Ο ξηρός χειμώνας «ανάβει» φωτιές – Ευάλωτη σε κλιματολογικές καταστροφές η Αθήνα

Ο ξηρός χειμώνας «ανάβει» φωτιές – Ευάλωτη σε κλιματολογικές καταστροφές η Αθήνα

Ανησυχία για τις δασικές πυρκαγιές, καθώς οι μειωμένες βροχοπτώσεις ευνοούν τη συσσώρευση καύσιμης ύλης - Στις πλέον ευάλωτες πόλεις του κόσμου σε κλιματολογικές καταστροφές (φωτιές και πλημμύρες) εντάσσει την Αθήνα ρεπορτάζ των Financial Times

ο-ξηρός-χειμώνας-ανάβει-φωτιές-ευ-563597047

Η έναρξη της αντιπυρικής περιόδου συνδέεται πάντα τα τελευταία χρόνια με μια αυξημένη ανησυχία για τις δασικές αλλά και περιαστικές πυρκαγιές το καλοκαίρι. Σε σημαντικό βαθμό όμως το τι θα συμβεί τους επόμενους μήνες δεν έχει να κάνει μόνο με τις συνθήκες του καλοκαιριού, αλλά και με τα χαρακτηριστικά του χειμώνα που πέρασε και ειδικά με τις υδρολογικές συνθήκες. Ειδικά στις πιο ευαίσθητες ζώνες για την εκδήλωση πυρκαγιών, όπως οι μεικτές (δασικές και κατοικημένες) σε περιαστικές περιοχές, η συσσώρευση ξηράς καύσιμης ύλης μπορεί να γίνει «μπαρουταποθήκη».

Το 2025 ξεκίνησε δειλά με βροχές και χιόνια, αλλά δεν έχει αναστραφεί η κατάσταση, επισημαίνει ο Χρήστος Ζερεφός, εκπρόσωπος της Ελλάδας για την κλιματική αλλαγή.

Μελέτη της Ακαδημίας Αθηνών έχει καταγράψει πως στο διάστημα 2000-2021 τα τέσσερα έτη με τις περισσότερες καμένες εκτάσεις (2007, 2021, 2000 και 2012 κατά σειρά απωλειών) ήταν θερμότερα από τον μέσο όρο, ενώ παράλληλα είχαν μειωμένες βροχοπτώσεις. Το ίδιο συνέβη και πέρυσι. «Οι μεγαλύτερες πυρκαγιές του 2024 εκδηλώθηκαν σε περιοχές που ήδη από τον Μάιο του 2024 κατέγραφαν τα υψηλότερα δυναμικά εκδήλωσης πυρκαγιών λόγω της ξηρασίας», σημειώνεται στον απολογισμό της περυσινής χρονιάς, από Εθνικό Αστεροσκοπείο, Meteo.gr, ομάδα Flame και WWF.

Οι βροχοπτώσεις την προηγούμενη περίοδο (από Οκτώβριο 2024 μέχρι και Μάρτιο 2025) παρουσιάζουν μια βελτίωση σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες ένα χρόνο πριν, αλλά παραμένουν και φέτος σημαντικά περιορισμένες σε σχέση με τον μέσο όρο της τελευταίας δεκαπενταετίας. Υπάρχουν μετεωρολογικοί σταθμοί με απώλειες σε βροχή και πάνω από 40% (Ιωάννινα, Αλεξανδρούπολη, Καρπενήσι), κάτι που συνέβη και στην Αττική, με τον μετεωρολογικό σταθμό στο Γκάζι, στο κέντρο της Αθήνας, να συλλέγει μόλις το 59% του μέσου όρου βροχής της 15ετίας. Καθώς η Αττική βρίσκεται κάθε χρόνο «στα κόκκινα» από πλευράς επικινδυνότητας εκδήλωσης πυρκαγιών, ακόμη μία χρονιά ξηρασίας σίγουρα προβληματίζει. Αλλες περιοχές είναι φέτος κοντά στα «κανονικά» επίπεδα βροχόπτωσης (Τρίκαλα, Λιβαδειά, Νεμέα), ενώ ο σταθμός της Καλαμαριάς κατέγραψε περισσότερη βροχή από το συνηθισμένο. Ταυτόχρονα και τα χιόνια ήταν περισσότερα σε σχέση με πέρυσι, αλλά και πάλι υπολείπονται πολύ από τα μέσα επίπεδα των προηγούμενων ετών, ρίχνοντας και αυτά την υγρασία του υπεδάφους.

