Σχεδόν ένα στα δύο ακίνητα που πωλούνται πανελλαδικά μπορεί να συμμετάσχει στον νέο κύκλο του προγράμματος επιδότησης επιτοκίου για την αγορά κατοικίας «Σπίτι μου», καθώς, σύμφωνα με την επεξεργασία των στοιχείων Οκτωβρίου που πραγματοποίησε η πλατφόρμα του Spitogatos, τo 43% της προσφοράς κατοικιών προς πώληση στην Ελλάδα πληροί τα κριτήρια που έχουν ανακοινωθεί. Συγκεκριμένα πρόκειται για ακίνητα χτισμένα έως το 2007, επιφανείας έως 150 τ.μ. και αξίας συμβολαίου έως 250.000 ευρώ. Αντίστοιχα, όπως τονίζει η σχετική ανάλυση, τα νέα αυτά κριτήρια έχουν αυξήσει την επιλεξιμότητα κατοικιών κατά 16% σε σχέση με τον πρώτο κύκλο του προγράμματος, όταν ήταν εφικτή η αγορά ακινήτων συνολικής αξίας έως 200.000 ευρώ.
Σε ό,τι αφορά την Αττική παρατηρείται ότι το κέντρο της Αθήνας (41%) και τα νότια προάστια (17,8%) συγκεντρώνουν πάνω από το 59% των διαθέσιμων κατοικιών που θα μπορούσαν να αγοραστούν μέσω του προγράμματος «Σπίτι μου 2». Ακολουθούν τα δυτικά προάστια και τα προάστια του Πειραιά, τα οποία συνιστούν λίγο πάνω από το 8% των διαθέσιμων κατοικιών που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του προγράμματος. Στον νομό Θεσσαλονίκης πάνω από το 50% της προσφοράς κατοικιών προς πώληση που πληρούν τις προϋποθέσεις του προγράμματος εντοπίζεται στον Δήμο Θεσσαλονίκης, ενώ το 37,7% στα προάστια της Θεσσαλονίκης. Η προσφορά στο υπόλοιπο του νομού είναι πολύ μικρή, της τάξης του 2,5%.
Ασφαλώς, στο μεσοδιάστημα από τον Απρίλιο του 2023, δηλαδή όταν ξεκίνησε να «τρέχει» το πρώτο «Σπίτι μου», μέχρι και σήμερα οι τιμές πώλησης έχουν αυξηθεί κι άλλο, και συγκεκριμένα κατά 9% στο κέντρο της Αθήνας, όπου η μέση ζητούμενη τιμή διαμορφώνεται πλέον σε 2.177 ευρώ/τ.μ., από 2.000 ευρώ/τ.μ. Αντίστοιχα, στην πόλη του Πειραιά, λόγω και της αύξησης της κατασκευής νέων κατοικιών, η μέση ζητούμενη τιμή καταγράφει ετήσια αύξηση κατά 27,8% σε 2.550 ευρώ/τ.μ., από 2.000 ευρώ/τ.μ.
Πρόκειται για κατοικίες χτισμένες έως το 2007, επιφανείας έως 150 τ.μ. και αξίας συμβολαίου έως 250.000 ευρώ.
Παράλληλα παρατηρούνται και σημαντικές διαφορές από περιοχή σε περιοχή. Συγκεκριμένα παρατηρείται ότι μια κατοικία στα βόρεια προάστια της Αθήνας έχει μέση ζητούμενη τιμή 195.000 ευρώ, μέσο έτος κατασκευής το 1978 και μέσο εμβαδόν 77 τ.μ.
Πιο οικονομικές επιλογές εντοπίζονται στο κέντρο της Αθήνας και στα προάστια του Πειραιά, όπου ενδεικτικά η μέση ζητούμενη τιμή για μια κατοικία με μέσο εμβαδόν 80 τ.μ. και έτος κατασκευής το 1977 ανέρχεται στις 140.000 ευρώ.
Ειδικότερα ως προς το κέντρο της Αθήνας, σύμφωνα με την ανάλυση του Spitogatos.gr, μια κατοικία που θα μπορούσε να αποκτηθεί μέσω του προγράμματος στο Παγκράτι έχει μέση ζητούμενη τιμή 160.000 ευρώ, μέσο εμβαδόν 60 τ.μ. και μέσο έτος κατασκευής το 1970. Αντίστοιχα στη Γλυφάδα, στα νότια προάστια της Αττικής, μια κατοικία που πληροί τα κριτήρια του προγράμματος διατίθεται κατά μέσον όρο στις 200.000 ευρώ, κατασκευάστηκε επίσης γύρω στο 1970 και έχει μέσο εμβαδόν 65 τ.μ. Στο κέντρο του Πειραιά μια αντίστοιχη κατοικία έχει μέση τιμή στις 185.000 ευρώ, μέσο εμβαδόν 66 τ.μ. και έτος κατασκευής το 1974.
