Κάθε Τρίτη βράδυ το παιδί θα διαμένει με τον πατέρα του, από τις 18.00 της Τρίτης έως το πρωί της Τετάρτης στις 08.00, με υποχρέωση παράδοσης στο σχολείο ή, εάν δεν υπάρχει σχολείο, στην κατοικία της μητέρας στις 10.00. Το πρώτο και τρίτο Σαββατοκύριακο του μήνα το παιδί επίσης θα διανυκτερεύει με τον πατέρα του. Το ίδιο τη δεύτερη και τέταρτη Παρασκευή του μήνα (όταν δεν περιλαμβάνεται Σαββατοκύριακο διαμονής). Τις εορταστικές και θερινές περιόδους οι διανυκτερεύσεις κατανέμονται εναλλάξ, ανάλογα με το έτος (μονό ή ζυγό).
Αυτό αποφάσισε ακριβώς πριν από ένα χρόνο το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών σε δίκη για την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου μετά το διαζύγιο: την από κοινού άσκηση της επιμέλειας του παιδιού από τους δύο γονείς του και εναλλασσόμενη κατοικία με κατανομή του χρόνου διαμονής του και στους δύο, «προκειμένου να διασφαλιστεί η ουσιαστική επικοινωνία του παιδιού με τον κάθε γονέα και η ψυχολογική του ισορροπία». Πριν από λίγα χρόνια, μια τέτοια απόφαση θα εθεωρείτο αδιανόητη. Ομως οι αλλαγές που έφερε ο νόμος για τη συνεπιμέλεια στα ελληνικά δικαστήρια –κατ’ επέκταση και στις οικογένειες– υπήρξαν τεκτονικές.
Η μεταρρύθμιση καθιέρωσε την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας από τους γονείς μετά τη διάσταση, το διαζύγιο ή τη λύση του συμφώνου συμβίωσης.
Πρόκειται για τον νόμο 4800/2021 (ΦΕΚ Α΄ 81/21-5-2021) που είχε ως στόχο την ενίσχυση της ισότιμης συμμετοχής και των δύο γονέων στη ζωή του παιδιού μετά τον χωρισμό. Αυτός ο νόμος μεταρρύθμισε το οικογενειακό δίκαιο και καθιέρωσε την από κοινού και ισότιμη άσκηση της γονικής μέριμνας (που περιλαμβάνει την επιμέλεια και τη διοίκηση της περιουσίας) από αμφοτέρους τους γονείς μετά τη διάσταση, το διαζύγιο ή τη λύση του συμφώνου συμβίωσης.
Τι προβλέπεται
Ο πρωταρχικός σκοπός του νόμου ήταν η εξυπηρέτηση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού, διασφαλίζοντας την ενεργό παρουσία και των δύο γονέων στην ανατροφή του. Αυτό σημαίνει ότι οι γονείς συναποφασίζουν ισότιμα για όλα τα σημαντικά ζητήματα που αφορούν το παιδί (για παράδειγμα, εκπαίδευση, υγεία). Σχετικά με θέματα διαμονής, ο νόμος προβλέπει, ως κατεύθυνση, την εναλλασσόμενη διαμονή του παιδιού στις κατοικίες και των δύο γονέων, εκτός αν κριθεί διαφορετικά με βάση το συμφέρον του παιδιού. Καθιερώνει ελάχιστο χρόνο επικοινωνίας (τουλάχιστον το 1/3 του συνολικού χρόνου) για τον γονέα με τον οποίο το παιδί δεν διαμένει κατά κύριο λόγο, εκτός εάν το συμφέρον του τέκνου επιτάσσει διαφορετική ρύθμιση.
