Στην παραγωγικότητα θα πρέπει να εστιάσουν από κοινού επιχειρήσεις, εργαζόμενοι και κυβέρνηση σύμφωνα με τον ΣΕΒ, γιατί μόνο έτσι μπορεί να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και να υπάρξει αυξημένο μέρισμα για όλους.
Την άποψη αυτή διατύπωσε χθες ο πρόεδρος του Συνδέσμου Σπύρος Θεοδωρόπουλος σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε για την παρουσίαση της ετήσιας έρευνας «Ο Σφυγμός του Επιχειρείν» που πραγματοποιεί ο ΣΕΒ σε συνεργασία με την ΜRB. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ ανέδειξε την παραγωγικότητα ως το «κλειδί» για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και την αύξηση των μισθών, θυμίζοντας ότι ήταν ένα από τα τρία προβλήματα που έφεραν την κρίση στην ελληνική οικονομία. «Ο δημόσιος τομέας, η παραγωγικότητα και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών μας οδήγησαν στην κρίση. Το πρώτο το λύσαμε. Τα άλλα δύο όχι. Πρέπει όλοι μαζί να τα αντιμετωπίσουμε μέσα από ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο», είπε.
Τη χαμηλή παραγωγικότητα έδειξε ως πρόβλημα και όταν ρωτήθηκε για την ακρίβεια. «Δεν φταίνε οι τιμές, αλλά οι χαμηλοί μισθοί. Αλλά για να λέμε αλήθειες, οι μισθοί δεν μπορούν να αυξηθούν σε πραγματικούς όρους, αν δεν αυξηθεί η παραγωγικότητα και θα πρέπει να προσπαθήσουμε όλοι μαζί γι’ αυτό. Οι επιχειρήσεις να επενδύσουμε, οι εργαζόμενοι να μας προσφέρουν μεγαλύτερη ευελιξία και εμείς καλύτερες αμοιβές. Η πολιτεία να στηρίξει τις επιχειρήσεις για να παράγουν αυξημένο μέρισμα για όλους. Διαφορετικά θα προσπαθούμε να μοιράσουμε μια πίτα που δεν είναι αρκετή», τόνισε. Οπως μάλιστα αποκάλυψε, στο υπόμνημα που θα καταθέσει ο ΣΕΒ στο υπουργείο Ανάπτυξης για τον αναπτυξιακό νόμο, προτείνει την αντικατάσταση του κριτηρίου των θέσεων εργασίας με δείκτες παραγωγικότητας. «Στις σύγχρονες επενδύσεις, ο βασικός στόχος πρέπει να είναι η αύξηση της παραγωγικότητας που συχνά συνδέεται με τον αυτοματισμό, όχι αναγκαστικά με περισσότερες θέσεις εργασίας», είπε. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ εξέφρασε επίσης την ανησυχία του Συνδέσμου για την επιστροφή του ελέγχου των υπαγωγών στο κράτος. «Κάναμε βήματα προόδου με το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά τώρα επιστρέφουμε σε χρονοβόρες διαδικασίες που δεν συνάδουν με τις ταχύτητες που απαιτεί η επιχειρηματικότητα σήμερα», επισήμανε.
Η ταχύτητα των μεταρρυθμίσεων είναι το δεύτερο κρίσιμο ζήτημα για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Η ταχύτητα των μεταρρυθμίσεων είναι το δεύτερο κρίσιμο ζήτημα για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα που ανέδειξε χθες ο πρόεδρος του ΣΕΒ. «Περιμένουμε να δούμε από την κυβέρνηση μια επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων», είπε ο πρόεδρος του Συνδέσμου, επισημαίνοντας την πρόοδο που καταγράφεται σε τομείς που προχώρησαν, όπως η φοροδιαφυγή και η εισφοροδιαφυγή. Ο ΣΕΒ ζητάει επίσης την άρση φορολογικών βαρών που επιβλήθηκαν μέσα στην κρίση, όπως για παράδειγμα η προκαταβολή φόρου, η οποία, όπως ανέφερε, «τιμωρεί τις ταχέως αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις στον τομέα της νέας οικονομίας». Ο πρόεδρος του ΣΕΒ αναφέρθηκε και σε ζητήματα αθέμιτου ανταγωνισμού των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων από τρίτες χώρες που δεν επιβαρύνονται από κόστος CO2 και τάχθηκε υπέρ της επιβολής δασμών σε εισαγωγές προϊόντων από τρίτες χώρες.
