«Είδα όλα αυτά τα emails από την Ελλάδα και είπα “τι έγινε; Γιατί με ψάχνουν; Eκανα κάτι;”», είναι η πρώτη αντίδραση του νομπελίστα φυσικού Τζον Μαρτίνις στην ερώτηση της «Κ» αν έχει ελληνικές ρίζες. «Οχι, είμαι κροατικής καταγωγής», απαντάει, αλλά με μεγάλη δόση χιούμορ: «Σίγουρα θέλετε ακόμη να μου πάρετε συνέντευξη;». Δεν υπάρχουν δικαιολογίες, η «Καθημερινή» έκανε λάθος χρίζοντας «Ελληνοαμερικανό» τον επιστήμονα που τιμήθηκε με το φετινό Νομπέλ Φυσικής. Ενα παλαιό δημοσίευμα αυστραλιανής ιστοσελίδας της ομογένειας, της Greek Herald, που πιθανότατα παραπλανήθηκε από την ελληνοπρεπή κατάληξη του ονόματός του και τον βάφτισε Ελληνοαμερικανό ήταν το εφαλτήριο για το λάθος που επαναλήφθηκε πολλές φορές από τα εγχώρια ΜΜΕ και την «Κ». «Ο Ελληνοαμερικανός Τζον Μαρτίνις τίθεται επικεφαλής του αυστραλιανού μέλλοντος στην κβαντική πληροφορική», ανέφερε χαρακτηριστικά το 2020 η ιστοσελίδα. Καμία άλλη πηγή δεν είχε αναφορά σε ελληνική ρίζα, αλλά ο ενθουσιασμός για ακόμη μία –έστω κατά το ήμισυ– «εθνική» επιτυχία στον επιστημονικό στίβο –και δη στα Νομπέλ– στάθηκε αρκετός για να αναπαραχθεί το σφάλμα, χωρίς να διασταυρωθεί επαρκώς. Η κατάληξη στο επίθετό του έγινε «Μαρτίνης» και ο προσωπικός του θρίαμβος… εθνικός.
Το όνομα του πατέρα μου προέρχεται από ένα νησί στη μέση της Αδριατικής και δεδομένου ότι οι άνθρωποι μετακινούνταν, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να έχουμε μια ελληνική ρίζα.
Παρ’ όλα αυτά, ο νομπελίστας φυσικός δεν αποκλείει να υπάρχουν εντέλει ελληνικές ρίζες. «Το γεγονός ότι το όνομα του πατέρα μου προέρχεται από ένα νησί στη μέση της Αδριατικής και δεδομένου ότι οι άνθρωποι μετακινούνται πάνω και κάτω σε αυτή την ακτή σε όλη την Ιστορία, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να έχουμε μια ελληνική ρίζα. Αλλά μιλάμε για 400 χρόνια πίσω», μου λέει από το σπίτι του στη Σάντα Μπάρμπαρα. «Χαίρομαι που οι Ελληνες αλλά και ο κάθε λαός είναι περήφανοι ακόμη και για τον απόδημο πληθυσμό τους, αυτούς που μετανάστευσαν», λέει, για να μοιραστεί στη συνέχεια μια μεγαλύτερη χαρά, αυτή του βραβείου Νομπέλ Φυσικής, το οποίο έλαβε μαζί με τους Τζον Κλαρκ και Μισέλ Ντεβορέ για την ανακάλυψη της μακροσκοπικής σήραγγας και την κβάντωση ενέργειας σε ηλεκτρικό κύκλωμα.

«Βρισκόμαστε πολύ κοντά στην κατασκευή ενός κβαντικού υπολογιστή που θα αλλάξει το πώς κατασκευάζουμε τα πράγματα. Οι υπολογιστές έγιναν όλο και καλύτεροι και πιο ισχυροί. Η ιδέα τώρα είναι αν έχουμε έναν νέο τύπο υπολογιστή που είναι πολύ ισχυρός, θα έχουμε μερικές αρχικές εφαρμογές, και μετά ποιος ξέρει τι θα συμβεί, οι δυνατότητες είναι απεριόριστες. Και ποιες είναι οι πρώτες εφαρμογές που μπορούμε να έχουμε; Είναι να κάνουμε προσομοιώσεις ατόμων και μορίων, ίσως και νέων υλικών, που θα φέρουν επανάσταση στην Ιατρική αλλά και στον τομέα των κατασκευών», λέει με αισιοδοξία, ελπίζοντας και σε μεγαλύτερη χρηματοδότηση για να ολοκληρωθεί το έργο.
«Πιστεύουμε ότι μπορούμε να συνθέτουμε νέα υλικά. Γνωρίζουμε αυτή τη στιγμή ότι μπορούμε να κατασκευάσουμε προϊόντα που πολλές φορές απαιτούν εξωτικά υλικά. Ενα παράδειγμα αυτού είναι οι μπαταρίες με κοβάλτιο. Και ξέρω ότι οι άνθρωποι αναζητούν εναλλακτικά πράγματα, αλλά απλώς δεν υπάρχει αρκετό κοβάλτιο για να ηλεκτρίσει τον κόσμο. Ωστόσο, αν χρησιμοποιήσουμε πιο κοινά υλικά, φθηνότερα, αυτό είναι κάτι που θα ωφελήσει την κοινωνία», λέει με αισιοδοξία. Οσο για τους φόβους γύρω από το γεγονός πως οι κβαντικοί υπολογιστές αναμένεται να μπορούν να σπάσουν τα σημερινά κρυπτογραφικά συστήματα ασφαλείας που χρησιμοποιούνται σε τραπεζικές συναλλαγές, στρατιωτικά μυστικά και εταιρικά δεδομένα, θεωρεί πως αυτό είναι κάτι το αναμενόμενο και θα ληφθούν τα ανάλογα μέτρα για μεγαλύτερη ψηφιακή ασφάλεια.
Εχοντας αλλάξει πολλές δουλειές έως τώρα, από καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Σάντα Μπάρμπαρα έως την Google, θεωρεί πως το περιβάλλον στο οποίο εργάζεται σήμερα είναι ο καλύτερος τρόπος για να ολοκληρώσει την έρευνά του.
«Δεν ταίριαζα πια στην Google. Δημιουργώντας τη δική μου εταιρεία, με μια μικρή ομάδα, απλώς ξανασκεφθήκαμε τα πάντα. Και καταλήξαμε σε ένα νέο επιχειρηματικό σχέδιο, το οποίο πιστεύω ότι είναι πολύ πιο πιθανό να λειτουργήσει. Είναι ο σωστός τρόπος να το κάνουμε. Και αυτό δεν θα το είχα σκεφθεί ποτέ στην Google. Ο τρόπος που λειτουργούν, ο τρόπος που μπορούν να συνεργαστούν, είναι απλός. Ως επιστήμονας, τώρα μπορώ να σκεφθώ ανοιχτά, ελεύθερα, για το τι πρέπει να κάνουμε. Και δεν χρειάζεται να ανησυχώ για τα παρασκήνια και τις πολιτικές μιας εταιρείας», κλείνει τη συζήτηση, για να ευχαριστήσει ακόμη μία φορά την επιτροπή των βραβείων Νομπέλ για την τιμή που του έκανε.