Σήμερα τα δικαστήρια οδηγούνται τις περισσότερες φορές σε αποφάσεις συνεπιμέλειας, χωρίς απαραίτητα να «χωρίζουν» ισόποσα τον χρόνο διαμονής στον κάθε γονέα. «Οι αποφάσεις είναι εξατομικευμένες, προσαρμόζονται στις ανάγκες και στις δυνατότητες της κάθε οικογένειας», λέει η δικηγόρος και διαμεσολαβήτρια Ροζίτα Σπινάσα. «Θα ληφθεί υπόψη, για παράδειγμα, εάν κάποιος από τους δύο έχει πιο βεβαρημένο ωράριο στη δουλειά. Με τον νέο νόμο, όμως, η αφετηρία είναι πιο ισότιμη. Σίγουρα το “ο μπαμπάς παίρνει τα παιδιά κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο” δεν υπάρχει πια». Η συνεπιμέλεια έχει αλλάξει τον χάρτη και σε άλλα πράγματα, όπως η διατροφή. Εκ των πραγμάτων μειώνονται οι απαιτήσεις από τις μητέρες όταν το παιδί διαμένει και στο σπίτι του μπαμπά.
Αλλαγή παραδείγματος
Οπως λέει η κ. Σπινάσα, το μοντέλο της αποκλειστικής επιμέλειας είναι πλέον παρωχημένο. «Μέχρι πρόσφατα η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, και στα δικαστήρια, ήταν ότι η μαμά έχει τον πιο στενό σύνδεσμο με το παιδί, άρα η μαμά πρέπει να έχει τον κύριο λόγο στην ανατροφή του. Μάλιστα υπήρχε ο ενδόμυχος φόβος ότι αν μια μητέρα δεν διεκδικήσει την αποκλειστική επιμέλεια, θα δώσει την εντύπωση ότι δεν είναι και τόσο καλή μαμά».
Η ίδια είχε δει στην καριέρα της το «έργο» πολλές φορές. «Πολλές γυναίκες δεν ήθελαν να “μοιράζονται” καθόλου τα παιδιά τους, ανησυχώντας ότι ο μπαμπάς δεν θα τα ταΐζει καλά ή δεν θα ασχολείται. Ετσι κατέληγαν οι ίδιες με την αποκλειστική επιμέλεια. Τον μπαμπά τον ξένιζε αρχικά που δεν έβλεπε τόσο τα παιδιά, αλλά με τον χρόνο το συνήθιζε. Η σχέση με τον πατέρα χτίζεται με τον χρόνο. Αν τον απορρίψεις, αποκόβεται. Αυτό έχει ανατραπεί τώρα με τη συνεπιμέλεια. Σε πολλές περιπτώσεις μετά τη συνεπιμέλεια ο μπαμπάς άλλαξε. Ανέλαβε ευθύνες, πρωτοβουλίες. Ο,τι δεν έκανε εντός γάμου». Η δικηγόρος θεωρεί ότι είναι προς όφελος και των γυναικών ο νόμος. «Δεν είναι καθόλου εύκολο να μεγαλώνεις μόνη σου ένα παιδί», λέει μετά λόγου γνώσεως, αφού και η ίδια είναι χωρισμένη μητέρα. «Υπάρχει μια υπόγεια ενοχή ότι δεν νοιάζεσαι τόσο για το παιδί. Αυτό είναι μια παγίδα στην οποία πέφτουν οι γυναίκες». Να σημειωθεί ότι ο νόμος για τη συνεπιμέλεια αφορά τα μη συναινετικά διαζύγια. Οταν ένα διαζύγιο είναι συναινετικό, το ζευγάρι καταθέτει στον συμβολαιογράφο μια συμφωνία που ρυθμίζει τις οικογενειακές σχέσεις, με βάση αυτά που επιθυμούν και οι δύο πλευρές. Ο νόμος έρχεται να ρυθμίσει τα πράγματα όταν οι γονείς δεν μπορούν να το κάνουν από μόνοι τους. Για πολλούς αυτό είναι το αδύνατο σημείο του νόμου. Οτι υποχρεώνει δύο ανθρώπους που βρίσκονται σε αντιδικία να συνεννοηθούν, πράγμα δύσκολο έως αδύνατο. Υπάρχουν πάντως δικηγόροι που θεωρούν παρανόηση το γεγονός ότι η συνεπιμέλεια προαπαιτεί την καλή συνεννόηση ή και αγαστή συνεργασία.
