Νίκος Αναστασόπουλος
Φόρτωση Text-to-Speech...
Της Ηλιάνας Μάγρα
Το ρολόι έδειχνε 16.41 όταν ανάμεσα στα πεύκα στο Νταού Πεντέλης εμφανίστηκε λευκός καπνός. Λίγα λεπτά αργότερα, ξεπήδησαν οι πρώτες φλόγες. Μέχρι να ειδοποιηθεί το «199» της Πυροσβεστικής στις 16.49, η φωτιά είχε ήδη ξεφύγει από το Νταού, έχοντας στο μεταξύ προλάβει να κάψει μερικά σπίτια εκεί πριν κατευθυνθεί με ταχύτητα προς τον Νέο Βουτζά. Εκείνο το μοιραίο απόγευμα, στις 23 Ιουλίου του 2018, στην περιοχή έπνεαν ισχυροί δυτικοί άνεμοι.
Τα περιπολικά του 12ου Πυροσβεστικού Σταθμού, που υπό κανονικές συνθήκες θα βρίσκονταν στην περιοχή από το μεσημέρι, είχαν πάρει εντολή να μετακινηθούν στη φωτιά που έκαιγε στην Κινέτα. Μία ώρα αργότερα, οι άνεμοι ενισχύθηκαν. Η αστυνομία έκλεισε τη λεωφόρο Μαραθώνος. Μέχρι το βράδυ, η πυρκαγιά είχε ξεφύγει εντελώς και η κατάσταση στο Μάτι ήταν αποκαλυπτική.
Κάποιοι πέθαναν εγκλωβισμένοι μέσα στα αυτοκίνητά τους. Αλλοι βρέθηκαν νεκροί αγκαλιασμένοι σε ένα οικόπεδο. Ορισμένοι κάηκαν στις αυλές τους, στα σπίτια τους, στους δρόμους. Μερικοί πνίγηκαν όσο προσπαθούσαν να ξεφύγουν από την πύρινη λαίλαπα και άλλοι υπέκυψαν αργότερα στα εγκαύματά τους.
Συνολικά, εξαιτίας της πυρκαγιάς στο Μάτι, της μεγαλύτερης καταστροφής που έχει συμβεί στη χώρα στη σύγχρονη ιστορία της, έχασαν τη ζωή τους 104 άνθρωποι – από βρέφη μέχρι ηλικιωμένους. Τραυματίστηκαν δεκάδες. Αλλά ακόμη κι αν δεν νοσηλεύθηκαν, κανένας από τους ανθρώπους που ήταν εκεί εκείνο το βράδυ δεν έμεινε αλώβητος από την τραγωδία.
Μαύρη επέτειος
Χθες, στην έβδομη μαύρη επέτειο της φονικής πυρκαγιάς που ακολουθήθηκε από τραγικά κρατικά λάθη, συγγενείς και φίλοι των θυμάτων τίμησαν, όπως κάθε χρόνο τέτοια μέρα, τη μνήμη τους με μια σειρά εκδηλώσεων. Το πρωί έγινε επιμνημόσυνη δέηση στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου – Αγίου Θωμά και Αγίου Πορφυρίου στο Κόκκινο Λιμανάκι στο Μάτι.
Πλήθος κόσμου τίμησε, όπως κάθε χρόνο τέτοια μέρα, τη μνήμη των θυμάτων με μια σειρά εκδηλώσεων – «Υπάρχει οργή και παράπονο», λέει στην «Κ» η Κατερίνα Μαλά, επιζήσασα της πυρκαγιάς.
Στις 7 το απόγευμα, ακολούθησε τρισάγιο στο μνημείο των θυμάτων στον Νέο Βουτζά, ενώ μιάμιση ώρα αργότερα έγινε η κεντρική εκδήλωση μνήμης με τρισάγιο στον Ναυτικό Αθλητικό Ομιλο Ματιού.
Στις 9.30 το βράδυ ξεκίνησε από εκείνο το σημείο σιωπηλή πεζοπορία προς τιμήν των θυμάτων, μέχρι την ακτή. Την ακτή στην οποία εκατοντάδες άνθρωποι διέφυγαν πριν από επτά χρόνια για να σώσουν τη ζωή τους.

