Μπορεί η Ελλάδα να ξεχωρίζει λόγω της ισχυρής ανάπτυξης της οικονομίας της, μπορεί η συνετή δημοσιονομική πολιτική και οι μεταρρυθμίσεις να την έχουν βάλει και πάλι στο κλαμπ της επενδυτικής βαθμίδας, και μπορεί οι μισθοί να έχουν ανέβει τα τελευταία χρόνια, ωστόσο η Deutsche Bank δείχνει ουσιαστικά γιατί ο μέσος Ελληνας δυσκολεύεται να αισθανθεί αυτή τη βελτίωση και έχει δίκιο εάν νιώθει φτωχός. Το κόστος ζωής είναι πάνω από τον μέσο όρο διεθνώς, ενώ οι μισθοί αρκετά χαμηλότερα.
Σε έκθεσή της για το κόστος ζωής και τις συνθήκες διαβίωσης σε 69 πόλεις διεθνώς που έχουν τη μεγαλύτερη σημασία για τις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές, η γερμανική τράπεζα καταλήγει σε ενδιαφέροντα ευρήματα. Στην ανάλυση πλήθους κατηγοριών που συνθέτουν το κόστος διαβίωσης, από τις δόσεις στεγαστικού δανείου, τους λογαριασμούς ρεύματος και νερού, και τη βενζίνη, έως την έξοδο σε εστιατόριο και σινεμά, τη συνδρομή σε γυμναστήριο και το να απολαύσει κανείς έναν καφέ ή μια μπίρα, η πόλη της Αθήνας κατατάσσεται αρκετά πάνω από τον μέσο όρο, τη στιγμή που ο μέσος μισθός βρίσκεται χαμηλά.
Ειδικότερα, οι Αθηναίοι πληρώνουν τη δέκατη πιο ακριβή βενζίνη στον κόσμο, σύμφωνα με την Deutsche Bank. Συγκεκριμένα, το 1 λίτρο βενζίνης κοστίζει σήμερα 2,09 δολάρια έχοντας καταγράψει αύξηση 23% σε μία πενταετία. Την ακριβότερη βενζίνη στον κόσμο πληρώνει το Χονγκ Κονγκ με 3,07 δολ. το λίτρο, ενώ ακολουθούν η Ζυρίχη με 2,27 δολάρια και το Αμστερνταμ με 2,26 δολ. Κάιρο, Ντόχα, Ντουμπάι και Ριάντ βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις, με τη βενζίνη να κοστίζει από 0,32 έως 0,75 δολ. το λίτρο.
Πολύ χαμηλά στην κατάταξη ωστόσο, στην 56η θέση, βρίσκονται οι μισθοί στην Ελλάδα (Αθήνα). Αν και καταγράφεται αύξηση κατά σχεδόν 30% σε σχέση με το 2000, ο μηνιαίος μισθός (μετά την αφαίρεση των φόρων) διαμορφώνεται στα 1.141 δολ., μία θέση πάνω από τον μέσο μισθό στην Τουρκία που είναι στα 934 δολ., μία θέση κάτω από τον μηνιαίο μισθό στο Μπανγκαλόρ της Ινδίας (1.261 δολ.) και δύο θέσεις χαμηλότερα από τα 1.340 δολ. που παίρνει ο μέσος εργαζόμενος στην Κουάλα Λουμπούρ της Μαλαισίας. Η Γενεύη, η Ζυρίχη και το Σαν Φρανσίσκο είναι στην κορυφή της κατάταξης με μηνιαίους μισθούς 7.984 δολ., 7,788 δολ. και 7.092 δολ. αντίστοιχα.
Το κόστος του μηνιαίου ενοικίου για ένα τριάρι διαμέρισμα στο κέντρο της πρωτεύουσας είναι ανταγωνιστικό, με την Αθήνα να καταλαμβάνει την 59η θέση (1.180 δολ.), τη στιγμή που στη Νέα Υόρκη ξεπερνάει τις 8.000 δολ., στη Σιγκαπούρη και στη Βοστώνη τις 6.000 δολ. και στο Λονδίνο τις 5.500 δολ. Ωστόσο, η αγορά σπιτιού δεν είναι προσιτή στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, η δόση ενός στεγαστικού δανείου σήμερα αποτελεί το 78% του εισοδήματος (αγορά διαμερίσματος 90 τ.μ. στο κέντρο με προκαταβολή 20%, διάρκεια 20 έτη), με την Αθήνα να καταλαμβάνει την 31η θέση διεθνώς, τη στιγμή που στο Σικάγο ή στις Βρυξέλλες, για παράδειγμα, η δόση είναι το 18% και το 30% του μηνιαίου εισοδήματος.