«Στην πραγματικότητα είναι η ίδια η συνεπιμέλεια που οδηγεί στην καλή συνεργασία διά της ισότητας, ίσης αφετηρίας και οριοθέτησης της θέσης ισχύος του ενός γονέα», γράφει σε κείμενο για τον νόμο ο δικηγόρος Δημήτριος Δουλιώτης. «Θα αναφέρω ένα παράδειγμα από πρόσφατη υπόθεση του γραφείου μας. Εντολέας με ιδιαίτερα συγκρουσιακή σχέση με την αντίδικο και σύζυγό του, μετά την έκδοση της απόφασης συνεπιμέλειας, βελτιώθηκε σημαντικά η σχέση αυτή και κατέστη λειτουργική. Οι γονείς άρχισαν να μιλάνε, να ενημερώνουν ο ένας τον άλλο και να συζητούν για το καλό του τέκνου. Αυτό που ισχύει στην πραγματικότητα είναι πως “Η συνεπιμέλεια είναι η προϋπόθεση της καλής συνεργασίας και όχι το αντίθετο”. Η συνεπιμέλεια οριοθετεί τους γονείς και τους τοποθετεί ισότιμα απέναντι στο τέκνο τους. Με αυτόν τον τρόπο κατευνάζει την αδικία και την κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης».
Οι αντιδικίες, τα έξοδα και το μπούμερανγκ της υποχρεωτικότητας
Κάποιοι λένε ότι ο νόμος για τη συνεπιμέλεια αύξησε τα δικαστήρια και τα έξοδα. «Η συνεπιμέλεια απαιτεί πολλά δικαστήρια», λέει ο Νίκος Σπιτάλας, πρόεδρος του ΣΥΓΑΠΑ (Σύλλογος για την Ανδρική και Πατρική Αξιοπρέπεια). «Ο νόμος επιβάλλει και διαμεσολάβηση (σ.σ. από το 2021, πριν από την προσφυγή στο δικαστήριο για οικογενειακές διαφορές, οι γονείς υποχρεούνται σε μία συνεδρία ενημέρωσης για τη διαδικασία της διαμεσολάβησης με στόχο να αποφύγουν να φθάσουν στο δικαστήριο), με αποτέλεσμα να εμπλέκονται διάφοροι στη διαδικασία που δυσχεραίνουν το τελικό αποτέλεσμα, που θα έπρεπε να είναι το παιδί να μπορεί να βλέπει και τους δύο γονείς του ισότιμα καθημερινά». Οπως λέει ο ίδιος, με βάση εμπειρίες μελών του συλλόγου, «οι δικηγόροι κάνουν εύκολα μηνύσεις, αγωγές, δικαστήρια με το παραμικρό και ενθαρρύνουν την αντιδικία, η οποία φέρνει αποξένωση, χρησιμοποιώντας τον νέο νόμο ως εργαλείο».
Η κ. Σπινάσα δεν θεωρεί ότι έχουν αυξηθεί τα δικαστήρια λόγω του νόμου. «Το αντίθετο θα έλεγα. Σε μια υπόθεση διαζυγίου θα κάνω ό,τι μπορώ να μη φθάσουμε στο δικαστήριο. Αν δεν υπάρχει καλή συνεννόηση με την άλλη πλευρά, τότε υπάρχει η διαδικασία της οικογενειακής διαμεσολάβησης, στην οποία ο διαμεσολαβητής βοηθάει να ξεπεραστούν τα εμπόδια της επικοινωνίας. Είναι μια σημαντική δυνατότητα, καθώς αν καταφέρουμε εκεί να καταλήξουμε σε συμφωνία, τότε αυτή θα έχει την ισχύ δικαστικής απόφασης. Συνήθως φτάνουμε σε συμφωνία. Γενικά κάνουμε ό,τι μπορούμε, σύμφωνα και με τη νομοθετική βούληση, ώστε να κρατήσουμε την υπόθεση μακριά από το δικαστήριο, καθώς μια οικογενειακή αντιδικία είναι ιδιαίτερα ψυχοφθόρα για όλα τα μέλη της οικογένειας, γονείς και παιδιά. Το διαζύγιο δεν είναι ένα περιορισμένο χρονικά γεγονός, αλλά μια κατάσταση διαρκείας, που πολλές φορές λειτουργεί σαν αυτοάνοσο, με εξάρσεις και υφέσεις. Ετσι, ένα επιθετικό νομικά “φάρμακο” μπορεί να προκαλέσει έξαρση. Οπότε ζητούμενο είναι να παραμένουν οι γονείς όσο το δυνατόν πιο ήρεμοι και να μην πυροδοτεί ο ένας τον άλλο».
