστη σε εξωτερικούς χώρους για πολλά χρόνια έχουν διπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν προβλήματα στη λειτουργία των νεφρών.

Τέλος, όπως ανέφερε ο κ. Φλουρής οι συνθήκες αυξημένης θερμοκρασίας οδηγούν στη μείωση παραγωγικότητας του εργαζομένου καθώς ο ανθρώπινος εγκέφαλος δίνει εντολή στο σώμα να μειώσει τους ρυθμούς του ώστε να μην παραγάγει περισσότερη θερμοκρασία. Η βέλτιστη θερμοκρασία για εργασία είναι στους 18 – 19 βαθμούς Κελσίου. Για κάθε βαθμό Κελσίου που ξεπερνάει το όριο αυτό, η παραγωγικότητα πέφτει κατά 2,3%. «Αυτό σημαίνει ότι στους 40 °C η παραγωγικότητα ενός εργαζομένου έχει πέσει στο μισό».
Οι εργαζόμενοι που απειλούνται περισσότερο είναι όσοι εργάζονται σε εξωτερικούς χώρους ή σε εσωτερικούς χώρους δίχως κλιματισμό, σε χώρους που έχουν κλιματισμό αλλά παράλληλα και μηχανήματα που εκπέμπουν θερμότητα ή υγρασία, όπως φούρνοι και καθαριστήρια, καθώς και εργαζόμενοι που υποβάλλονται σε σωματική άσκηση, όπως οι αγρότες ή όσοι απασχολούνται στον κατασκευαστικό τομέα.