«Οφείλουμε να είμαστε σε συνθήκες επιφυλακής και για τη φετινή αντιπυρική περίοδο. Το περυσινό έτος ήταν το πιο θερμό κι ένα από τα πιο ξηρά έτη από τότε που έχουμε μετρήσεις. Το φετινό έχει ξεκινήσει δειλά με κάποιες βροχοπτώσεις και λίγα χιόνια, αλλά δεν έχει αναστραφεί η κατάσταση της λειψυδρίας γενικά, δεν είμαστε σε κατάσταση ισορροπίας όσον αφορά τα οικοσυστήματα», λέει στην «Κ» ο Χρήστος Ζερεφός, γενικός γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών και εκπρόσωπος της Ελλάδας για την κλιματική αλλαγή. «Η αντιπυρική περίοδος έχει ξεκινήσει και από την ώρα που μπήκαμε στην άνοιξη τα φυτά φουντώνουν και δημιουργείται καύσιμη ύλη», συμπληρώνει.

Υπάρχουν στοιχεία που κρατούν σε εγρήγορση τους επιστήμονες. «Μας ανησυχεί η παρατεταμένη ξηρασία τα τελευταία έτη σε όλη τη Μεσόγειο και στην Ελλάδα. Επίσης, μεταβολή των δεικτών ξηρότητας στην ανατολική και νοτιοανατολική χώρα, όπου διαμορφώνεται κατάσταση ημιερημική», σημειώνει ο κ. Ζερεφός. Προσθέτοντας μια πολύ ενδιαφέρουσα πλευρά αναφέρει: «Μας ανησυχεί, επίσης, το ενδεχόμενο ακραίων ανέμων, που ενισχύουν τις πυρκαγιές, ειδικά λόγω των υδρατμών εξάτμισης από την επιφάνεια της θάλασσας σε Μεσόγειο και Αιγαίο, που είναι πιο θερμή έως και 1,5 βαθμό Κελσίου. Εάν θα έχουμε τους θυελλώδεις ανέμους που είχαμε πέρυσι, τα πράγματα θα είναι δύσκολα», λέει ο γ.γ. της Ακαδημίας. Το Κέντρον Ερεύνης Φυσικής της Ατμοσφαίρας και Κλιματολογίας μελετάει και την επίδραση που μπορεί να έχει το μουσωνικό σύστημα του Ινδικού Ωκεανού στην κίνηση των ανέμων στη ΝΑ Μεσόγειο και κατά συνέπεια στο Αιγαίο.

«Σε κάθε περίπτωση πρέπει οι δήμοι, οι περιφέρειες, όλοι οι φορείς της πολιτείας αλλά και ο κάθε πολίτης να πάρουν τα μέτρα τους για τον χώρο τους, ειδικά εάν βρίσκεται κοντά σε πράσινο και σε ρεματιά, που μεταφέρει έντονα τους ανέμους», τονίζει ο κ. Ζερεφός. Αυτή η υποχρέωση γίνεται ακόμη πιο αναγκαία στις περιαστικές ζώνες, ειδικά στις μεικτές ζώνες, όπου γειτονεύουν δασικές εκτάσεις με οικιστικές περιοχές ή και με διάσπαρτη κατοικία. Η πλευρά αυτή παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην Αττική, όπως φάνηκε και στην περυσινή καταστροφική πυρκαγιά που ξεκίνησε από τον Μαραθώνα και αφού κατέκαψε σημαντικό τμήμα της Πεντέλης έφθασε μέχρι την Αγία Παρασκευή.

