Παραμένει δύσκολη και χρονοβόρος η διαδικασία πολιτογράφησης πολιτών τρίτων χωρών που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα για δεκαετίες και μετά τη θεσμοθέτηση της νέας διαδικασίας με τη διενέργεια Πανελλαδικών Εξετάσεων. Βασικό πρόβλημα αποτελούν τα εισοδηματικά κριτήρια που έχουν τεθεί, αλλά και το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εξέταση της αίτησης, που μπορεί να κυμανθεί από λίγους μήνες έως και αρκετά χρόνια.
Oπως κατέδειξαν τα αποτελέσματα και των τελευταίων εξετάσεων (3/11/2024) για την απόκτηση πιστοποιητικού επάρκειας γνώσεων για πολιτογράφηση, περίπου οι μισοί αλλοδαποί από όσους συμμετέχουν στον διαγωνισμό για την απόκτηση του πιστοποιητικού επάρκειας γνώσεων για την πολιτογράφηση καταφέρνουν να επιτύχουν. Το πιστοποιητικό είναι το πρώτο βήμα για την απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας – μέσω πολιτογράφησης. Ακολουθεί η κατάθεση αίτησης, η εξέταση της οποίας διαρκεί από μισό έως και ενάμιση χρόνο. Χαρακτηριστικό επίσης είναι το γεγονός ότι τρεις στους δέκα επιτυχόντες στη συνέχεια κόβονται και δεν λαμβάνουν την ιθαγένεια γιατί δεν πληρούν τα εισοδηματικά κριτήρια.
Πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα διαρκεί η εξέταση των αιτήσεων που είχαν κατατεθεί μέσω του παλαιού συστήματος (πριν από τη θεσμοθέτηση των εξετάσεων το 2021), με αποτέλεσμα να εκκρεμούν αιτήσεις από το 2019 ή και νωρίτερα. Να σημειωθεί ότι πρόκειται για άτομα που ζουν στην Ελλάδα τις περισσότερες φορές για τουλάχιστον δύο δεκαετίες. Χαρακτηριστικά, στις εξετάσεις που πραγματοποιήθηκαν τον Απρίλιο του 2024 συμμετείχαν και 748 άτομα που είχαν υποβάλει αίτημα πριν θεσμοθετηθεί το νέο σύστημα, δηλαδή πριν από το 2021.
Πολλοί, αν και πετυχαίνουν στις εξετάσεις για απόκτηση του πιστοποιητικού επάρκειας γνώσεων, «κόβονται» γιατί δεν μπορούν να αποδείξουν ελάχιστο εισόδημα.
Με μεγάλη καθυστέρηση λαμβάνουν την ιθαγένεια και τα παιδιά 2ης γενιάς μεταναστών, με αποτέλεσμα πολλές φορές να περιμένουν άπραγα να εγκριθεί το αίτημά τους για να συνεχίσουν τις σπουδές τους. Για όσους υποβάλουν το αίτημα στην Αττική, ο χρόνος αναμονής φτάνει και στα 4 χρόνια. Τα παιδιά που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα μπορούν να λάβουν ιθαγένεια όταν συμπληρώσουν το έκτο έτος της ηλικίας τους και εφόσον ένας εκ των δύο γονιών τους έχει νόμιμη άδεια διαμονής. Στην περίπτωση που δεν έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα, θα πρέπει να έχουν φοιτήσει στο δημοτικό και στο γυμνάσιο ή στο γυμνάσιο και στο λύκειο ή να έχουν σπουδάσει σε ελληνικό ΑΕΙ.
Το 2023, έλαβαν ιθαγένεια μέσω της διαδικασίας πολιτογράφησης 3.515 άτομα ενώ και 7.054 παιδιά απέκτησαν ελληνική ιθαγένεια μέσω της διαδικασίας γέννησης/φοίτησης στην Ελλάδα. Το μεγαλύτερο ποσοστό (73,38%) των ανθρώπων που απέκτησαν και ελληνική ιθαγένεια είναι από την Αλβανία, συγκεκριμένα 10.181 άτομα. Ακόμη ελληνική ιθαγένεια έλαβαν 411 άτομα από την Ουκρανία, 392 από τη Ρωσία, 317 από τη Ρουμανία.
Η διαδικασία της απόκτησης ιθαγένειας «παρά το ότι παρουσιάζει βελτίωση, ωστόσο συνεχίζει να είναι δύσκολη για τους ανθρώπους που χρειάζεται να περάσουν τις εξετάσεις παρά το γεγονός ότι διαμένουν στη χώρα πολλά χρόνια και έχουν πλήρως ενσωματωθεί. Η τράπεζα θεμάτων παραμένει δυσνόητη, με εξεζητημένες ερωτήσεις, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι εμπειρίες και οι δεξιότητες των μεταναστών. Είναι επίσης ανάγκη να βελτιωθεί η προσβασιμότητα στα άτομα με αναπηρία», επισημαίνει η οργάνωση G2RED, που παρακολουθεί στενά τις διαδικασίες πολιτογράφησης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μεγάλο ποσοστό όσων συμμετέχουν στις εξετάσεις, πάνω από το 40%, δεν καταφέρνει να αποκτήσει το πιστοποιητικό επάρκειας γνώσεων. Ωστόσο, το 30% εκείνων που περνούν στις εξετάσεις δεν καταφέρνει να πάρει την ιθαγένεια καθώς δεν πληροί τα εισοδηματικά κριτήρια. «Πρόκειται για ανθρώπους που εργάζονται σε σπίτια ή σε χωράφια και σε οικοδομές και άλλες χειρωνακτικές εργασίες, και όλοι γνωρίζουμε ότι δεν λαμβάνουν πλήρη ασφάλιση και ένσημα», αναφέρει δικηγόρος που εκπροσωπεί αλλοδαπούς. «Βασικό και ανυπέρβλητο εμπόδιο για τους περισσότερους υποψηφίους είναι η απαίτηση να αποδείξουν ελάχιστο εισόδημα, κάτι που οδηγεί σε πολλές απορρίψεις αιτήσεων. Η απόκτηση ιθαγένειας ατόμων που ζουν χρόνια στη χώρα και έχουν αναπτύξει ισχυρούς δεσμούς με αυτή, δεν πρέπει να εξαρτάται από οικονομικούς παράγοντες», τονίζει η οργάνωση G2RED. Επιπλέον, «παραμένει το ζήτημα των καθυστερήσεων στην επεξεργασία των αιτήσεων και της έλλειψης προσωπικού στις υπηρεσίες ιθαγένειας. Αυτό δυσκολεύει την εξυπηρέτηση των αιτούντων. Ενώ η σύσταση ομάδας για την ταχύτερη εξέταση αιτήσεων ιθαγένειας για τη δεύτερη γενιά που εκκρεμούν στην Αθήνα για την περίοδο 2022-2024 είναι βοηθητική, οι εκκρεμότητες της κατηγορίας αυτής εντοπίζονται ήδη από το 2019, ενώ δεν καλύπτεται η Βόρεια Ελλάδα που έχει επίσης μεγάλο όγκο εκκρεμών αιτήσεων», επισημαίνει.