Με αφορμή εξάλλου και τα αποτελέσματα της έρευνας που παρουσίασε ο διευθύνων σύμβουλος της MRB, Δημήτρης Μαύρος, ο πρόεδρος του ΣΕΒ αναφέρθηκε στο πρόβλημα της έλλειψης προσωπικού σε όλους τους κλάδους της οικονομίας και ιδιαίτερα στα τεχνικά επαγγέλματα. «Η κατάργηση των τεχνικών σχολών έχει αφήσει τεράστιο κενό. Στη βιομηχανία εκπαιδεύουμε συνεχώς ανθρώπους», είπε και ανέφερε ως παράδειγμα για το μέγεθος του προβλήματος την περιοχή της Μαγνησίας που έχει ζητήσει από τον ΣΕΒ να εκπαιδεύσει 400 ηλεκτροσυγκολλητές. Ο κ. Θεοδωρόπουλος εστίασε στην ανάγκη στήριξη των μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεων που εμφανίζονται πιο ευάλωτες σε σχέση με τις μικρές και τις μεγάλες. «Στον ΣΕΒ εκπροσωπούμε επιχειρήσεις κάθε μεγέθους – μικρές, μεσαίες και μεγάλες. Από τη συνεχή επαφή που έχουμε με τα μέλη μας, είχαμε ήδη διαπιστώσει ότι οι μεσαίες επιχειρήσεις είναι αυτές που δέχονται τη μεγαλύτερη πίεση. Δεν διαθέτουν ούτε το μέγεθος και τις υποδομές των μεγάλων, ούτε την ευελιξία και την ταχύτητα αντίδρασης των μικρών. Η έρευνα που παρουσιάζουμε σήμερα έρχεται να επιβεβαιώσει αυτή την εικόνα. Αυτή η αποτύπωση της πραγματικότητας είναι κρίσιμη. Μας βοηθάει να εστιάσουμε στις ουσιαστικές ανάγκες των επιχειρήσεων».
Οι επιχειρήσεις, σύμφωνα με την έρευνα της MRB, αξιολογούν θετικά την παρούσα κατάσταση της χώρας, αυξάνονται ωστόσο οι προβληματισμοί για το μέλλον. Παρά την ανησυχία, το 2025, πάνω από εννέα στις δέκα επιχειρήσεις είτε θα αυξήσουν είτε θα διατηρήσουν σταθερό το προσωπικό τους. Επίσης, πάνω από τις μισές επιχειρήσεις θα δώσουν αυξήσεις στους μισθούς το 2025, με τη βιομηχανία να είναι η πιο γαλαντόμα (πάνω από το 79,4% των βιομηχανικών επιχειρήσεων). Κόστος ενέργειας, φορολογία επιχειρήσεων, φόροι και ασφαλιστικές εισφορές παραμένουν τα διαχρονικά προβλήματα για επιχειρήσεις κάθε μεγέθους. Δειλά κινείται το ελληνικό επιχειρείν στον τομέα του ΑΙ με μόλις μία στις τέσσερις επιχειρήσεις να έχουν προετοιμάσει κάτι. Οι χαμηλοί ρυθμοί μεταρρυθμίσεων, το ρευστό διεθνές περιβάλλον και η κλιματική κρίση είναι οι μεγάλες προκλήσεις για τις ελληνικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΒ.

