Κέρκυρα: Οι μοναχοί Καπουτσίνοι δεν μένουν πια εδώ

Κέρκυρα: Οι μοναχοί Καπουτσίνοι δεν μένουν πια εδώ

Εκλεισε το ιστορικό μοναστήρι της Κέρκυρας έπειτα από τέσσερις αιώνες συνεχούς λειτουργίας και ανθρωπιστικής προσφοράς

5' 14" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Είθισται να λέμε «το μοναστήρι να είναι καλά, καλόγερους βρίσκει», αλλά φαίνεται πως αυτό δεν αποτελεί αξίωμα. Εν προκειμένω μια χαρά ήταν το μοναστήρι των καθολικών Καπουτσίνων στην Κέρκυρα, επί τριακόσια και πλέον χρόνια. Οι μοναχοί, όμως, όλο και λιγόστευαν και η ανταπόκριση των πιστών στις κλήσεις να ενδυθούν το ράσο με το «καπούτσο», την κουκούλα-σύμβολο του ομώνυμου τάγματος των Φραγκισκανών, καταγραφόταν με την πάροδο του χρόνου μηδαμινή. Ετσι, μοιραία, ύστερα από κοντά τέσσερις αιώνες αδιάκοπης λειτουργίας και ανθρωπιστικής προσφοράς, έφτασε η στιγμή που, θύμα και αυτό της υπογεννητικότητας, το μοναστήρι έκλεισε τις πόρτες, βυθίζοντας στη θλίψη την τοπική κοινότητα των καθολικών και προκαλώντας πλήγμα στην πολυπολιτισμική εικόνα της Κέρκυρας.

Η Κυριακή 31 Αυγούστου του 2025 ήταν για τους τρεις χιλιάδες καθολικούς της Κέρκυρας, αλλά και για την πνευματική κοινωνία του νησιού, μια «λυπημένη μέρα». Πλήθος πιστών συμμετείχε στην αποχαιρετιστήρια Θεία Λειτουργία για τους δύο εναπομείναντες υπέργηρους, και ως εκ τούτου ανήμπορους να προσφέρουν στη λειτουργία της μονής, αδελφούς μοναχούς που αποχώρησαν σε κλίμα συγκίνησης. Καπουτσίνος και ο ίδιος, ο επίτιμος αρχιεπίσκοπος της Καθολικής Εκκλησίας Κέρκυρας κ. Ιωάννης Σπιτέρης, σε μια βαθιά προσωπική και συναισθηματική δημόσια εξομολόγηση αποτύπωσε το μέγεθος της απώλειας για τους καθολικούς αλλά και για την κερκυραϊκή κοινωνία, που σηματοδοτεί το τέλος εποχής για τη μονή. «Μια ιστορία κλείνει, μια ιστορία που θα μείνει στην καρδιά των πιστών και βαθιά μέσα και στη δική μου. Είναι πλέον δύσκολο να βρίσκουμε κλήσεις για τη μοναστική ζωή. Δεν είμαστε και πολλοί οι καθολικοί στην Ελλάδα. Περνάμε και την περίοδο υπογεννητικότητας. Κλείνουν και μοναστήρια γιατί δεν υπάρχουν άνθρωποι να τα επανδρώσουν», είπε και πρόσθεσε: «Είναι μια δύσκολη μέρα, γιατί από όλα τα μοναστήρια που έχει αυτό το Τάγμα στην Ελλάδα, αυτό της Κέρκυρας ήταν το πιο ενσωματωμένο στον λαϊκό ιστό. Οι Καπουτσίνοι ήρθαν εδώ στην Κέρκυρα για να βοηθήσουν τους Μαλτέζους μετανάστες, που τότε αποτελούσαν μια κοινότητα φτωχών ανθρώπων, συχνά στο περιθώριο της κοινωνίας. Ο λόγος; Ηταν καθολικοί! Αν και οι συνθήκες έχουν αλλάξει αισθητά, οι Καπουτσίνοι, ακόλουθοι του Αγίου Φραγκίσκου, παρέμειναν πάντα δίπλα σε αυτούς τους ανθρώπους. Γι’ αυτό σήμερα άνδρες και γυναίκες έκλαψαν. Δεν ντρέπομαι να πω ότι κι εγώ, μέσα μου, έκλαψα. Εγώ που από παιδί σύχναζα σε αυτό το μοναστήρι. Ηταν μετά τον πόλεμο, και μαζί με άλλα παιδιά δεν βρίσκαμε καλύτερο μέρος για να παίξουμε στην αυλή του μοναστηριού. Πάντα υπήρχε ένας πατέρας μαζί μας και όταν, ιδρωμένοι και διψασμένοι, μας προσέφερε ένα ποτήρι δροσερό νερό από το πηγάδι του μοναστηριού, με μια σταγόνα λεμόνι κομμένο από το διπλανό δέντρο, αισθανόμασταν ευτυχισμένοι. Κι εκεί, ακριβώς αποφάσισα να γίνω κι εγώ Καπουτσίνος».

