Εντυπη έκδοση. Το πρώτο ταξίδι του Αμερικανού Εντ Σαπίρο στην Ελλάδα, με αφορμή το μεταναστευτικό, πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2017. Στο ταξίδι εκείνο συνόδευε την Τζιλ Μπάιντεν και άλλους Αμερικανούς με ενεργό δράση στη φιλανθρωπία, που συμμετείχαν σε διεθνές συνέδριο που διεξαγόταν στην Αθήνα. Εκεί, ο Σαπίρο άκουσε πρώτη φορά για το «The HOME Project», τον οργανισμό που είχε πρόσφατα ιδρύσει η Σοφία Κουβελάκη, προσφέροντας ξενώνες σε ασυνόδευτα προσφυγόπουλα. Στο συνέδριο δεν μίλησε μόνο η Σοφία, αλλά και ένα από τα «παιδιά της», ο Αμαντού. Ο 17χρονος στάθηκε κυρίως στα όνειρά του για το μέλλον. «Θέλω να μπορώ να υποστηρίξω τα παιδιά που κινδυνεύουν, όπως κινδύνευσα κι εγώ παλαιότερα. Αυτός είναι ο λόγος που θέλω να σπουδάσω», είπε.
Τον Σεπτέμβριο του 2018 ξεκίνησαν δύο νέα τμήματα στο ACS, ειδικά σχεδιασμένα για 18 παιδιά του «HOME Project».
Οταν ο Σαπίρο επέστρεψε στη Βοστώνη έστειλε ένα e-mail στο «HOME Project» και τους ανέφερε την πρόθεσή του να τους στηρίξει μέσω του ιδρύματος που είχε δημιουργήσει με τη σύζυγό του. Από την Αθήνα τού έστειλαν τον αναλυτικό προϋπολογισμό ενός ξενώνα, ώστε να καταλάβει τις ανάγκες και να κρίνει ο ίδιος πώς θα μπορούσε να βοηθήσει. «Την επόμενη κιόλας μέρα, μας ανακοίνωσε πως θα καλύψει όλα τα έξοδα για τη δημιουργία ενός νέου ξενώνα», θυμάται η Σοφία Κουβελάκη.
Το Πάσχα του 2018 ο Σαπίρο επέστρεψε στην Ελλάδα και του παρουσίασαν το πρόγραμμα «youth to youth» – μια συνεργασία του «The HOME Project» με το ACS, όπου παιδιά από τους ξενώνες περνούσαν τα Σάββατα στο σχολείο παίζοντας, κάνοντας αθλητικές δραστηριότητες, αλλά και μαθήματα με τη βοήθεια καθηγητών και μαθητών. Ο Σαπίρο ενθουσιάστηκε, αλλά είχε μια βασική απορία: «Τι κίνητρο δίνετε στους μαθητές σας για να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα αυτό;». Εκείνοι του εξήγησαν πως το ενδιαφέρον είναι τόσο μεγάλο που υπάρχει λίστα αναμονής. Το ίδιο και στους ξενώνες. «Οταν κάποιο από τα παιδιά δεν τακτοποιεί το δωμάτιό του, η πιο αποτελεσματική “απειλή” είναι να του πούμε πως το Σάββατο δεν θα πάει σχολείο», είπε γελώντας η Σοφία Κουβελάκη.
Ουσιαστικές σχέσεις
Το πρόγραμμα είχε ξεκινήσει πιλοτικά, όμως λειτουργεί μέχρι σήμερα. Από την αρχή το στήριξαν οι καθηγητές –που για δύο χρόνια συμμετείχαν όλοι εθελοντικά–, οι γονείς, που τα τελευταία χρόνια θέλησαν να το χρηματοδοτούν, αλλά κυρίως οι μαθητές. Oπως η μαθήτρια που έμαθε αραβικά για να μπορεί να επικοινωνεί καλύτερα με τα παιδιά των ξενώνων ή οι μαθητές που παρότι είχε ξεκινήσει η εξεταστική περίοδος δεν έχασαν ούτε ένα Σάββατο. «Δημιουργήθηκαν σχέσεις και φιλίες. Ουσιαστικές, όχι τυπικές», λέει η Τζούλια Τοκατλίδου, κοσμήτωρ Ακαδημαϊκών του ACS.
