Για πολλούς αυτή η στοά σημαίνει σινεμά, καθώς την έχουν συνδέσει με την ομώνυμη αίθουσα της Οπερας. Αν και ξεκίνησε ως κινηματοθέατρο το 1948, στην κοινή αθηναϊκή συνείδηση έχει συνδεθεί με την έβδομη τέχνη. Αλλωστε εδώ και τέσσερις δεκαετίες λειτουργεί σχεδόν αδιάλειπτα ως κινηματογραφική αίθουσα. Από το 1986 τη διαχείριση είχε η Odeon και ύστερα από ένα μικρό διάλειμμα, μεταξύ 2022-2023, την Οπερα ανέλαβε η Cinobo. Οι πιστοί στις Νύχτες Πρεμιέρας θα έχουν κάνει πολλά πηγαδάκια στη στοά της Ακαδημίας 57, αφού η Οπερα είναι επίσης μια από τις αίθουσες-σπίτια του φεστιβάλ.
Αλλά η Στοά Οπερας αναπνέει πρώτα και κύρια μουσική, όπως μαρτυρά το όνομά της. Δίπλα της άνοιξε τη δεκαετία του ’50 η Εθνική Λυρική Σκηνή, σήμερα Ολύμπιον Δημοτικό Θέατρο αφιερωμένο στην «Divina» Μαρία Κάλλας. Λίγα χρόνια αργότερα, τη δεκαετία του ’60, στη στοά άρχισε τη λειτουργία της η Λέσχη του Δίσκου, ένα σημείο συνάντησης και ζύμωσης των Αθηναίων που λάτρευαν την κλασική μουσική.


Εδώ και περίπου μια δεκαπενταετία η Λέσχη του Δίσκου δεν λειτουργεί πλέον. Στη θέση της βρίσκονται σήμερα ένα μεσιτικό γραφείο και ένα κατάστημα με γραβάτες το οποίο έχει πιάσει το πνεύμα της γειτονιάς και γράφει στη βιτρίνα του –που έχει μια κιθάρα– «Από τη Λυρική… στην Οπερα».
Η Στοά Οπερας συνεχίζει βέβαια ακάθεκτη να αποτελεί την «πιάτσα» της κλασικής μουσικής. Εκεί υπάρχουν ακόμα τρία δισκοπωλεία αφιερωμένα με όλη τους την ψυχή σε αυτή, μαζί με μερικούς ακόμα «φάρους» που θυμίζουν τις παλιές εποχές της στοάς, ανάμεσα σε νέα καταστήματα και ενοικιαστήρια, όπως ένα βιβλιοπωλείο αλλά και ένα κατάστημα φιλοτελισμού. Βέβαια, οι άνθρωποι της στοάς σπεύδουν να μας τονίσουν πως η στροφή προς Ιπποκράτους, πάνω στην οποία βρίσκεται το μαγαζί με τα γραμματόσημα, «αποτελεί άλλη στοά».
Μπετόβεν σε CD