«Νιώθω τα ίδια συναισθήματα που ένιωθα από την πρώτη επέτειο – υπάρχει οργή και παράπονο», λέει στην «Κ» η Κατερίνα Μαλά, επιζήσασα της πυρκαγιάς. Το παράπονο και ο θυμός είναι ίσως ακόμη μεγαλύτερα τώρα, έπειτα από δύο δικαστικές διαδικασίες κατά τις οποίες τονίζει ότι η αλήθεια ειπώθηκε και καταγράφηκε. «Αλλά οι τιμωρίες είναι αναντίστοιχες της – την πλήρωσαν αυτοί που δεν γινόταν να μην την πληρώσουν, όμως το σύστημα φρόντισε τα πολιτικά πρόσωπα, η αστυνομία και το Λιμενικό να μείνουν εκτός κάδρου», σημειώνει.
Υπενθυμίζεται ότι τον προηγούμενο μήνα, το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων αποφάσισε την επιβολή συνολικών ποινών από 3 έως 340 έτη, με εκτιτέα τα πέντε, στον τότε αρχηγό της Πυροσβεστικής Σωτήρη Τερζούδη, στον τότε υπαρχηγό Βασίλη Ματθαιόπουλο, στον τότε επικεφαλής του Ενιαίου Συντονιστικού Κέντρου Επιχειρήσεων Ιωάννη Φωστιέρη και στον τότε γενικό γραμματέα Πολιτικής Προστασίας Ιωάννη Καπάκη.
Στήριξη στον διπλανό
Το χθεσινό τρισάγιο είναι πολύ σημαντικό για εκείνη, για όλους τους, είτε έχασαν δικούς τους ανθρώπους στο Μάτι είτε όχι, εξηγεί η κ. Μαλά. «Για εμάς η έννοια της συλλογικής μνήμης είναι επί της ουσίας να βρεθούμε όλοι μαζί και, χωρίς να μιλάμε, ο καθένας να στηρίξει τον διπλανό του και να σεβαστεί τη μνήμη εκείνης της μέρας».
Θυμάται να φεύγει προς τη Νέα Μάκρη και μέχρι τις 19.20 να κάθεται με τα παιδιά της στο αυτοκίνητο, αποτρέποντας κόσμο να πάει προς το Μάτι. Θυμάται να μη βρίσκεται κανένας αξιωματούχος στο σημείο εκείνο για να επιτελέσει αυτό το καθήκον και την ξαναπιάνει οργή. «Οργή που δεν ημερεύει», δηλώνει. «Το ποιος επέζησε ήταν θέμα τύχης», τονίζει στην «Κ», «και αυτή η μέρα μας αφορά όλους».
ΑΠΟΨΗ
Ανάγκη συλλογικής δράσης, έκκληση για κινητοποίηση
Του Νίκου Αναστασόπουλου
Οι παρακάτω σκέψεις γράφονται εν μέσω καύσωνα, ανήμερα την επέτειο των επτά χρόνων από την πυρκαγιά στο Μάτι που στοίχισε τη ζωή σε 104 ανθρώπους. Δεν απευθύνονται αποκλειστικά στην τρέχουσα δημοτική αρχή του Δήμου Μαραθώνα, ήδη στη δεύτερη θητεία της.
Το πρόβλημα άλλωστε είναι διαχρονικό, με ευθύνες όλων των προηγούμενων διοικήσεων – αλλά και της ίδιας της κοινωνίας. Είναι μια ανοικτή επιστολή προς πάσα κατεύθυνση, μια έκκληση για συνείδηση και κινητοποίηση, πριν να είναι πολύ αργά.
Η «καιόμενη σφαίρα» στο Μάτι, προσφορά της ομογενειακής κοινότητας της Αυστραλίας, προορίζεται ως μνημείο για τα θύματα της πυρκαγιάς του 2018. Ωστόσο, οι πυρκαγιές δεν είναι παρελθόν: επανέρχονται κάθε χρόνο και τις ακολουθούν πλημμύρες, καταιγίδες, και ένας φαύλος κύκλος επιδεινούμενης κλιματικής κρίσης.
Είναι το παρόν, και αν συνεχίσουμε έτσι, φοβάμαι ότι είναι ένα ακόμη πιο δυσοίωνο μέλλον.
Το 2024 η πυρκαγιά στον Βαρνάβα έκαψε 104.000 στρέμματα στην Αττική. Χωρίς ανθρώπινες απώλειες, αλλά με μη αναστρέψιμες ζημιές σε οικοσυστήματα, όπως η ρεματιά του Χαλανδρίου. Το μνημείο θα έπρεπε να μας υπενθυμίζει τον συνεχιζόμενο κίνδυνο από το 2018 έως σήμερα.