Η ίδια εικόνα και στα άλλα σχολεία όπου εφαρμόστηκε το πρόγραμμα. «Ακόμη θυμάμαι το πρώτο Σάββατο που είδα στο σχολείο τα παιδιά των ξενώνων με τους μαθητές μας. Επαιζαν και χαίρονταν με την ψυχή τους», σχολίασε πρόσφατα ο διευθύνων σύμβουλος της Σχολής Μωραΐτη, Αντώνης Κάρταλης. «Τα παιδιά δεν νιώθουν τον ρατσισμό, οπότε είναι καθοριστική η δουλειά που γίνεται σ’ αυτές τις ηλικίες», σημείωσε. Ο Αλέξης Φυλακτόπουλος, πρόεδρος του Δ.Σ. του Κολλεγίου Αθηνών, συμπλήρωσε πως ωφελούνται εξίσου τα παιδιά των ξενώνων αλλά και οι μαθητές – ίσως λίγο περισσότερο οι δικοί του μαθητές: «Καταλαβαίνουν πως υπάρχει και ένας άλλος κόσμος εκεί έξω. Το πρόγραμμα καλλιεργεί την ενσυναίσθηση και την ανθρωπιά τους».


Ο Σαπίρο, ενθουσιασμένος από όσα είχε δει και ακούσει, ζήτησε να συναντήσει κατ’ ιδίαν τον τότε πρόεδρο του ACS Στέφανο Γιαλαμά και τη Σοφία Κουβελάκη. «Θέλω να μου φτιάξετε ένα τέτοιο σχολείο για πρόσφυγες», τους είπε. «Είναι λίγο δύσκολο αυτό», απάντησαν. Ωστόσο, μέσα από συζήτηση αποφάσισαν να επιχειρήσουν κάτι πρωτοποριακό. Να δημιουργήσουν ένα μικρό «σχολείο μέσα στο σχολείο». Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς ξεκίνησαν δύο νέα τμήματα στο ACS, ειδικά σχεδιασμένα για 18 παιδιά του HΟΜΕ Project, με ένα προσαρμοσμένο πρόγραμμα εκπαίδευσης και σταδιακά, ανάλογα με την πρόοδο –και το θάρρος του καθενός– συμμετείχαν στα πιο γενικά, πιο «εύκολα» μαθήματα, όπως η γυμναστική, οι τέχνες ή το θέατρο. Ο στόχος ήταν η πλήρης ένταξη στο κανονικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα.
«Δεν ήταν εύκολο», θυμάται η Τζούλια Τοκατλίδου. «Υπήρχαν παιδιά που δεν είχαν πάει ποτέ σχολείο, δεν είχαν πιάσει ούτε μολύβι. Κάποια δεν μιλούσαν λέξη αγγλικά». Στην πορεία οι δυσκολίες έγιναν ακόμη πιο σύνθετες. Κάποια από τα παιδιά μόλις έμπαιναν στην εφηβεία ή ένιωθαν για πρώτη φορά στη ζωή τους ασφάλεια και αυτό σήμαινε πως έπρεπε να αντιμετωπίσουν τα βαθιά τραύματα του παρελθόντος ή διαγνώσεις σοβαρών μαθησιακών δυσκολιών. «Το σημαντικό ήταν να μη χάσουμε την πίστη μας στα παιδιά», λένε η Κουβελάκη και η Τοκατλίδου, που συνεργάστηκαν στενά. «Ούτε φυσικά να περιμένουμε πως επειδή τους δίνεται μια ευκαιρία, πρέπει να είναι τέλειοι σε όλα. Κανείς δεν είναι τέλειος, θα γίνουν και λάθη και θα υπάρξουν δυσκολίες», σημειώνουν.
Με τον καιρό τα παιδιά άρχισαν να βρίσκουν τη φωνή και την αυτοπεποίθησή τους. «Θυμάμαι τον Ουασίφ, πριν μπει για πρώτη φορά σε τάξη του κανονικού προγράμματος, ήρθε και μου είπε, “κυρία Τζούλια, τελικά δεν είμαι έτοιμος”. Του είπα, “αγόρι μου, θα πάμε μαζί. Θα μπούμε στην τάξη και αν μου κάνεις νόημα, σε παίρνω και φεύγουμε”. Την επομένη μπήκαμε στην τάξη. Υπήρχε ένα παιδί από το σαββατιάτικο πρόγραμμα, οπότε κάθισε δίπλα του. Η καθηγήτρια έκανε μια ερώτηση και ο πρώτος που σήκωσε το χέρι του ήταν ο Ουασίφ! Τον κοίταξα και μου έκανε νεύμα πως μπορώ να φύγω…». Τα επόμενα χρόνια στο σχολείο το αγόρι έλαμψε. Μιλάει άπταιστα αγγλικά και ελληνικά, έκανε καλούς φίλους – με τους οποίους έκαναν διακοπές στο εξοχικό του ενός στην Κέρκυρα. Μέχρι και ελληνικό όνομα του «έβγαλαν» – Σήφης. Σήμερα δουλεύει σε έναν από τους ξενώνες του «HOME Project» ως φροντιστής, ενώ τα απογεύματα κάνει και δεύτερη δουλειά στην εστίαση. Δεν έχει αποφασίσει ακόμη σε τι θέλει να εξειδικευτεί, «κάτι με τον τουρισμό», λέει στην «Κ».