Κέρκυρα: Οι μοναχοί Καπουτσίνοι δεν μένουν πια εδώ-1

Ο σημερινός αρχιεπίσκοπος της τοπικής Καθολικής Εκκλησίας κ. Γεώργιος Αλτουβάς αναφέρθηκε στην ιστορική διαδρομή της μονής, που αρχίζει από το 1642. «Αρχικά ιδρύθηκε για να παρέχει πνευματική υποστήριξη στους στρατιώτες δυτικών δυνάμεων, όμως πολύ γρήγορα ο ρόλος της μετεξελίχθηκε. Οι Καπουτσίνοι μοναχοί, ακολουθώντας το παράδειγμα του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης, αφοσιώθηκαν στους πιο αδυνάμους. Εγιναν το στήριγμα για τους φτωχούς Μαλτέζους μετανάστες που ζούσαν στο περιθώριο της τοπικής κοινωνίας και μετέτρεψαν τη μονή σε ενορία και καταφύγιο για κάθε άνθρωπο που είχε ανάγκη».

Η ανταπόκριση των πιστών στις κλήσεις να ενδυθούν το ράσο με το «καπούτσο» ήταν πλέον μηδαμινή, οδηγώντας έτσι σε μια μεγάλη απώλεια για τους καθολικούς και την κερκυραϊκή κοινωνία.

Το μοναστήρι, άρρηκτα συνδεδεμένο με την ιστορία του τόπου, κατάφερε να επιβιώσει ακόμη και από τους σφοδρούς βομβαρδισμούς του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Σεπτέμβριο του 1943, όταν ο ναός καταστράφηκε ολοσχερώς για να ξαναχτιστεί αργότερα. Για σχεδόν τέσσερις αιώνες, αποτέλεσε έναν «πνευματικό πνεύμονα» για την Κέρκυρα, ένα μέρος όπου «η πόρτα ήταν πάντα ανοιχτή για όλους», είπε και κατέληξε ο κ. Αλτουβάς, τονίζοντας ότι «το Φραγκισκανικό χάρισμα δεν φεύγει από το νησί».