Αρκετά ακριβή είναι η Αθήνα και όσον αφορά τους λογαριασμούς ρεύματος, θέρμανσης και νερού. Κατατάσσεται στην 25η θέση διεθνώς, με αυτό το κόστος για τα νοικοκυριά να έχει καταγράψει αύξηση πάνω από 33% μέσα σε πέντε χρόνια. Τους υψηλότερους λογαριασμούς πληρώνουν τα νοικοκυριά στο Μόναχο και ακολουθούν το Εδιμβούργο, η Φρανκφούρτη και το Βερολίνο, ενώ τους μικρότερους έχουν το Κάιρο, η Μπανγκαλόρ, η Πόλη του Μεξικού, το Πεκίνο και η Σαγκάη.
Καθόλου φθηνή δεν είναι η Αθήνα και όσον αφορά την ένδυση, την έξοδο και την ψυχαγωγία. Η αγορά μιας φιάλης κρασιού, ενός παντελονιού τύπου τζιν, ενός φορέματος, δύο καφέδων, ένα γεύμα για δύο άτομα σε εστιατόριο μεσαίας κατηγορίας, δύο εισιτήρια κινηματογράφου και δύο εισιτήρια μεταφοράς με ταξί (ένα «φθηνό ραντεβού», όπως το ονομάζει η Deutsche Bank) κοστίζουν συνολικά 256 δολάρια στην Αθήνα, παρουσιάζοντας 30% αύξηση σε σχέση με το 2000, καταλαμβάνοντας την 34η θέση διεθνώς. Ανάλογα «ραντεβού» σε Μαδρίτη, Σίδνεϊ, Λος Αντζελες, Σικάγο, Βερολίνο, Φρανκφούρτη και Βιέννη κοστίζουν έως 40 δολ. παραπάνω, ενώ έως 40 δολ. φθηνότερα κοστίζουν σε Βαρκελώνη Λισσαβώνα, Χονγκ Κονγκ, Ρώμη, Αμπου Ντάμπι, Πράγα, Τόκιο και σε πολλές άλλες πόλεις.
Για μια μπίρα σε κάποιο μπαρ της Αθήνας το κόστος είναι κατά μέσον όρο 5,77 δολ., που είναι η 33η ακριβότερη τιμή στον κόσμο. Τη φθηνότερη μπίρα μπορεί να πιει κανείς στο Πεκίνο (2,09 δολ.), ενώ στο Ντουμπάι –που είναι στην 1η θέση– θα την πληρώσει 13,61 δολ.
Αρκετά πάνω από τη μέση της παγκόσμιας κατάταξης βρίσκεται η Αθήνα (29η) σε ό,τι αφορά το κόστος ενός καπουτσίνο, ο οποίος κοστίζει 4,29 δολ. κατά μέσον όρο (+23% σε σχέση με το 2000) και πολύ κοντά σε ό,τι κοστίζει στο κέντρο του Παρισιού (4,64 δολ.), τη στιγμή που στη Ρώμη κοστίζει 1,79 δολ. και στο Μιλάνο 2,15 δολ.
Σημαντική αύξηση άνω του 70% παρουσιάζει μια μέση μηνιαία συνδρομή σε γυμναστήριο στην Αθήνα σε σχέση με το 2000 και κοστίζει 56 δολ., η 30ή πιο ακριβή διεθνώς. Στις Βρυξέλλες το κόστος είναι 41 δολ. και στο Παρίσι 39 δολ., ενώ στη Νέα Υόρκη, που είναι η πιο ακριβή, ανέρχεται σε 142 δολ. Πάντως, κάτω από τη μέση της διεθνούς κατάταξης βρίσκεται η Αθήνα όσον αφορά το κόστος χρήσης των μέσων μεταφοράς (μηνιαία κάρτα) καταλαμβάνοντας την 52η θέση με 35 δολ.