Αυξητική τάση

Μελέτη της Ακαδημίας έχει καταγράψει πως ένα σημαντικό μέρος των πυρκαγιών αφορά «μεταβατικές εκτάσεις», δηλαδή περιοχές όπου αναπτύσσεται η κατοικία εισχωρώντας μέσα σε δασικές ή αγροτολιβαδικές εκτάσεις. Το 2021, για παράδειγμα, από τις 86 πυρκαγιές που εκδηλώθηκαν το καλοκαίρι, οι 59 έπληξαν μεικτές ζώνες. Δεν είναι κάθε έτος τόσο μεγάλη η αναλογία, αλλά η τάση καταστροφής των μεταβατικών εκτάσεων είναι αυξητική, παρόμοια με την τάση αύξησης αυτών των ίδιων των ζωνών.

«Παρατηρείται ότι με το πέρασμα των χρόνων και τη διεύρυνση του αστικού τοπίου, οι μεταβατικές ζώνες υφίστανται ολοένα και αυξανόμενη πίεση, με αποτέλεσμα τη συχνή καταστροφή τους από δασικές πυρκαγιές», σημειώνει η μελέτη. Το σίγουρο είναι πως το περιαστικό πράσινο όχι μόνο είναι ιδιαίτερα πολύτιμο αλλά και ευάλωτο.

Εκτεθειμένη σε ακραία φαινόμενα η Αθήνα λόγω αστικού σχεδιασμού

Reuters

Ανοχύρωτες είναι οι μεγαλουπόλεις της Ευρώπης απέναντι στα ακραία καιρικά φαινόμενα που φέρνει μαζί της η κλιματική αλλαγή, με την Αθήνα να δοκιμάζεται σκληρά πέρυσι το καλοκαίρι από τις καταστροφικές δασικές πυρκαγιές στην Πεντέλη. Η Αθήνα και άλλες μεγαλουπόλεις του κόσμου, όπως το Ντάλας, η Λισσαβώνα και το Κέιπ Τάουν, χαρακτηρίζονται από την επιστημονική κοινότητα «εύκολοι στόχοι» για την κλιματική αλλαγή, όπως αναφέρουν σε άρθρο τους οι Financial Times. Σε αυτά τα μέρη το κλίμα και οι γεωγραφικές συνθήκες κατέστησαν τις πόλεις ιδιαίτερα ευάλωτες σε φυσικές καταστροφές, όπως οι δασικές πυρκαγιές στο Λος Αντζελες τον Ιανουάριο ή οι πλημμύρες στην ισπανική Βαλένθια τον περασμένο χρόνο.

«Αυτοί οι εύκολοι στόχοι δεν υπέστησαν μέχρι στιγμής ακραία καταστροφή. Στάθηκαν απλώς τυχεροί», λέει η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Ταφτς, Εριν Κόφλαν ντε Περέζ. Οι πιθανότητες όμως είναι εναντίον τους. Το 2025 αναμένεται να είναι από τα θερμότερα έτη στην Ιστορία, παρά το ευνοϊκό για τη θερμοκρασία φαινόμενο «Λα Νίνια».

Η κλιματική αλλαγή ενισχύει τους καύσωνες, οι οποίοι τροφοδοτούν πυρκαγιές. Οι αυξημένες θερμοκρασίες είναι επίσης ικανές να οδηγήσουν σε ενίσχυση των καταστροφικών βροχοπτώσεων και σε πλημμύρες. Η επιστημονική έρευνα έδειξε ότι ο ξηρός θερμός αέρας, ο οποίος επέτρεψε την εξάπλωση των πυρκαγιών στο Λος Αντζελες, είχε 35% περισσότερες πιθανότητες να εκδηλωθεί εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.

Στην περίπτωση της Αθήνας τα πρότυπα υπολογιστών δείχνουν ότι χωρίς δραστική μείωση των εκπομπών καυσαερίων σε παγκόσμιο επίπεδο, η ελληνική πρωτεύουσα θα υποστεί 40 επιπλέον ημέρες τον χρόνο με θερμοκρασίες άνω των 35 βαθμών Κελσίου. Η επιστημονική κοινότητα προσπαθεί τώρα να καθορίσει ποιες πόλεις κινδυνεύουν περισσότερο από πλημμύρες, πυρκαγιές, ακραίους καύσωνες και άλλα επικίνδυνα φαινόμενα, αλλά και πού μπορεί να σημειωθεί η επόμενη καταστροφή.