«Φοβάμαι να πάρω διαζύγιο, θα μου ζητήσει συνεπιμέλεια». Η Αννα Μαμάη, ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια, έχει ακούσει στο γραφείο της πολλές φορές αυτή τη φράση τα τελευταία χρόνια. Με εξειδίκευση στην ενδοοικογενειακή βία και έχοντας δουλέψει με πολλές γυναίκες θύματα κακοποίησης, γνωρίζει από πρώτο χέρι ότι η συνεπιμέλεια μπορεί να γίνει «απειλή» στο στόμα των βίαιων συντρόφων.
«Οι δικηγόροι κάνουν εύκολα μηνύσεις, αγωγές, δικαστήρια με το παραμικρό, χρησιμοποιώντας τον νέο νόμο ως εργαλείο», υποστηρίζει στην «Κ» ο Νίκος Σπιτάλας, πρόεδρος του ΣΥΓΑΠΑ.
«Δυστυχώς βλέπω γυναίκες που κακοποιούνται και δεν θέλουν να το καταγγείλουν γιατί σκέφτονται ότι ο σύζυγος θα ζητήσει συνεπιμέλεια και ανησυχούν για το τι θα γίνει με τα παιδιά», λέει στην «Κ». «Δηλαδή, “φοβάμαι τη συνεπιμέλεια, μένω στην κακοποίηση”. Ακόμα και χωρίς να υπάρχει κακοποίηση, αλλά μια κακή σχέση, γυναίκες μάς λένε ότι ακούν “μη νομίζεις ότι θα φύγεις και θα πάρεις το παιδί”. Δηλαδή, ένας νόμος που βγήκε να προστατεύσει τα παιδιά, γίνεται απειλή».
Οπως λέει η κ. Μαμάη, από την πρώτη στιγμή που βγήκε ο νόμος είχε αμφιβολίες για το αν θα λειτουργήσει προς το συμφέρον του παιδιού ή θα πυροδοτήσει τον εγωισμό, τον ναρκισσισμό και τη συγκρουσιακή σχέση των γονέων. «Δυστυχώς βλέπουμε ότι όποτε αποφασίζεται υποχρεωτική συνεπιμέλεια, ακούγεται σαν να γίνεται για τιμωρία τού ενός ή του άλλου συντρόφου».
Επίσης, δεν συμφωνεί με την πρακτική το παιδί να μένει μία εβδομάδα με τον έναν και μία με τον άλλον. «Ναι, υπήρχε τάση προς το συμφέρον της μαμάς, αλλά περάσαμε σε ένα άλλο άκρο χωρίς να υπάρξει κάτι ενδιάμεσο. Για εμένα είναι απαρχαιωμένη η αντίληψη ότι είναι προς το συμφέρον του παιδιού να βλέπει και τους δύο γονείς του σε ίσο χρόνο. Το συμφέρον του παιδιού είναι να νιώθει ασφάλεια και σταθερότητα. Ναι, σε περιπτώσεις γονιών που έχουν την ωριμότητα να διαχωρίσουν τον συντροφικό από τον γονεϊκό τους ρόλο μπορεί η εναλλασσόμενη κατοικία να πάει καλά. Οταν όμως έχουμε συγκρουσιακή κατάσταση, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Πόσο μάλλον όταν έχουμε υπόνοιες κακοποίησης και παραμέλησης».
Δεν είναι το πρόβλημα η συνεπιμέλεια, καταλήγει, «είναι η υποχρεωτικότητά της».