Αλλά η καταστροφή συνεχίζεται, το ίδιο και η συλλογική αδιαφορία, που δεν αφορά μόνο τις Αρχές αλλά και κάθε άτομο ξεχωριστά. Η νέα κανονικότητα περιλαμβάνει καύσωνες, μποφόρ, πλημμύρες και λειψυδρία.
Ας ελπίσουμε σε όχι πλέον άλλη αμετακίνητη αδράνεια. Οι θεσμοί συχνά λειτουργούν με ρυθμούς χρονοβόρους και αναποτελεσματικούς, εγκλωβισμένοι σε γραφειοκρατία και αδράνεια, ενώ οι πολίτες, κουρασμένοι ή αποστασιοποιημένοι, συμβιβάζονται με το «δεν αλλάζει τίποτα».
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι οδηγίες πρόληψης έφθαναν από παντού. Τις έβλεπες ήθελες δεν ήθελες. Για την κλιματική αλλαγή, δεν υπάρχει στο ελάχιστο ανάλογη ευαισθητοποίηση.
Η ευθύνη βαραίνει όλους: χωρίς κοινωνική απαίτηση για δράση, χωρίς προσωπική ευαισθητοποίηση, οι πρωτοβουλίες παραμένουν αποσπασματικές ή απλώς συμβολικές «καιόμενες σφαίρες».
Η αδιαφορία γίνεται το πιο επικίνδυνο καύσιμο για τις τραγωδίες τού αύριο – κι αυτή η επίγνωση πρέπει επιτέλους να αφυπνίσει συνειδήσεις.
Οι ακραίες καιρικές συνθήκες (ξηρασία, υψηλές θερμοκρασίες, ισχυροί άνεμοι) είναι πλέον καθημερινότητα. Αν δεν αλλάξουμε, θα επαναλαμβάνουμε τις ίδιες καταστροφές. Η κλιματική αλλαγή (ή κρίση) επιταχύνει: καιγόμαστε, πλημμυρίζουμε, χάνουμε τη φύση και την πολιτιστική μας κληρονομιά. Η Ελλάδα κινδυνεύει με ερημοποίηση.
Το πρόβλημα δεν είναι οι εμπρηστές. Ενα παρατημένο πλαστικό μπουκάλι με νερό, από τα εκατομμύρια πεταμένα στην ύπαιθρο, μπορεί, λειτουργώντας ως φακός, να φτάσει τους 200 °C και να ανάψει ξερά χόρτα.
Στα προφανή μέτρα πρόληψης θα έπρεπε να περιλαμβάνεται εξονυχιστική συλλογή σε όλη την ύπαιθρο από μαζική κινητοποίηση Αρχών και πολιτών, και μέτρα για την εξάλειψη του φαινομένου, και ζώνες ελέγχου πιθανής εστίας. Εντατική ενημέρωση από τον Μάρτιο κάθε έτους και κινητοποίηση των πολιτών. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι οδηγίες πρόληψης έφθαναν από παντού. Τις έβλεπες ήθελες δεν ήθελες. Για την κλιματική αλλαγή δεν υπάρχει στο ελάχιστο ανάλογη ευαισθητοποίηση, δεν έχουν δημοσιευτεί σχέδια πρόληψης, ούτε υπάρχει κοινωνική πίεση για δράση – παρόλο που, σε συνθήκες καύσωνα, καμία Πυροσβεστική δεν μπορεί να σταματήσει γιγαντιαίες φωτιές.
Δεν χρειαζόμαστε απλώς μνημεία, αλλά δράση. Συστήματα και μεθόδους πρόληψης, εκπαίδευση και μια κοινωνία που απαιτεί αλλαγή – όπως απαιτεί δικαιοσύνη για τα Τέμπη. Διαφορετικά, η επόμενη καταστροφή είναι ζήτημα χρόνου.
Ενδεικτικά, οι πιστοποιημένοι θάνατοι από COVID-19 ήταν πάνω από 38.000 (2020-2024), ενώ οι θάνατοι και επιπλοκές λόγω ακραίων καιρικών φαινομένων στην Ελλάδα για την περίοδο 2000-2024 υπήρξαν πάνω από 4.000 από καύσωνες και θερμική καταπληξία, 220 θάνατοι από πυρκαγιά, 50 από πλημμύρες και 200 από λειψυδρία. Τι περιμένουμε άραγε;
* Ο κ. Νίκος Αναστασόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής της Σχολής Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.