«Παρότι είναι πολύ δύσκολο να προβλέψουμε τι μπορεί να συμβεί στην Αθήνα αυτό το καλοκαίρι, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι μέσα στον επόμενο χρόνο μια πυρκαγιά θα καταστρέψει μια μεγάλη κοινότητα. Δεν έχουμε όμως καμία ιδέα για το πού θα συμβεί αυτό», λέει ο Γκουγιέρμο Ρέιν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιμπίριαλ του Λονδίνου.

«Μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι μέσα στον επόμενο χρόνο μια πυρκαγιά θα καταστρέψει μια μεγάλη κοινότητα», λέει ο Γκουγιέρμο Ρέιν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιμπίριαλ του Λονδίνου.

Προσομοιώσεις υπολογιστών, που πραγματοποίησε ομάδα της ελληνικής ΕΜΥ, έδειξαν ότι δασική πυρκαγιά στις βόρειες παρυφές του Υμηττού θα κινούνταν με μεγάλη ταχύτητα, εάν συνοδευόταν από ισχυρούς ανέμους. Η ξηρή βλάστηση του όρους θα λειτουργούσε σαν καύσιμο και θα επέτρεπε στις φλόγες να φθάσουν στις κατοικημένες συνοικίες της Αθήνας (Ζωγράφου – Γουδί). Τον κίνδυνο ενισχύει η εξάπλωση του αστικού ιστού, με ολοένα και περισσότερους κατοίκους να ζουν κοντά σε δάση κωνοφόρων. Μετά τη δεκαετία του 1950 η εξάπλωση της Αθήνας προς τους ορεινούς όγκους της Αττικής δημιούργησε ιδανικές συνθήκες για ξέσπασμα πυρκαγιών, ιδίως στα σημεία όπου το δάσος συναντάει την πόλη.

Παρότι αυτά τα σημεία επαφής μεταξύ δάσους και άστεως καλύπτουν μόλις το 4,7% της επιφάνειας της Γης, φιλοξενούν 3,5 δισεκατομμύρια κατοίκους του πλανήτη, σύμφωνα με στοιχεία του 2023. Στην Ευρώπη, ποσοστό 15% των κατοίκων γειτνιάζει με το δάσος, αυξάνοντας τον κίνδυνο πρόκλησης πυρκαγιάς.

Ο περιορισμός της αγροτικής δραστηριότητας στα προάστια της Αθήνας επέτρεψε τη συσσώρευση καύσιμης ύλης στα χέρσα αγροτεμάχια. Την ίδια ώρα, το ξηρό μελτέμι ευνόησε τις καταστροφικές πυρκαγιές, όπως αυτή στο Μάτι το 2018. Μια πυρκαγιά μπορεί να καταστρέψει προάστια, αλλά το πρόβλημα δεν περιορίζεται εκεί, καθώς η απουσία χλωρίδας δημιουργεί τον κίνδυνο πλημμυρών.

Ανάλογο κίνδυνο αντιμετωπίζουν πολλές αμερικανικές πόλεις, όπως η Νέα Υόρκη και οι αστικές ζώνες της Νότιας Καρολίνας. Ο οίκος αξιολόγησης Moody’s εκτιμά ότι 2,4 δισεκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο ζουν σε περιοχές υψηλού κινδύνου για πλημμύρα. Το Χιούστον, το Ντάλας και η ομοσπονδιακή πρωτεύουσα Ουάσιγκτον κινδυνεύουν από πλημμύρες. Το Ντάλας, που αναπτύχθηκε ραγδαία τις τελευταίες δύο δεκαετίες, δεν φρόντισε να διατηρήσει τη φυσική ροή ρεμάτων, αντικαθιστώντας τα με δρόμους και τσιμεντένιες επιφάνειες, οι οποίες επιταχύνουν τη ροή του νερού της βροχής. «Οταν μια πυρκαγιά φθάσει σε προάστιο πόλης, η καταστροφή μπορεί να είναι μεγάλη. Τοι χειρότερο σενάριο αφορά αλυσιδωτή αντίδραση, στην οποία το ένα σπίτι μεταφέρει τη φωτιά στο άλλο. Ανησυχώ όμως περισσότερο για το Λονδίνο, οι Αρχές του οποίου δεν έχουν εμπειρία δασικών πυρκαγιών, παρά για την Αθήνα», λέει ο δρ Ρέιν.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT