Στο 2,2% διαμορφώθηκε ο ρυθμός ανάπτυξης το α΄ τρίμηνο, σύμφωνα με τα χθεσινά προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, με τις επενδύσεις να πραγματοποιούν «βουτιά» 3,2%, κάτι που προκάλεσε ερωτηματικά ως προς το εφικτό του στόχου 8,4% που έχει θέσει ο προϋπολογισμός για αύξησή τους στο σύνολο του έτους.
Προβληματισμός ως προς το εφικτό του στόχου αύξησης των επενδύσεων κατά 8,4% φέτος.
Ο ρυθμός 2,2% είναι βεβαίως υψηλότερος από το 1,5% της Ευρωζώνης και 1,6% της Ε.Ε. που ανακοίνωσε χθες η Eurostat. Ωστόσο, σε τριμηνιαία βάση, δηλαδή σε σύγκριση με το δ΄ τρίμηνο του 2024, το ελληνικό ΑΕΠ ήταν σχεδόν στάσιμο (αύξηση κατά 0,04%), ενώ στην Ευρωζώνη αυξήθηκε κατά 0,6%.
Η Εθνική Τράπεζα αναθεώρησε την πρόβλεψή της για τον ρυθμό ανάπτυξης φέτος από το 2,4% στο 2%. Η κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπουν 2,3%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σε ετήσια βάση, η κατανάλωση ήταν και πάλι η βασική κινητήρια δύναμη της αύξησης του ΑΕΠ. Η συνολική καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 1,9% σε σύγκριση με το α΄ τρίμηνο του 2024 και ειδικότερα αυτή των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 1,6% και της γενικής κυβέρνησης κατά 0,7%. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 2,2%, ενώ ειδικότερα οι εξαγωγές των αγαθών αυξήθηκαν κατά 1,7% και των υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 0,2%. Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 2,4% και ειδικότερα οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 1,7% και υπηρεσιών κατά 3,8%. Ετσι, συνολικά ο εξωτερικός τομέας είχε αρνητική συνεισφορά στην ανάπτυξη.
Σχολιάζοντας τη μείωση των επενδύσεων, σε σημείωμά του για την πορεία του ΑΕΠ το α΄ τρίμηνο, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Eurobank Tάσος Αναστασάτος επισημαίνει: «Δεδομένου ότι οι επενδύσεις λαμβάνουν συνεισφορές από την εκτέλεση των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αυτό υποδηλώνει μια αδύναμη εξέλιξη των ιδιωτικών επενδύσεων». Παραθέτει μάλιστα στοιχεία για την πορεία των επιμέρους κατηγοριών ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου, σημειώνοντας ότι η μείωση σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο προήλθε κυρίως από τις κατοικίες (-18,7%), τον μηχανολογικό εξοπλισμό – οπλικά συστήματα (-8,1%) και τις λοιπές κατασκευές (8,5%). Ανοδικά κινήθηκε μόνο ο μεταφορικός εξοπλισμός (+6,8%).
Σε όρους παραγωγής, η πραγματική Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία μειώθηκε σε τριμηνιαία βάση κατά 0,4%, κάτι που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στους κλάδους των κατασκευών και της διαχείρισης ακίνητης περιουσίας και συναρτάται, σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγο της Eurobank, έως έναν βαθμό με την αβεβαιότητα που προκάλεσε η ακύρωση από το ΣτΕ του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού.
Ο κ. Αναστασάτος τονίζει ότι ενώ η ελληνική οικονομία υπεραποδίδει σε όρους ανάπτυξης από τη λοιπή Ευρωζώνη, «τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ανάπτυξης εξακολουθούν να μην υποδηλώνουν κάποιον δομικό μετασχηματισμό του ελληνικού υποδείγματος ανάπτυξης, στον βαθμό που βασική κινητήρια δύναμη παραμένει η ιδιωτική κατανάλωση».
Σύμφωνα, εξάλλου, με σημείωμα της Εθνικής για τα χθεσινά στοιχεία (επικεφαλής οικονομολόγος Νίκος Μαγγίνας), οι επενδύσεις ήταν χαμηλότερες από τις προβλέψεις, με όλες σχεδόν τις κατηγορίες, εκτός από τον μηχανολογικό εξοπλισμό, να υποχωρούν σε ετήσια βάση. Επίσης, κατώτερες των προσδοκιών ήταν και οι εξαγωγές υπηρεσιών, που υποχώρησαν κατά 0,2% για πρώτη φορά τα τελευταία δύο χρόνια, αντανακλώντας μείωση στις μεταφορές και στάσιμα τουριστικά έσοδα.

