Η Μέλοντι Γουόκ, υποψήφια διδάκτωρ Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Columbia, ήξερε από το λύκειο ότι θέλει να μάθει αρχαία ελληνικά και λατινικά. Στόχος της ήταν να γνωρίσει την αρχαία Μεσόγειο, ως φοιτήτρια λοιπόν ακολούθησε τον «κλασικό» δρόμο. Πλέον ερευνά τις οικογενειακές σχέσεις στην ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα, την οποία μελετά και με τη βοήθεια επιγραφών. Ηταν μάλιστα σε ένα μάθημα επιγραφικής στο Columbia που άκουσε για το «ψήφισμα των Εργαστίνων», το οποίο εκδόθηκε περίπου το 103 π.Χ. για να τιμήσει τις νεαρές κοπέλες που ύφαιναν το πέπλο του αγάλματος της Αθηνάς στη γιορτή των Παναθηναίων. «Είχαμε διαβάσει τότε μια μεταγραφή του κειμένου», λέει στην «Κ» η Μέλοντι. «Αλλά στο Μουσείο Ακρόπολης μελετήσαμε την ίδια τη λίθινη επιγραφή. Και καθώς οι επιγραφές είναι συχνά φθαρμένες και δυσανάγνωστες, εκτίμησα πολύ την εργασία των επιγραφολόγων».
Η Μέλοντι βρέθηκε στην Αθήνα τον Ιούνιο, στο πλαίσιο ενός θερινού σεμιναρίου επιγραφικής που πραγματοποιήθηκε στο Διεθνές Κέντρο Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Columbia στην Αθήνα (Columbia Global Center Athens), με υπεύθυνη την Παρασκευή Μαρτζαβού, λέκτορα Κλασικών Σπουδών στο αμερικανικό ίδρυμα. Η επίσκεψη στο Μουσείο Ακρόπολης δεν ήταν η μόνη που γοήτευσε την Αμερικανίδα – ξεχωρίζει, μεταξύ άλλων, εκείνη στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, όπου την ενθουσίασαν εκθέματα σχετικά με τον Ηρώδη τον Αττικό: «Ο Ηρώδης μού φαίνεται ιδιαίτερα συναρπαστική μορφή, γιατί υιοθέτησε πολλά παιδιά και τους αφιέρωσε πολυτελή μνημεία όταν πέθαναν», λέει η φοιτήτρια, που λόγω ενδιαφερόντων ξέρει να εκτιμά ένα επιτύμβιο μνημείο ή μια ταφική επιγραφή. Οχι ότι η Αθήνα –την οποία έχει επισκεφθεί και παλιότερα– δεν την ενθουσίασε: «Μου άρεσε το πώς η αρχαία ιστορία και αρχιτεκτονική έχουν ενσωματωθεί στην πόλη», λέει η Μέλοντι. «Μου είχε λείψει επίσης η κουζίνα», προσθέτει, «οπότε χάρηκα που απόλαυσα τα υπέροχα γεύματα στις ταβέρνες».

Η Γιαν Τζενγκ, φοιτήτρια Γλωσσολογίας, ήρθε επίσης πρόσφατα στην Αθήνα, για το θερινό πρόγραμμα «Hellenism and the Topographical Imagination», που διοργανώθηκε από το Διεθνές Κέντρο Εκπαίδευσης του Columbia και από την Πρωτοβουλία για τις Δημόσιες Ανθρωπιστικές Επιστήμες Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Το πρόγραμμα, με υπεύθυνο τον λέκτορα Ελληνικών Σπουδών του Columbia Δημήτρη Αντωνίου, εξέτασε το πώς ο χώρος –αστικός, πολιτισμικός ή και λογοτεχνικός– συμβάλλει στη δημιουργία και αναπαραγωγή του πολιτισμικού και πολιτικού συλλογικού φαντασιακού. Δεν είναι λοιπόν παράξενο που η Γιαν Τζενγκ είδε διαφορετικά τη σχέση της Ελλάδας με το παρελθόν της – μια σχέση, λέει στην «Κ», που δεν αποτελεί πρωτοτυπία, «ειδικά όσον αφορά την επιθυμία για επιστροφή σε μια “χρυσή εποχή”, παρά για επίλυση των ζητημάτων της σύγχρονης κοινωνίας». Αξιοπρόσεκτο όμως είναι και αυτό που λέει η Γιαν Τζενγκ όταν τη ρωτάμε ποιο μέρος του προγράμματος της φάνηκε πιο ενδιαφέρον: «Το κομμάτι για την οθωμανική Αθήνα ήταν ιδιαίτερα διεισδυτικό, καθώς εστίασε στον ρόλο της φορολογίας στη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας κατά την οθωμανική κυριαρχία», λέει η φοιτήτρια και συμπληρώνει: «Αντιστοίχως, όταν είδαμε την ταινία της Εύας Στεφανή “Ακρόπολις” (σ.σ. πειραματικό ντοκιμαντέρ, του 2001, για την ελληνική εθνικιστική ιδεολογία), προβληματίστηκα για τη θέση των αρχαίων μνημείων στη σύγχρονη ζωή».

Φοιτητής Κλασικών Σπουδών και Φιλοσοφίας, ο Κορεάτης Μάρβιν Τσο βρήκε πιο ενδιαφέρον το μάθημα για τη σχέση δυτικού φιλελληνισμού και ελληνικής εθνικής ταυτότητας. «Την τελευταία φορά που ήμουν στην Ελλάδα επισκέφθηκα σχεδόν αποκλειστικά αρχαιολογικούς χώρους, όμως πλέον κατάλαβα ότι έτσι συστρατευόμουν με έναν στενόμυαλο φιλελληνισμό, ο οποίος τυφλώνει, όσο και διαφωτίζει», λέει ο φοιτητής.

Η Λίλα Κόρνφλεντ, τέλος, που στο Columbia σπουδάζει Επιστήμες της Γης, κρατά στη μνήμη της (εκτός από τη χαλαρή «κουλτούρα του καφέ» που συνάντησε στην Ελλάδα, τη Γεννάδιο Βιβλιοθήκη που επισκέφθηκε κ.ά.) και το αρχιτεκτονικό κομμάτι: «Θυμάμαι ότι περπατούσαμε στη Νίκαια», λέει, «και είδαμε ένα χαμάμ στην αυλή ενός σχολείου, το οποίο είχε αρχικά χτιστεί από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. Αν δεν ήμουν με ειδικούς, δεν θα είχα δώσει σημασία σε εκείνο το κτίριο. Ακόμα κι αν έχω πλέον φύγει από την Ελλάδα, προσπαθώ να δίνω περισσότερη προσοχή στο περιβάλλον και να κατανοώ τι μπορεί να μου αποκαλύψει η αρχιτεκτονική».