Ενα κλαβιέ πιάνου αποτελεί το χερούλι της πόρτας του Opera Compact Disc, που βρίσκεται δίπλα από το σινεμά και ακόμα και αν έχει αλλάξει ονόματα και χέρια, είναι ο πιο παλιός χώρος εδώ που λειτουργεί ως δισκάδικο κλασικής μουσικής. Ο Ηλίας Ποτουρίδης που βρίσκεται στο τιμόνι του τρέχει το μαγαζί ως έχει από το 1995, αλλά ξεκίνησε εδώ ως υπάλληλος το 1983, στο τότε Φιλοδίσκ, που άνοιξε το 1967.
Ως παλιός της στοάς, θυμάται πως υπήρξε μεγάλο πέρασμα. «Κάποτε ήταν περισσότεροι αυτοί που περνούσαν από εδώ από ό,τι μπροστά στην Ακαδημίας», λέει. Εδώ είχε χαρτοπωλείο, ανθοπωλείο, μαγαζί με πλεκτά, καφέ, αλλά και το πρώτο βιβλιοπωλείο της Πολιτείας, πριν απλωθεί στον πλουσιοπάροχο χώρο της στην Ασκληπιού.
«Kάποτε ήταν περισσότεροι αυτοί που περνούσαν από εδώ από ό,τι μπροστά στην Ακαδημίας».
Σήμερα η κίνηση τα πρωινά είναι φανερά μικρή ενώ τα CD πολλά. Παρότι το βινύλιο είναι εδώ και χρόνια το βασικό φυσικό φορμά του ποπ και ροκ κανόνα, η κλασική μουσική επιμένει πρώτα και κύρια στο CD. «Το βινύλιο λειτουργεί περισσότερο σε επανακυκλοφορίες», εξηγεί ο ιδιοκτήτης του Opera Compact Disc. Στα ράφια του θα βρει κανείς από κυκλοφορίες της Naxos και της Deutsche Grammophon μέχρι νεότερους καλλιτέχνες, ακόμα και CD με «Μότσαρτ για μωρά», ενώ υπάρχουν ακόμα περισσότεροι τίτλοι στο υπόγειο του καταστήματος.


Το CD το προτιμά και ο ίδιος ο Ηλίας Ποτουρίδης, ως ακροατής, όπως και ξεκίνησε η σχέση του με την κλασική μουσική: «Με το βινύλιο πρέπει να σηκωθώ, να αλλάξω πλευρά. Δεν λέει να με κόψει αυτό πάνω στην καλύτερη στιγμή», παραδέχεται. Με βινύλιο ή με CD, οι πελάτες εδώ αλλά και στα άλλα δύο δισκοπωλεία της στοάς δεν ανανεώνονται συχνά με «νέο αίμα». Οι περισσότεροι είναι άνω των 50, αλλά ακούνε τα πάντα στο είδος: «Το κοινό παρακολουθεί όλες τις κυκλοφορίες. Με το που μπει ένας παλιός πελάτης θα ρωτήσει “Τι καινούργιο ήρθε;”», λέει ο άνθρωπος του Opera Compact Disc, που κάνει και διανομή, έστω περιορισμένης εμβέλειας, όπως στην Πολιτεία και το πωλητήριο του Μεγάρου Μουσικής.
Ακροατές κάθε προέλευσης, μικρό μα πιστό κοινό

Υπάρχει αυτή η (ψευδ)αίσθηση γύρω από την κλασική μουσική ότι αφορά την ελίτ, πως όσοι την ακούν προέρχονται από «σαλόνια». Μα όπως κάθε μουσική, δεν ξέρεις πότε και πώς θα σε βρει. Ενας πελάτης του Ηλία Ποτουρίδη, που μπαίνει όσο συζητάμε, τη γνώρισε τυχαία στο ραδιόφωνο: «Μεγάλωσα στη Μυτιλήνη και όταν δεν έπιανε το ραδιόφωνο, έβαζα τον σταθμό της Σμύρνης που έπαιζε κλασική μουσική. Και έπειτα, όταν ήρθα πλέον στην Αθήνα, έτυχε να γνωρίσω έναν συνάδελφο που άκουγε πολλή κλασική και με καθοδήγησε».
Ο Αναστάσης Τσούφης, λόγου χάρη, που έχει το διπλανό δισκοπωλείο, τη Μουσική Προσφορά, άκουγε ως παιδί ροκ αλλά έπαιζε και πιάνο και έτσι άρχισε να έρχεται στη στοά για να αγοράζει δίσκους και να ακούει εκτελέσεις όσων παίζει. Το 1985 έπιασε δουλειά στη Λέσχη του Δίσκου όπου έμεινε μια δεκαετία και πήρε το «βάπτισμα του πυρός» ώστε το 1997 να ανοίξει το δικό του δισκοπωλείο, αρχικά στην Κηφισιά. «Αλλά τίποτα δεν συγκρίνεται με τη δυναμική του κέντρου», γι’ αυτό και δέκα χρόνια μετά επέστρεψε στα γνώριμα λημέρια της στοάς.


