Υψηλά οι τιμές παρά τη μείωση πληθωρισμού

Τρόφιμα, κόστος στέγασης, ενέργεια και μια σειρά υπηρεσιών παραμένουν ακριβά για τα νοικοκυριά

Στα τέλη του 2021, εποχή που η οικονομία και η παραγωγή αλλά και η καθημερινότητα άρχιζαν να μπαίνουν στην πολυπόθητη, μετά την πανδημία, «κανονικότητα», ένα λίτρο επώνυμο φρέσκο γάλα κόστιζε 1,35 ευρώ και ένα κιλό αλεύρι για όλες τις χρήσεις 1,28 ευρώ. Με 7,50 ευρώ αγόραζες άνετα ένα λίτρο ελαιόλαδο από το σούπερ μάρκετ, καθώς και ένα κιλό φέτα. Τα ενοίκια ήταν σε ανεκτά επίπεδα και η αναζήτηση παρόχου για το ηλεκτρικό ρεύμα και το πιο συμφέρον τιμολόγιο δεν αποτελούσε δύσκολο γρίφο. Οι περισσότεροι, άλλωστε, δεν έμπαιναν καν στον κόπο.

Τέσσερα χρόνια μετά, το ίδιο επώνυμο γάλα κοστίζει 1,68 ευρώ –και μάλιστα αυτή είναι η τιμή έπειτα από προσφορά, διότι κανονικά θα κόστιζε 1,78 ευρώ–, το ίδιο αλεύρι κοστίζει 1,70 ευρώ, επίσης έπειτα από προσφορά, ενώ εάν θέλεις να φας φέτα και να ρίξεις και λίγο ελαιόλαδο από πάνω, καλύτερα να το ξανασκεφθείς. Το ελαιόλαδο κοστίζει περί τα 10 ευρώ/λίτρο –πέρυσι τέτοια εποχή κόστιζε 12-13 ευρώ/λίτρο– και η φέτα 12 ευρώ/κιλό. Το χειρότερο; Για να μπορέσεις να καταναλώσεις τα παραπάνω σε ένα σπίτι στην Αθήνα το οποίο δεν είναι δικό σου, θα πρέπει να καταβάλεις περίπου το 56% του μηνιαίου εισοδήματός σου. Μετά αυτό, μάλλον δεν θα έχουν μείνει και πολλά χρήματα για να αγοράσεις φέτα και ελαιόλαδο, αλλά θα στραφείς στο «λευκό τυρί» και θα περιμένεις να σου δώσει κάνας συγγενής από το χωριό έναν τενεκέ λάδι.

Οι προαναφερθείσες τιμές –με εξαίρεση τα ενοίκια– είναι σχετικά χαμηλότερες σε σύγκριση με αυτές που πληρώσαμε το 2023, καθώς οι τιμές στην ενέργεια, μετά και τις κρατικές παρεμβάσεις (αναστολή εφαρμογής ρήτρας αναπροσαρμογής και κρατικές επιδοτήσεις), αποκλιμακώθηκαν, για να ακολουθήσουν με πολύ βραδύτερους ρυθμούς και οι τιμές στα τρόφιμα. Μάλιστα, τον Δεκέμβριο του 2024 καταγράφηκε αρνητικός πληθωρισμός στα τρόφιμα με την έστω και οριακή μείωση τιμών κατά 0,3% σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2023. Αν και σαφώς η εξέλιξη αυτή είναι θετική, όχι τόσο διότι υπήρξε μια θεαματική μείωση τιμών, αλλά κυρίως διότι ανακόπηκε η άνοδός τους, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί επαρκής. Πολλώ δε μάλλον, να δίνει έναυσμα για πανηγυρισμούς.

Από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον μέσο ετήσιο πληθωρισμό προκύπτει ότι σε σύγκριση με το 2021 οι τιμές των τροφίμων το 2024 ήταν αυξημένες κατά περίπου 29%, με την εικόνα να μην είναι πολύ καλύτερη εάν συγκρίνουμε τις τιμές του Δεκεμβρίου του 2024 με αυτές του Δεκεμβρίου του 2021, αφού είναι υψηλότερες περίπου κατά 25%. Το παραπάνω επιβεβαιώνει, βεβαίως, αυτό που επαναλαμβάνουν με κάθε ευκαιρία τα στελέχη των αλυσίδων σούπερ μάρκετ, ότι δηλαδή οι τιμές δεν θα επανέλθουν ποτέ στα προ του 2021 επίπεδα.

Το κόστος στέγασης είναι υψηλότερο σήμερα κατά 15,40% σε σύγκριση με το 2021, χωρίς αυτό να ανταποκρίνεται απολύτως στην πραγματικότητα. Υπάρχουν δύο λόγοι που δεν είναι ακόμη μεγαλύτερη η απόκλιση: Πρώτον, σε σύγκριση με το 2022 έχουν υποχωρήσει οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος που πληρώνουν τα νοικοκυριά, ενώ υποχώρησε και η τιμή του φυσικού αερίου που είχε εκτοξευθεί στα ύψη μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Δεύτερον, δυστυχώς είναι συχνή η δήλωση χαμηλότερων μισθωμάτων από τα πραγματικά που καλούνται να πληρώσουν οι ενοικιαστές, με συνέπεια να μην αποτυπώνονται με ακρίβεια οι υπέρογκες αυξήσεις στα ενοίκια κατοικιών που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια.