«Η εκπαίδευση είναι ένας από τους βασικότερους πυλώνες του μοντέλου παιδικής προστασίας μας. Δεν λειτουργεί μόνο θεραπευτικά, αλλά μπορεί πραγματικά να αλλάξει τη ζωή ενός παιδιού», εξήγησε η Σοφία Κουβελάκη κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης στο τελευταίο ταξίδι του Εντ Σαπίρο στην Αθήνα πριν από λίγες εβδομάδες. Τα 18 παιδιά της πρώτης φουρνιάς είτε έχουν ακολουθήσει τεχνική εκπαίδευση και εργάζονται είτε σπουδάζουν με υποτροφίες στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Εκτοτε έχει δώσει 18 ακόμη υποτροφίες στην Ελλάδα. Το παράδειγμά του ακολούθησαν και άλλοι ιδιώτες: τρία παιδιά φοιτούν σήμερα με υποτροφίες στο Κολλέγιο Αθηνών – έχουν ενσωματωθεί στις κανονικές τάξεις και σε δύο χρόνια οι πρώτοι δύο μαθητές θα αποφοιτήσουν.
«Παράδειγμα η Ελλάδα»
Ο Σαπίρο πήρε τον λόγο και εξήγησε πως προσπαθεί να μεταφέρει το παράδειγμα αυτού του προγράμματος και σε άλλες χώρες στις οποίες δραστηριοποιείται, ενώ επιθυμία του είναι να ενισχύσει τον αντίκτυπο και στην Ελλάδα. «Ειδικά τη στιγμή που έχουμε υπογεννητικότητα και έναν πληθυσμό που γερνάει. Τα μαθηματικά, απλά δεν βγαίνουν», σημείωσε. «Χρειαζόμαστε 750.000 εργάτες μέχρι το 2050», πρόσθεσε η Κουβελάκη. «Αλλες ευρωπαϊκές χώρες αναγνωρίζουν πως ολόκληροι κλάδοι της οικονομίας τους καταρρέουν και έχουν ξεκινήσει προγράμματα ένταξης προσφύγων», είπε αναφερόμενη σε ένα από τα πιο πρόσφατα πρότζεκτ του Ιδρύματος Σαπίρο.
Η συζήτηση έκλεισε με την τοποθέτηση ενός από τα νεότερα παιδιά του «Τhe HOME Project», που εδώ και δυο χρόνια φοιτά στο ACS με υποτροφία. Διηγήθηκε τον καημό του, όταν στο προσφυγικό καμπ της Χίου δεν μπορούσε να πάει σχολείο. Αλλά και την αγάπη του για το νέο του σχολείο. Μίλησε για τον κολλητό του, τα αγαπημένα του μαθήματα, αλλά και τα σχέδιά του: «Θέλω να γίνω αστροναύτης ή CEO. Πάντως κάτι σημαντικό. Δεν θέλω να χάσω την ευκαιρία που μου δίνεται εδώ», είπε. Στο τέλος προβλήθηκε ένα βίντεο με συνεντεύξεις των παιδιών που διαπρέπουν σε πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής. Ανάμεσά τους και ο Αμαντού – το αγόρι που το 2017 είχε μιλήσει στο διεθνές συνέδριο για το όνειρό του να σπουδάσει, είδε δυο φορές να απορρίπτεται το αίτημα ασύλου του. Σήμερα, οκτώ χρόνια αργότερα, έχει ολοκληρώσει τις σπουδές του στη Sciences Po, μια από τις κορυφαίες σχολές Πολιτικών Επιστημών στον κόσμο, συνεχίζει στο ίδιο πανεπιστήμιο το μεταπτυχιακό του και παράλληλα εργάζεται στο τμήμα Δημόσιας Διακυβέρνησης του ΟΟΣΑ.