Το κοινό της κλασικής μουσικής είναι όλων των τάξεων και αυτό που τελικά κρατάει αυτά τα δισκοπωλεία είναι η εξειδίκευσή τους και το γεγονός πως είναι ένα κοινό πιστών ακροατών και συλλεκτών. Οπως λέει και ο Αναστάσης Τσούφης, «όταν είσαι ειδικό μαγαζί, τους μαζεύεις όλους». Το δύσκολο μιας τέτοιας επιχείρησης είναι ότι, όπως και να έχει, το κοινό είναι μικρό.
Και η Μουσική Προσφορά, όπως και το Opera Compact Disc, έχουν e-shop που τους έχει βοηθήσει. Ο Ηλίας Ποτουρίδης, λόγου χάρη, πουλάει μέχρι και στο εξωτερικό, ενώ ο γείτονας Αναστάσης Τσούφης βλέπει πως αυτό επιτελεί και μια άλλη λειτουργία. «Στο site έχουμε και πολλές πληροφορίες για κάθε κυκλοφορία. Οποτε πολλοί θα διαβάσουν εκεί κάποια πράγματα και μετά θα έρθουν εδώ να το συζητήσουν. Γιατί όταν ακούς κλασική μουσική θες και μια γνώμη», εξηγεί ο ιδιοκτήτης για τα αναντικατάστατα ενός φυσικού χώρου.
Ο καθένας από τους επιχειρηματίες των δισκάδικων της στοάς έχει και τη δική του ερμηνεία γύρω από τα πράγματα για τον κόσμο της κλασικής μουσικής. Ο Αναστάσης Τσούφης θεωρεί ότι υπάρχει και αυτή η μερίδα του κοινού της κλασικής που θα πάει μεν να παρακολουθήσει συναυλίες, αλλά δεν θα αγοράσει τόσο άλμπουμ.


Ο Νικόλαος Στάμου, πάλι, που βρίσκεται στο Disco Center, ως υπάλληλος από το 1993 και ως ιδιοκτήτης από το 2021, λέει μεταξύ σοβαρού και αστείου πως οι ίδιοι οι μουσικοί δεν αγοράζουν τόσο δίσκους: «Λειτουργούν ως επαγγελματίες, μπορεί να τσεκάρουν κάτι ψηφιακά που χρειάζονται για τη δουλειά τους. Αν, ας πούμε, ένας μουσικός θέλει δύο συμφωνίες του Μπραμς και εμείς έχουμε σε πακέτο και τις τέσσερις που έγραψε, μπορεί να σου πει ότι όχι, θέλει μόνο τις δύο. Ενώ κάποιος που είναι απλά ακροατής, θα πάρει πιο εύκολα το πακέτο για να ανακαλύψει και τις άλλες δύο», εξηγεί.
Ο κόσμος της κλασικής μουσικής χρειάζεται «ανοιχτά αυτιά», θα πει ο ιδιοκτήτης του Disco Center που αν και δεν πουλάει disco, με αυτή μεγάλωσε στη δεκαετία του ’70. Με ανοιχτά αυτιά, λοιπόν, γνώρισε και αγάπησε την κλασική μουσική από τον παλιό ιδιοκτήτη του καταστήματος που είχε και εταιρεία πώλησης χονδρικής για την οποία εργαζόταν ο Νικόλαος Στάμου πριν βρεθεί στο κατάστημα. Θα συμφωνήσει και αυτός με τους συναδέλφους του, πως αν κάτι τους σώζει είναι η εξειδίκευση. Ετσι κι αλλιώς, «εύκολο δεν είναι τίποτα, όλοι τρέχουν».
«Εγχειρήσεις ανοιχτής καρδιάς» σε πνευστά