Στον νομό Θεσσαλονίκης οι τιμές των κατοικιών που πληρούν τα κριτήρια του προγράμματος επίσης παρουσιάζουν διαφοροποιήσεις. Συγκεκριμένα, στον Δήμο Θεσσαλονίκης η μέση ζητούμενη τιμή είναι 125.000 ευρώ, με μέσο εμβαδόν 57 τ.μ. και έτος κατασκευής το 1970.
Ρεκόρ δεκαετίας στις αγοραπωλησίες ακινήτων το 2023
Στο υψηλότερο σημείο της τελευταίας δεκαετίας ανήλθαν οι πράξεις αγοραπωλησίας ακινήτων το 2023, καθώς διαμορφώθηκαν σε 122.123, σημειώνοντας αύξηση κατά 8,8% έναντι των 112.283 πράξεων του 2022. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, που προκύπτουν από την ανάλυση των εργασιών των συμβολαιογράφων, οι 122.123 αγοραπωλησίες ακινήτων του προηγούμενου έτους αποτελούν υψηλό 10ετίας, δείγμα της αυξανόμενης ζήτησης στην αγορά ακινήτων τόσο από Ελληνες όσο και από ξένους αγοραστές.
Συγκριτικά με πριν από 10 χρόνια η αύξηση των πράξεων ανέρχεται σε 181,1%, καθώς το 2014, μεσούσης της κρίσης, είχαν σημειωθεί μόλις 43.443 αγοραπωλησίες ακινήτων. Μάλιστα αξίζει να σημειωθεί ότι το 2023 θα μπορούσαν να είχαν καταγραφεί σημαντικά περισσότερες αγοραπωλησίες, αν δεν είχε πραγματοποιηθεί η αποχή των συμβολαιογράφων το τελευταίο δίμηνο του έτους. Οι πράξεις αυτές τελικά αποτυπώθηκαν κατά τους πρώτους μήνες του 2024.
Ο αριθμός τους ανήλθε σε 122.123 πράξεις, αυξημένος κατά 8,8% σε σύγκριση με το 2022.
Ακόμη κι έτσι, όμως, το 2023 σηματοδότησε μια άνοδο των πράξεων, η οποία αποδίδεται κυρίως σε δύο παράγοντες. Κατ’ αρχάς στο πρόγραμμα «Σπίτι μου», το οποίο έδωσε την ευκαιρία σε περίπου 10.000 νέους να προχωρήσουν σε αγορά κατοικίας τονώνοντας τη ζήτηση. Παράλληλα, το 2023 εφαρμόστηκαν οι πρώτες αλλαγές στο πρόγραμμα χορήγησης αδειών διαμονής «χρυσή βίζα», που είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση του ελάχιστου ύψους επένδυσης από τις 250.000 στις 500.000 ευρώ στο κέντρο της Αθήνας, στα βόρεια και στα νότια προάστια της Αθήνας, στη Μύκονο, στη Σαντορίνη και στον Δήμο Θεσσαλονίκης. Αυτή η εξέλιξη πυροδότησε ένα «κύμα» αγορών ακινήτων από επενδυτές που ήθελαν να προλάβουν αυτή την αλλαγή, δεδομένου ότι δόθηκε και μια περίοδος μερικών μηνών για να προετοιμαστεί η αγορά.
Ωστόσο το 2024, με εξαίρεση και πάλι τη ζήτηση από το εξωτερικό (καθώς το πρόγραμμα «χρυσή βίζα» άλλαξε εκ νέου), το αγοραστικό ενδιαφέρον από Ελληνες παρότι παραμένει υψηλό, εντούτοις δεν μεταφράζεται σε πολλές πράξεις αγοραπωλησίας λόγω της μεγάλης ανόδου των τιμών που έχει μεσολαβήσει. Οπως τονίζουν μεσίτες, η ζήτηση δεν είναι ανάλογη της προηγούμενης διετίας, καθώς πλέον οι τιμές είναι υψηλές σε σχέση με τα εισοδήματα της πλειονότητας των νοικοκυριών. Ως εκ τούτου, οι πράξεις αγοραπωλησίας έχουν αρχίσει να καταγράφουν πτωτική τάση, ιδίως κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, κάτι που αποτυπώνεται και στην παραγωγή νέων στεγαστικών δανείων.

