Ο οδοστρωτήρας του 1,5%

Τι δείχνει η ανάλυση των εκλογικών δεδομένων για τα πραγματικά ερείσματα του κινήματος MAGA

Ο Ντόναλντ Τραμπ αποτελεί ήδη επίσημα τον 47ο πρόεδρο στη σειρά του αρχετυπικού δημοκρατικού πολιτεύματος των ΗΠΑ που καθιέρωσε την εκλογή προέδρου από το 1788, έχοντας διεξαγάγει αδιαλείπτως, κάθε τέσσερα χρόνια, εξήντα σχετικές εκλογικές διαδικασίες. Η σειρά αυτή όμως μετράει τον Τραμπ δύο φορές γιατί δεν είχε συνεχόμενη θητεία, όπως είχε συμβεί και με την περίπτωση του Γκρόβερ Κλίβελαντ, υποψηφίου του Δημοκρατικού Κόμματος στα τέλη του 19ου αιώνα. Επομένως, εφόσον συνυπολογιστεί ότι υπάρχουν και πέντε περιπτώσεις αντιπροέδρων που αντικατέστησαν εκλιπόντες προέδρους χωρίς όμως να κερδίσουν ποτέ σε επίσημη εκλογή, στην ουσία μένουν μόνο 40 πρόσωπα εκλεγμένων προέδρων σε όλη τη διάρκεια των 237 χρόνων που έχουν μεσολαβήσει μέχρι σήμερα. 

Ο Tραμπ όμως ανήκει πλέον και στις ξεχωριστές περιπτώσεις των 18 όλο κι όλο εκλεγμένων προέδρων περισσότερο από μία φορά, όπως ανήκει φυσικά και στους οκτώ Ρεπουμπλικανούς υποψηφίους που κατάφεραν να εκλεγούν δύο φορές. Με άλλα λόγια, η δεύτερη εκλογή Τραμπ καταχωρίζεται εκ των πραγμάτων ως σημαντική στην αμερικανική ιστορία, χωρίς να αγνοείται όμως και το πολύ ιδιαίτερο στίγμα που επιβάλλει στην τρέχουσα εποχή. Το MAGA (Make America Great Again) ως κύριο σύνθημα και θεωρητική επιδίωξή του προσδιορίζει αναμφίβολα σημαντικές πολύπλευρες προεκτάσεις που αφορούν και επηρεάζουν όλο τον υπόλοιπο κόσμο σε μία μεταβατική έτσι ή αλλιώς εποχή νέων διαμορφώσεων.

Οπως ο ίδιος, άλλωστε, επιδιώκει με τον πολιτικό του λόγο, δημιουργείται μία αίσθηση «οδοστρωτήρα» που διαμορφώθηκε σε μεγάλο βαθμό και από την πρώτη ανάγνωση των αποτελεσμάτων της τελευταίας προεδρικής εκλογής, η οποία όμως λειάνθηκε στη συνέχεια με τελική υπεροχή 1,5% έναντι της υποψηφίας των Δημοκρατικών (49,9% προς 48,4%). Η διαφορά τους, δηλαδή, διαμορφώθηκε στα 2,3 εκατ. ψήφους, σε ένα εκλογικό σώμα όμως που ήταν κατά 3,5 εκατ. μικρότερο από αυτό των προηγούμενων εκλογών. Συγκρίνοντας τα δύο τελικά αποτελέσματα, ο Τραμπ αύξησε την υποστήριξή του κατά 3,1 εκατ. ψήφους, αλλά αυτό που εντυπωσιάζει περισσότερο είναι η υπερδιπλάσια μείωση κατά 6,3 εκατ. της δύναμης που κατέγραψε η Κάμαλα Χάρις έναντι του εξαιρετικά υψηλού αριθμού που είχε συγκεντρώσει ο Τζο Μπάιντεν την προηγούμενη φορά (81,3 εκατ.).

Με δεδομένο ότι και οι τέσσερις απόλυτοι αριθμοί ψήφων στις δύο τελευταίες εκλογές είναι ταυτόχρονα οι τέσσερις μεγαλύτεροι στην αμερικανική ιστορία, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι διατηρήθηκε ένα έντονο κλίμα πόλωσης που κινητοποιούσε εκατομμύρια ψηφοφόρων να συμμετέχουν στις εκλογές, με κύριο όμως συμπέρασμα ότι αμβλύνθηκε εν μέρει η κινητοποίηση εις βάρος του Τραμπ που χαρακτήρισε τις εκλογές του 2020.

Σε αυτό το πλαίσιο, έχουν ασφαλώς σημασία και οι επιμέρους δημογραφικές αποτυπώσεις που φαίνεται να καταρρίπτουν πολλά από τα στερεότυπα που υπήρχαν. Πρώτα απ’ όλα, σύμφωνα με τα στοιχεία των exit polls, η μείωση της συμμετοχής το 2024 οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά σε ανδρική ψήφο, που υποτίθεται είναι προνομιακή για τον Τραμπ, αλλά αυτό τελικά δεν τον εμπόδισε να αυξήσει τη δύναμή του κατά 3% και στις γυναίκες, με αντίστοιχη μείωση για τους Δημοκρατικούς.

Ενα δεύτερο ιδιαίτερο στοιχείο είναι η σημαντική αύξηση της συμμετοχής των μεγαλύτερων ηλικιών (65+) στο 28% του εκλογικού σώματος έναντι 22% το 2020, που έφερε περισσότερες ψήφους και για τους δύο υποψηφίους, αλλά κυρίως υπέρ της Χάρις, αποδίδοντας ισοδυναμία 49% έναντι 5 μονάδων υπέρ του Τραμπ το 2020. Η σημαντική μείωση όμως της συμμετοχής στις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες αφαίρεσε πάνω από 11 εκατ. ψήφους στους Δημοκρατικούς, με αποτέλεσμα ο Τραμπ να εμφανίζει αξιόλογες ποσοστιαίες αυξήσεις, παρότι δεν αύξησε τον αριθμό ψήφων. Αντίστοιχα, η αύξηση της συμμετοχής των λευκών στο εκλογικό σώμα (71% από 68%) μείωσε το ποσοστό του Τραμπ, αλλά η εν γένει μείωση της συμμετοχής στις υπόλοιπες ομάδες λειτούργησε καταφανώς υπέρ του.

Σε αυτά, τέλος, θα πρέπει να συνυπολογιστεί και η εν γένει εκλογική συμπεριφορά των λιγότερο προνομιούχων στρωμάτων, που συνοψίζεται από όσους δηλώνουν εισόδημα μικρότερο των 50.000 δολαρίων. Η παραδοσιακά προνομιακή αυτή ομάδα για τους Δημοκρατικούς, στην οποία ο Μπάιντεν είχε επικρατήσει το 2020 με 54% προς 45%, μετεστράφη με 51% προς 48% υπέρ του Τραμπ.

Συμπερασματικά, θα έλεγε κανείς ότι η ανάλυση υπέδειξε στις τελευταίες εκλογές αρκετά αντιθετικά στοιχεία από τα συνήθη (είδαμε ορισμένα ενδεικτικά), που προφανώς σημαίνει όμως ότι πρόκειται για διαμόρφωση ασταθών νέων κοινωνικών δεδομένων. Η συνέχεια θα είναι σίγουρα ενδιαφέρουσα.

Ο κ. Πάνος Σταθόπουλος είναι διευθυντής Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT