Οι σταθερά αυξανόμενες απώλειες των ασφαλιστικών εταιρειών από τον αντίκτυπο φυσικών καταστροφών μεγάλης κλίμακας και το πρόσφατο μακροοικονομικό περιβάλλον του πληθωρισμού και των υψηλών επιτοκίων είναι οι δύο παράγοντες που ασκούν αισθητή πίεση στην ασφαλιστική αγορά των ΗΠΑ και κατ’ επέκταση εγκυμονούν ρίσκα για τα περιουσιακά στοιχεία των Αμερικανών. Σύμφωνα με το Congressional Research Service, που θεωρείται το think tank του Κογκρέσου, ο κλάδος ασφάλισης ιδιοκτητών κατοικιών στις ΗΠΑ έχει βιώσει καθαρές ζημίες αναδοχής κάθε χρόνο από το 2017, εκτός από ένα έτος. Ειδικότερα, την τελευταία δεκαετία οι ασφαλιστικές φέρονται να έχουν πληρώσει περισσότερα σε αποζημιώσεις για φυσικές καταστροφές από ό,τι εισέπραξαν σε ασφάλιστρα. «Οσο τα ρίσκα αυξάνονται ή γίνονται πιο ασταθή, ανεξάρτητα από την αιτία, οι ασφαλιστές συχνά ανταποκρίνονται μειώνοντας την καθαρή τους έκθεση στα ρίσκα αυτά, συνήθως αυξάνοντας τα ασφάλιστρα ή μειώνοντας την προσφερόμενη ασφάλιση», αναφέρεται χαρακτηριστικά σε έκθεση του CRS, που δημοσιεύτηκε πριν από λίγους μήνες.
Οι πυρκαγιές στο Λος Αντζελες έρχονται να περιπλέξουν ακόμη περισσότερο τις επιπλοκές των φυσικών καταστροφών στην ασφαλιστική αγορά των ΗΠΑ, όπου οι ασφαλιστικές ήδη μετέβαλαν τους τρόπους με τους οποίους συνυπολογίζουν στα ασφάλιστρα τους κινδύνους από το κλίμα και τα καιρικά φαινόμενα, με κάποιες από αυτές να αναστέλλουν ακόμη και την ασφαλιστική κάλυψη. Συγκεκριμένα στην Καλιφόρνια, ήδη πριν ξεσπάσουν οι τελευταίες καταστροφικές πυρκαγιές, η ασφαλιστική αγορά βρισκόταν σε διαδικασία μεταρρύθμισης για την αντιμετώπιση του κόστους της πυρκαγιάς, εν μέσω προειδοποιήσεων από ειδικούς της αγοράς ότι ενδέχεται να χρειαστεί η παρέμβαση της ίδιας της πολιτείας ως κύριου ασφαλιστή για τον κίνδυνο πυρκαγιάς – στα πρότυπα του μοντέλου της Φλόριντα για τους τυφώνες.
Η αλλαγή του κλίματος έχει καταστήσει την Καλιφόρνια πολύ πιο ευάλωτη στις πυρκαγιές, ανεξαρτήτως εποχής, τροφοδοτώντας τις επιφυλάξεις των ασφαλιστικών εταιρειών, οι οποίες επιλέγουν ακόμη και την πλήρη απόσυρση από τη συγκεκριμένη αγορά. Ως αποτέλεσμα, το California Fair Plan, το εργαλείο ύστατης ανάγκης της πολιτείας για τις καταστροφές από πυρκαγιές, έχει φέτος έκθεση άνω των 430 δισ. δολαρίων, αυξημένη κατά 60% από πέρυσι.