Ο Κερκυραίος ποιητής και πρώην υπουργός Τηλέμαχος Χυτήρης μιλώντας στην «Κ» χαρακτήρισε την ύπαρξη και λειτουργία της μονής κομμάτι του πολυπολιτισμικού παζλ του νησιού και απώλεια το κλείσιμό της. Ο ίδιος θυμάται: «Εζησα από μικρό παιδί την πολυπολιτισμικότητα της Κέρκυρας. Στο σχολείο όταν πήγαινα, οι συμμαθητές μου είχαν διάφορα επίθετα που μου έκαναν εντύπωση γιατί δεν ήταν σαν τα άλλα, τα δικά μας, τα ελληνικά. Υπήρχαν για παράδειγμα, επίθετα όπως Μοσκάτ, Σουερέφ, Ελζαβίτ κ.ά. Σιγά σιγά, ρωτώντας τον πατέρα μου που ασχολείτο με την ιστορία της Κέρκυρας, μου εξήγησε όταν έγινα δώδεκα χρόνων ότι οι συμμαθητές αυτοί είναι από τη Μάλτα, από τους Μαλτέζους που είχαν έρθει επί αγγλικής κυριαρχίας και ήταν κτίστες που έφτιαξαν τα ανάκτορα στην κεντρική πλατεία της Κέρκυρας. Μάλιστα είχαν φέρει και τα υλικά από τη Μάλτα. Οι Αγγλοι τους εγκατέστησαν σε ένα προάστιο της Κέρκυρας και πολλοί έμειναν στο νησί, παντρεύτηκαν και έκαναν παιδιά. Αφησαν απογόνους και η περιοχή εκείνη στις παρυφές της πόλης λεγόταν Μαλτέζικα. Μετά ασχολήθηκαν με κηπευτικά προϊόντα τα οποία πουλούσαν στις λαϊκές αγορές της πόλης. Γνώρισα τα παιδιά στη συνέχεια και το μόνο διαφορετικό που είχαν ήταν ότι ήταν καθολικοί. Δεν υπήρχε καμιά άλλη διαφορά. Το μοναστήρι των Καπουτσίνων αποτελεί τοπόσημο, η περιοχή έξω από την πόλη λέγεται Καπουτσίνοι ακόμη και σήμερα».

Σχέσεις με ορθοδόξους

Οι μοναχοί δεν κυκλοφορούσαν πολύ στην πόλη. Περισσότερο φαίνονταν οι καθολικοί ιερείς. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι σχέσεις με τους ορθοδόξους δεν ήταν καλές, κάθε άλλο. Τη Μεγάλη Παρασκευή, καθολικοί και ορθόδοξοι επιτάφιοι, ασχέτως πότε πέφτει το Πάσχα, γίνονται μαζί και αυτό αποτελεί δείγμα της αρμονικής συμβίωσης. «Εννοείται ότι θα αφαιρέσει κάτι από τον κοσμοπολιτισμό και την ιστορία της Κέρκυρας, που έχει και άλλα πολυπολιτισμικά αποτυπώματα (εέρβικα, βρετανικά, ενετικά). Τώρα βεβαίως καταγράφεται ραγδαία ισοπέδωση των ταυτοτικών χαρακτηριστικών των Κερκυραίων, όπως η τραγουδιστή προφορά η οποία χάνεται. Είχαν, επίσης, πολλές λέξεις που προέρχονταν από τις διάφορες γλωσσικές μείξεις, κυρίως από τα ιταλικά. Οι περίφημες κομπανίες έχουν απομείνει πλέον μόνο στο επίπεδο κάποιων φιλαρμονικών», συμπληρώνει ο Σπιτέρης, περιγράφοντας στην «Κ» μια εικόνα της παρουσίας των καθολικών στην Ελλάδα. «Οι Ελληνες καθολικοί είμαστε μικρές μειονότητες σε σχέση με τους ορθοδόξους. Αλλά τώρα είμαστε και μειονότητες σε σχέση με τους καθολικούς που έχουν έρθει απέξω. Πρώτα ήμασταν σαράντα με σαράντα πέντε χιλιάδες, τώρα εδώ στην Ελλάδα οι καθολικοί είναι τουλάχιστον τριακόσιες χιλιάδες. Είχαν έρθει παλαιότερα πολλοί από την Πολωνία, τις Φιλιππίνες, ως μετανάστες, που όμως έκαναν οικογένειες και έμειναν εδώ. Υπάρχουν μοναστήρια και φυσικά εκκλησίες των καθολικών, όπως και ιδρύματα (νοσοκομεία, γηροκομεία κ.λπ.). Μοναστήρια Καπουτσίνων υπάρχουν, εκτός από το δικό μας στην Κέρκυρα, ένα στη Σύρο, ένα στους Αγίους Αναργύρους και ένα στα Χανιά στην Κρήτη από το 1600».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT