«Εδώ βλέπετε το Ψήφισμα του δημοτικού συμβουλίου της Αθήνας για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα, απευθυνόμενο στη βασίλισσα Βικτόρια της Μεγάλης Βρετανίας, το έτος 1890. Είναι ένα τεκμήριο που προβάλλει τον θεσμικό ρόλο του Δήμου Αθηναίων σε πολύ σημαντικές στιγμές της ιστορίας και αναδεικνύει την υπερτοπική του παρέμβαση. “Ναι, είμαι δήμος, έχω περιορισμένες δικαιοδοσίες, αλλά έχω τη δύναμη και το θάρρος να απευθυνθώ στο αγγλικό κοινοβούλιο με ένα ψήφισμα και να φωνάξω να επιστραφούν τα Γλυπτά”».
Η Ζέττα Αντωνοπούλου, προϊσταμένη του τμήματος πολιτιστικής κληρονομιάς του Δήμου Αθηναίων, μάς ξεναγεί σε μια πρωτότυπη έκθεση η οποία ρίχνει φως στην ιστορία, τη ζωντανή μνήμη και την εξέλιξη της ελληνικής πρωτεύουσας. Μέσα από πλούσια αρχειακά τεκμήρια του 19ου και 20ού αιώνα τα οποία περιλαμβάνουν σπάνια αντικείμενα και φωτογραφίες, διοικητικά έγγραφα, φιλμ, χάρτες και σχέδια, η έκθεση με τίτλο «Αθήνα από Σελίδα σε Πόλη» που φιλοξενείται στο νέο κτίριο του Δήμου Αθηναίων επί της οδού Πατησίων, αναδεικνύει όχι μόνο ιστορικά πρόσωπα, εμβληματικά κτίρια και μνημεία, αλλά και τις ίδιες τις υπηρεσίες του δήμου και τους ανθρώπους του.

«Για εμένα το πιο συγκινητικό μέρος αυτών των τεκμηρίων είναι οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Φαντάζομαι ας πούμε τον άνθρωπο που γυρνούσε τον περιστρεφόμενο μύλο ευρετηρίασης με τα ονόματα του δημοτολογίου –προχωρημένο για την εποχή του– ή εκείνον που συνέτασσε το κτηματολόγιο. Ολοι αυτοί –ένας προς έναν– συνθέτουν την ιστορία της Αθήνας», λέει στην «Κ» η κ. Αντωνοπούλου.

Η ίδια σε συνεργασία με τη Βασιλική Σφήκα, προϊσταμένη του Ιστορικού Αρχείου του Δήμου Αθηναίων, συγκέντρωναν επί χρόνια τα δημοτικά αρχεία, τα κατέγραφαν και τα τεκμηρίωναν, ώστε να τα αποδώσουν θεματικά, ανά υπηρεσία και ανά τομέα ευθύνης του δήμου.
«Μελετώντας τα διοικητικά αρχεία, μπορεί να διαπιστώσει κανείς πως ο δήμος αναλάμβανε πρωτοβουλίες που αφορούσαν την υποδοχή των ξένων και την ενίσχυση του διεθνούς προφίλ της πόλης. Από τις πρώτες καταγραφές προσφύγων μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή μέχρι τη διοργάνωση σημαντικών πολιτιστικών εκδηλώσεων, η Αθήνα προσπαθεί να τοποθετηθεί στο παγκόσμιο πολιτικό και πολιτιστικό στερέωμα», λέει στην «Κ» η κ. Σφήκα, αναφερόμενη στα πρώτα χρόνια από την ίδρυση του δήμου από τα μέσα του 19ου μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα.
«Ορισμένα ντοκουμέντα, όπως δημοτικά έγγραφα για την ανάπτυξη υποδομών, τη δημιουργία εκπαιδευτικών και πολιτιστικών θεσμών, τη διοργάνωση διεθνών συνεδρίων και τη συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς, εμφανίζουν την Αθήνα όχι μόνο ως μια πόλη που προσπαθεί να αναπτύξει τις λειτουργίες της και να συγχρονιστεί με το πνεύμα των καιρών σε κάθε ιστορική εποχή, αλλά και να διαμορφώσει τη δική της διακριτή ταυτότητα. Ταυτότητα με ευθεία αναφορά στην πολιτιστική, πνευματική κληρονομιά της και το ιστορικό παρελθόν της», τονίζει η ίδια.
Η υπογραφή του Ι. Μακρυγιάννη
Ανάμεσα στα τεκμήρια, ξεχωρίζει κανείς τα πρακτικά των δημοτικών συμβουλίων από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του Δήμου Αθηναίων. Σε αυτά, το «φως» πέφτει πάνω σε ένα ηρωικό όνομα της Επανάστασης, τον Ιωάννη Μακρυγιάννη, του οποίου η υπογραφή με την ιδιότητα του δημοτικού συμβούλου διακρίνεται σε μία από τις σελίδες τους, το έτος 1841.

«Πρόκειται για ένα εξαιρετικά σημαντικό τεκμήριο. Είναι ο πρώτος σωζόμενος τόμος που ανασύραμε με πρακτικά δημοτικού συμβουλίου, επτά χρόνια από την ίδρυση του Δήμου Αθηναίων και την ανακήρυξη της Αθήνας ως πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους», τονίζει η κ. Αντωνοπούλου.
Οι πρώτοι χάρτες
Καθώς μάς ξεναγεί στον χώρο, η ματιά μας πέφτει στους χάρτες των Αθηνών. Από το πρώτο πολεοδομικό σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ μέχρι την μεταπολεμική Αθήνα στο απόσπασμα του ημικτηματολογικού χάρτη του 1955.
«Σε έναν από αυτούς βλέπουμε -μεταξύ άλλων- τους τόπους ανάπαυσης των Αθηνών. Στην πόλη λειτουργούσε προτεσταντικό νεκροταφείο απέναντι από το Στάδιο, τουρκικό και ελληνικό νεκροταφείο. Τα σχέδια για τη διαμόρφωση του Α’ νεκροταφείου από το 1896 σώζονται και αυτά ανάμεσα στα τεκμήρια», αναφέρει η ίδια.
Κεντρική θέση στην έκθεση έχει και η «εγγραφή» του Δημαρχιακού Μεγάρου στο Πρώτο Κτηματολόγιο του Δήμου Αθηναίων, επί δημαρχίας Κώστα Κοτζιά, την περίοδο 1935-1937. Σε αυτό απεικονίζεται η προσθήκη του δεύτερου ορόφου.

«Η έκθεση φιλοξενεί μόλις ένα μικρό δείγμα από μία σειρά καταπληκτικών αρχιτεκτονικών σχεδίων που διαθέτει το Τμήμα Παραδοσιακών του δήμου –πρώην Διεύθυνση Αρχιτεκτονικού– στα οποία έχουν αποτυπωθεί όλα τα παραδοσιακά κτίρια που ανήκουν στον δήμο, όπως η λεγόμενη Βίλα Τράιμπερ -το νεοκλασικό της οδού Παλαιολόγου 8α- η οποία πήρε το όνομά της από τον Γερμανό φιλέλληνα γιατρό Ερικ Τράιμπερ και περιήλθε στον δήμο», αναφέρει η προϊσταμένη του τμήματος πολιτιστικής κληρονομιάς του Δήμου Αθηναίων.
Στην έκθεση, αναδεικνύονται πολλές αθέατες όψεις. Τεκμήρια που φωτίζουν τις λιγότερο γνωστές πλευρές της ιστορίας, όπως η ζωή των προσφύγων, των μειονοτήτων ή των κοινωνικά ευάλωτων ομάδων, αλλά και τεκμήρια που αναδεικνύουν το αίσθημα της συνέχειας και είναι στενά συνδεδεμένα με τον τόπο.
Ο κατάλογος διατίμησης εδωδίμων ειδών του 1841 αποτελεί έναν μοναδικής σπουδαιότητας μάρτυρα του πλούτου των προϊόντων της αθηναϊκής αγοράς τροφίμων και του κοινωνικού και οικονομικού ανασχηματισμού της συγκεκριμένης περιόδου
«Οπως για παράδειγμα το πρώτο τυπωμένο κτηματολόγιο του Δήμου Αθηναίων (1935), ένα εξαιρετικό τεκμήριο που περιλαμβάνει όλα τα κτίρια, τα οικόπεδα και τις πλατείες του δήμου και το οποίο δίνει στον επισκέπτη τη δυνατότητα να κατανοήσει ότι ζει σε μια ζωντανή πόλη που εξελίσσεται και μετασχηματίζεται», μας λέει η κ. Σφήκα. Η ίδια μέσα από αρχεία που αφορούν πρακτικές πτυχές της ζωής, εξετάζει το ευρύτερο πλαίσιο κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών κάθε περιόδου.
«Ενδεικτικά, ο κατάλογος διατίμησης εδωδίμων ειδών του 1841 αποτελεί έναν μοναδικής σπουδαιότητας μάρτυρα του πλούτου των προϊόντων της αθηναϊκής αγοράς τροφίμων –λίγα χρόνια μετά τη δημιουργία του Δήμου Αθηναίων– και του κοινωνικού και οικονομικού ανασχηματισμού της συγκεκριμένης περιόδου. Η ανάδυση μιας νέας αστικής τάξης με ευρωπαϊκό προσανατολισμό και τρόπο ζωής συνυπάρχει στον ίδιο αστικό ιστό με πλήθος ενδεών και πρώην αγωνιστές, γεγονός που καταδεικνύει η παρουσία προϊόντων όπως ροζόλια (λικέρ), καφές, σοκολάτα, και ειδών πολυτελείας όπως το χαβιάρι», αναφέρει η ίδια.

Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά και η ανάδειξη του πολιτισμού είναι βασικά κομμάτια της έκθεσης στα οποία οι επισκέπτες μπορούν να δουν τη μέριμνα του δήμου για τα γλυπτά της πόλης –με τις αγορές γλυπτών και τις δωρεές που έχει δεχθεί μέσα στα χρόνια– αλλά και τη μεταπολεμική προσπάθεια των δημοτικών αρχών να αγοράσουν έργα Ελλήνων ζωγράφων που θα κοσμούσαν αργότερα τις συλλογές της Δημοτικής Πινακοθήκης.
«Μιλάμε για μια τραυματισμένη Ελλάδα μετά τον πόλεμο που θέλει να ενισχύσει τους καλλιτέχνες της. Σε αυτή την έκθεση βλέπουμε κάποιους πίνακες σε μικρογραφία, οι οποίοι μάς δείχνουν την καλλιτεχνική τάση εκείνης της εποχής, όπως ένα πρώιμο έργο του Γιάννη Γαΐτη ή το έργο “Τοπίο στη Μυτιλήνη” του Σπύρου Παπαλουκά, ο οποίος μάλιστα υπηρέτησε και ως έφορος στη Δημοτική Πινακοθήκη με πολύ σπουδαίο έργο», σημειώνει η κ. Αντωνοπούλου.
Στην έκθεση προβάλλονται και κάποια άλλα σημαντικά αντικείμενα που ανήκουν στον δήμο, όπως η Δάδα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, το βιβλίο με τα «Τοπωνυμικά» του Κώστα Μπίρη, καθώς κι ένα από τα πιο παλιά χρηματοκιβώτια του δήμου κατασκευής του εργοστασίου της Ελένης Κακαβούλη, το οποίο βρέθηκε στο υπόγειο κάποιου δημοτικού κτιρίου.

Οι επισκέπτες μπορούν στον ίδιο χώρο να παρακολουθήσουν στιγμιότυπα από μία μικρού μήκους ταινία με εικόνες της Αθήνας, βασισμένη σε διάφορα φιλμ της περιόδου 1930 – 1970 που ανακαλύφθηκαν στο 4ο υπόγειο του πάρκινγκ της Βαρβακείου Αγοράς και αποτέλεσαν, μετά την ψηφιοποίησή τους, το πρώτο οπτικοακουστικό υλικό που περιήλθε στο ιστορικό αρχείο του δήμου.
Στο χθες και το σήμερα της Αθήνας
Η έκθεση λειτουργεί στο ισόγειο του νέου δημοτικού κτιρίου, επί της οδού Πατησίων 159, σε έναν χώρο τον οποίο καθημερινά επισκέπτονται εκατοντάδες δημότες για να εξυπηρετηθούν από το ΚΕΠ του δήμου. «Αυτό ήταν και το σκεπτικό όταν επιλέξαμε αυτό το σημείο για να εκθέσουμε τα πολύτιμα τεκμήρια: να δώσουμε μια καλή αφορμή στους Αθηναίους πολίτες να περιηγηθούν στην έκθεση και να δουν από κοντά αυτά τα σπάνια αρχεία της πόλης μας», τονίζει στην «Κ» ο γενικός γραμματέας του Δήμου Αθηναίων, Βασίλης Μπόκος.

«Προσπαθήσαμε να διαμορφώσουμε αυτόν τον χώρο, έτσι ώστε να μην έχει κάποιος την εντύπωση ότι μπαίνει σε μια δημόσια υπηρεσία. Θέλουμε μέσα από αυτά τα ντοκουμέντα να “ταξιδέψουμε” τον επισκέπτη στο χθες και το σήμερα της Αθήνας. Καθένας μας, μέσα από αυτή την έκθεση, μπορεί να δει το αποτύπωμα που αφήνει ο Δήμος Αθηναίων στην εξέλιξη και την πορεία της κοινωνικής και της πολιτιστικής ζωής της πόλης», σημειώνει ο ίδιος, τονίζοντας ότι η είσοδος είναι δωρεάν για όλους.
Η έκθεση θα παραμείνει ανοιχτή για το κοινό έως τις 30 Ιουλίου. Λειτουργεί καθημερινά από τις 8 το πρωί μέχρι τις 8 το βράδυ και το Σάββατο από τις 8 το πρωί μέχρι τη μία το μεσημέρι.