Η Καλιφόρνια και η Φλόριντα έχουν προσελκύσει τη μεγαλύτερη προσοχή ως προς τις αλλαγές στην ασφάλιση για πυρκαγιές και τυφώνες, αντίστοιχα. Ομως, ανάλογα φαινόμενα καταγράφονται και σε άλλες πολιτείες – βλ. Κολοράντο, Τέξας, Χαβάη, Ουάσιγκτον, Λουιζιάνα, Αϊόβα και Ιλινόις. Το 2023 οι ασφαλιστικές εταιρείες έχασαν χρήματα από την κάλυψη των ιδιοκτητών κατοικίας σε 18 πολιτείες. Το ίδιο έτος, σύμφωνα με τα εθνικά κέντρα περιβαλλοντικών πληροφοριών –NOAA– στις ΗΠΑ, σημειώθηκαν 28 καιρικές και κλιματικές καταστροφές, καταρρίπτοντας το προηγούμενο αρνητικό ρεκόρ των 22 καταστροφών μεγάλης κλίμακας το 2020. Το κόστος από τις ζημιές ξεπέρασε τα 92 δισ. δολάρια.
Τροποποιήσεις στο κανονιστικό πλαίσιο των ΗΠΑ επιτρέπουν πλέον στον ασφαλιστικό κλάδο αφενός να μεταφέρει στους πελάτες μέρος του κόστους αντασφάλισης και αφετέρου να χρησιμοποιεί μοντέλα τα οποία δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στις πιθανότητες μελλοντικών ζημιών απ’ ό,τι στα ιστορικά δεδομένα. Ως εκ τούτου, οι αποδέκτες ασφάλισης στις ΗΠΑ αντιμετωπίζουν πλέον υψηλότερες τιμές ασφαλίστρων και κενά στην κάλυψη. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, ορισμένα νοικοκυριά αναγκάζονται να προσφύγουν στα πολιτειακά ασφαλιστικά προγράμματα ύστατης ανάγκης, τα οποία όμως μπορεί να είναι πιο ακριβά και να προσφέρουν λιγότερο ολοκληρωμένη προστασία. Στον βαθμό που ο ασφαλιστικός κλάδος αποσύρεται από τομείς υψηλού ρίσκου, προκαλεί και μια σειρά από δευτερογενείς επιπλοκές, καθώς δημιουργεί αντικίνητρα που περιορίζουν την πρόσβαση σε στεγαστικά δάνεια, παρεμποδίζουν την πώληση κατοικιών με μηδενική ή ελλιπή ασφαλιστική κάλυψη και ευρύτερα μετατοπίζουν το ρίσκο των καταστροφών σε άλλους πυλώνες του συστήματος, όπως οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί και φυσικά το αμερικανικό κράτος.
Στην πλευρά των λύσεων, οι πολιτείες είναι οι πρώτες που έρχονται να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα που προκύπτουν. Διαθέτουν τμήματα επιφορτισμένα με τη ρύθμιση της αγοράς και προβλέπουν μηχανισμούς ύστατης προσφυγής. Προσφέρουν επίσης κίνητρα για την πρόληψη κινδύνου παρέχοντας –για παράδειγμα– εκπτώσεις στους ιδιοκτήτες κατοικιών που χρησιμοποιούν υλικά ανθεκτικά στην πυρκαγιά ή απομακρύνουν την εύφλεκτη ύλη από τον περίγυρο του ακινήτου. Οι εθνικές επιτροπές ασφάλισης, από την πλευρά τους, μεριμνούν για την ομοιομορφία του ρυθμιστικού πλαισίου. Πάνω σ’ αυτή τη βάση, οι καταστροφές μεγάλης κλίμακας μπορεί να προκαλούν και την παρέμβαση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Συνδυασμός παραγόντων
Οι απώλειες του ασφαλιστικού κλάδου από τις αυξανόμενες φυσικές καταστροφές σχετίζονται με έναν συνδυασμό παραγόντων, ανάμεσα στους οποίους είναι οι κλιματολογικές και περιβαλλοντικές αλλαγές, η επέκταση του πληθυσμού σε περιοχές επιρρεπείς σε φυσικές καταστροφές, τα υψηλά κόστη αποκατάστασης των ζημιών και τα συνεπαγόμενα αυξανόμενα κόστη αντασφάλισης. Μαζί με τις επιπλοκές τους διαμορφώνουν μια νέα πραγματικότητα ταυτόσημη της κλιματικής αλλαγής η οποία –προφανώς– δεν αφορά μόνον τις ΗΠΑ.