«Τώρα πετυχαίνετε σε καλή φάση τη στοά, μέχρι πριν από έναν χρόνο τα περισσότερα καταστήματα ήταν ξενοίκιαστα» εξηγεί ο Νικόλας Στάμου. Υπάρχουν ακόμα άδεια καταστήματα, αλλά και νέες επιχειρήσεις, με ακριβοθώρητα αθλητικά παπούτσια αλλά και με βιολιά, για να μένουμε στο κλίμα. Οι παλιοί επιμένουν πως η εσωτερική στροφή της που βγάζει στην Ιπποκράτους είναι διαφορετική στοά, μα οι περισσότεροι εμπειρικά τη θεωρούν και αυτή Στοά Οπερας.
Οπως και να έχει, και εκεί ξεπηδάνε νότες, από το κατάστημα του Πελλούμπ και του Αρντρέτ Κουτσούκου. Πατέρας και γιος επιδιορθώνουν στωικά ξύλινα πνευστά όπως το όμποε, το κλαρινέτο, το φλάουτο, το φαγκότο και το σαξόφωνο, αφού έχει καλάμι στο στόμιό του.
«Παίζουμε και οι δύο όμποε, που είναι περίπλοκο όργανο. Αυτό σε βοηθάει γιατί τα άλλα όργανα είναι πιο απλά. Πρέπει έτσι κι αλλιώς να είσαι και εσύ μουσικός για να κάνεις αυτή τη δουλειά», εξηγεί ο Αρντρέτ Κουτσούκου, που κλείνει πλέον μια δεκαετία δίπλα στον πατέρα του ως επαγγελματίας επιδιορθωτής πνευστών, από το 2018 σε αυτό το κατάστημα. Η τέχνη τους είναι σπάνια και μαθαίνεται ουσιαστικά από τεχνίτη σε τεχνίτη. Ο Πελλούμπ Κουτσούκου κλείνει αισίως 46 χρόνια σε αυτή και την ξεκίνησε για τον πολύ απλό λόγο ότι είχε χαλάσει το δικό του όργανο και έπρεπε να το φτιάξει. Είναι δηλαδή αυτοδίδακτος.


Εχει και αυτή η τέχνη τους ιδιαίτερους κανόνες της: «Υπάρχουν κάποια στάνταρ που πρέπει να ακολουθήσεις στην επισκευή, αλλά μετά έχει να κάνει με το τι σετάρισμα θέλει ο κάθε μουσικός. Εμείς είμαστε το 90% της επισκευής και το τελευταίο 10% είναι ο μουσικός», εξηγεί ο Αρντρέτ που όπως φαίνεται δεν κληρονόμησε απλά τη δουλειά του μπαμπά του, αλλά την αγάπησε πραγματικά. «Το πιο ωραίο σε αυτή τη δουλειά είναι το χαμόγελο του πελάτη μετά. Συν του ότι ξέρεις ότι αυτός ο μουσικός όταν θα πάει να παίξει και να μαγέψει τους ανθρώπους, θα έχεις παίξει και εσύ ρόλο σε αυτό», λέει, πριν γυρίσει και συνεχίσει προσεκτικά να επιδιορθώνει, με τον φακό από πάνω.
Για έναν μουσικό, το να δει το όργανό του ανοιγμένο και διαλυμένο είναι σαν να βλέπει «εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς» σε αυτό.
Δεν μας αφήνει να τον φωτογραφίσουμε ενώ επισκευάζει κάποιο όργανο. Και εξηγεί γιατί: «Για έναν μουσικό, το να δει το όργανό του ανοιγμένο και διαλυμένο είναι σαν να βλέπει “εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς” σε αυτό. Σκέψου να βλέπεις εκείνη την ώρα αυτό που γίνεται. Ετσι νιώθει ο μουσικός».
Ο πελάτης το βλέπει όμως ετοιμοπαράδοτο. Οπως ένας οργανοπαίχτης του κλαρίνου, που δοκιμάζει εκείνη την ώρα το όργανό του και όσα ξεκίνησαν από την άλλη πλευρά με όπερα, τελειώνουν εδώ με δημοτικά κομμάτια.