Πολύ υψηλότερες σε σύγκριση με τρία χρόνια πριν είναι οι χρεώσεις στα τουριστικά καταλύματα και στην εστίαση (19,20%), οι μεταφορές, κυρίως λόγω των πολύ μεγάλων ανατιμήσεων σε αεροπορικά και ακτοπλοϊκά εισιτήρια (17,96%), οι τιμές στα είδη ένδυσης – υπόδησης (17,83%), ενώ ακριβότερα κατά 14,41% είναι τα διαρκή αγαθά, τα είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες, καθώς και οι χρεώσεις στις υπηρεσίες υγείας (11,03%).

Πιέσεις για νέες αυξήσεις

Ο βασικός λόγος που η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού δεν επιτρέπει πανηγυρισμούς και εφησυχασμό είναι ότι όχι μόνο δεν έχουν εκλείψει οι περισσότεροι από τους κύριους παράγοντες που προκάλεσαν την τελευταία πληθωριστική κρίση, αλλά σε αυτούς προστίθενται και άλλοι.

Παρά την πρόσφατη συμφωνία για εκεχειρία στη Γάζα, καθώς και τις δηλώσεις των Χούθι ότι θα σταματήσουν τις επιθέσεις στα πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα, η κατάσταση στη Μέση Ανατολή είναι βέβαιο ότι θα παραμείνει έκρυθμη. Κατ’ αρχάς, η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί, να εφαρμοστεί και να τηρηθεί, ενώ για την ώρα προβλέπεται ότι είναι διάρκειας έξι εβδομάδων. Ουδείς μπορεί να αποκλείσει ότι δεν θα υπάρξει κάποια νέα εστία έντασης στην πολύπαθη περιοχή. Την ίδια ώρα οδεύουμε στη συμπλήρωση τριών ετών από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και ήδη η πρόσφατη εξέλιξη με το οριστικό κλείσιμο της διέλευσης ρωσικού φυσικού αερίου μέσω Ουκρανίας προκαλεί αναταράξεις στην τροφοδοσία της Ευρώπης. Εξάλλου, οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης θα είναι πλέον συνεχείς, προκαλώντας κατά καιρούς ελλείψεις στην παραγωγή βασικών αγροτικών πρώτων υλών, από σιτηρά μέχρι κακάο και καφέ.

Οι πόλεμοι, η κλιματική κρίση και οι γεωπολιτικές εντάσεις προκαλούν νέες αναταράξεις στο δύσκολο μέτωπο των τιμών.

Στα παραπάνω ήρθε να προστεθεί η εκλογή Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, στο πρόγραμμα του οποίου περιλαμβάνονται μέτρα εμπορικού προστατευτισμού (δασμοί κ.ά.). «Τα γεωπολιτικά ρήγματα, ο γεωοικονομικός κατακερματισμός και οι τάσεις εμπορικού προστατευτισμού εάν ενταθούν μπορεί να προκαλέσουν εκ νέου άνοδο στις τιμές των εισαγομένων προϊόντων, πλήττοντας το διεθνές εμπόριο και τις επενδύσεις και υποσκάπτοντας την παραγωγικότητα και την ανθεκτικότητα των οικονομιών μακροπρόθεσμα», επισημαίνεται χαρακτηριστικά στην τελευταία ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη νομισματική πολιτική. Στην ίδια έκθεση, μάλιστα, υπογραμμίζεται ο αρνητικός ρόλος του πληθωρισμού στην ανάπτυξη: «H ανάπτυξη θα μπορούσε να επηρεαστεί δυσμενώς σε περίπτωση βραδύτερης υποχώρησης του πληθωρισμού, που θα οδηγούσε σε μικρότερη αποκλιμάκωση των βασικών επιτοκίων έναντι των αρχικών εκτιμήσεων. Αντίθετα, η ανάπτυξη μπορεί να υπερβεί τις προσδοκίες εάν ο πληθωρισμός μειωθεί ταχύτερα, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη, τα πραγματικά εισοδήματα και τις καταναλωτικές δαπάνες».

Στην Ελλάδα, πολύ περισσότερο από ό,τι στην Ευρωζώνη, παρατηρείται τους τελευταίους μήνες υψηλός πληθωρισμός στον τομέα των υπηρεσιών. Είναι μάλιστα αυτή η συνιστώσα που εμπόδισε μεγαλύτερη και ταχύτερη αποκλιμάκωση του γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή. Σύμφωνα με την ΤτΕ, «η αργή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού των υπηρεσιών αποδίδεται σε έναν συνδυασμό παραγόντων, όπως υψηλή ζήτηση λόγω τουρισμού, μισθολογικές αυξήσεις, έμμεση φορολογία (επιβολή του “τέλους ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση”, που αντικατέστησε τον φόρο διανυκτέρευσης, με αυξημένους όμως συντελεστές, επιβολή ΦΠΑ με συντελεστή 13% στα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, επαναφορά του συντελεστή ΦΠΑ στο 24% για συγκεκριμένες υπηρεσίες εστίασης), καθώς επίσης και σημαντικές αυξήσεις των ενοικίων». Δεδομένου μάλιστα ότι θα υπάρξουν μέσα στο 2025 νέες μισθολογικές αυξήσεις, ενώ δεν αναμένεται κάποια μείωση των έμμεσων φόρων με τους οποίους επιβαρύνονται οι υπηρεσίες, εκτιμάται ότι ο πληθωρισμός των υπηρεσιών θα αποκλιμακωθεί με αργούς ρυθμούς.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT