«Καταπέλτης» είναι η αντιπρύτανις ακαδημαϊκών, διεθνών σχέσεων και εξωστρέφειας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Σοφία Παπαϊωάννου, προς τους συναδέλφους της καθηγητές του ΕΚΠΑ, για τον υπερκορεσμό μεταπτυχιακών προγραμμάτων που ιδρύουν. Η καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής τα… ψέλνει στους πανεπιστημιακούς ότι ιδρύουν μεταπτυχιακά χωρίς στρατηγική και σχέδιο, που δεν βασίζονται στις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, με σημαντικές ελλείψεις και χωρίς να έχουν συμμορφωθεί σε συστάσεις προηγούμενων εξωτερικών αξιολογήσεων.
«Φαίνεται ότι όποιο μέλος ΔΕΠ επιθυμεί να δημιουργήσει ένα μεταπτυχιακό, γιατί πιστεύει διαισθητικά σε αυτό, μπορεί να το δημιουργήσει, χωρίς να παράσχει ουσιαστική τεκμηρίωση για την αναγκαιότητα, τη σημασία του και για τη βιωσιμότητά του. Oπως υπογραμμίζουν αρκετοί εξωτερικοί αξιολογητές προγραμμάτων του ΕΚΠΑ, φαίνεται ότι προκύπτουν μεταπτυχιακά που είναι περισσότερο βασισμένα στις “δυνατότητες” και τις επιδιώξεις της ομάδας που θα τα “τρέξει”», λέει η κ. Παπαϊωάννου.
Στο έγγραφό της (με ημερομηνία 4.7), που παρουσιάζει σήμερα η «Κ», η αντιπρύτανις και πρόεδρος στη Μονάδα Διασφάλισης Ποιότητας (ΜΟΔΙΠ) του ΕΚΠΑ αποτυπώνει τη στρεβλή κατάσταση στο ίδρυμα και όχι μόνο. Η έκρηξη των μεταπτυχιακών είναι γενική σε όλα τα ΑΕΙ, όπως παρουσίασε η «Κ» την περασμένη Κυριακή 6.7.
Ειδικότερα, η κ. Παπαϊωάννου παραθέτει τα στοιχεία της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) από τα οποία προκύπτει ότι το Πανεπιστήμιο Αθηνών δημιουργεί εξαιρετικά μεγάλο αριθμό μεταπτυχιακών προγραμμάτων:
• Το ακαδημαϊκό έτος 2016-2017 λειτουργούσαν 138 προγράμματα, ενώ το 2023-2024 238, αύξηση 72% μέσα σε μια επταετία.
• Κατά μέσον όρο φαίνεται να δημιουργούνται ετησίως 14 νέα μεταπτυχιακά προγράμματα.
• Μόνο τη διετία 2023-2025 (μέχρι τον Ιούνιο) είχαν υποβληθεί 32 φάκελοι πιστοποίησης νέων μεταπτυχιακών από 18 τμήματα.
• Από τον Απρίλιο και μετά δηλώθηκαν από 10 τμήματα του ΕΚΠΑ 21 νέα προγράμματα.
• «Ανακαλύφθηκαν» από τη ΜΟΔΙΠ ύστερα από έρευνα των πρακτικών της συγκλήτου άλλα 10 νέα μεταπτυχιακά από επτά τμήματα, τα οποία εγκρίθηκαν από τη σύγκλητο και δεν δηλώθηκαν στη ΜΟΔΙΠ, ούτε έχει υπάρξει επικοινωνία με την υπηρεσία για δημιουργία φακέλου πιστοποίησης.
«Μόνο την περίοδο 2023-2025 έχουν σχεδιαστεί και εγκριθεί από τα όργανα διοίκησης του ιδρύματος 63 νέα μεταπτυχιακά. Για να έχετε μία τάξη μεγέθους, τα νέα υπό ίδρυση μεταπτυχιακά της τελευταίας διετίας φτάνουν το 30% των υφιστάμενων λειτουργούντων», παρατηρεί.
«Η συγκεκριμένη κατάσταση δεν είναι διαχειρίσιμη και καθίσταται πλέον μη βιώσιμη» εκτιμά η ίδια, υπογραμμίζοντας ότι οι διοικητικές υπηρεσίες αδυνατούν να υποστηρίξουν τη δημιουργία και διαχείριση όλων αυτών των νέων προγραμμάτων, παράλληλα με τα 238 υφιστάμενα, ενώ εντύπωση προκαλεί η αναφορά της ότι «το υπάρχον μόνιμο ακαδημαϊκό και ερευνητικό προσωπικό δεν επαρκεί για να καλύψει τις αυξημένες διδακτικές υποχρεώσεις των προγραμμάτων και ιδιαίτερα την παρακολούθηση των διπλωματικών εργασιών». Μάλιστα, η κ. Παπαϊωάννου τονίζει ότι «όσο “στοιβάζονται” φάκελοι πιστοποίησης (σημ.: από τη ΜΟΔΙΠ) με πίεση για άμεση υποβολή των προγραμμάτων σπουδών, ώστε να “προλάβουμε” το νέο ακαδημαϊκό έτος, τόσο πέφτει η ποιότητα των φακέλων και διακυβεύεται το τελικό αποτέλεσμα».
Η αντιπρύτανις, επισημαίνοντας ότι οι εξωτερικοί αξιολογητές της ΕΘΑΑΕ έχουν εντοπίσει σημαντικές ελλείψεις και αποκλίσεις των υποβληθέντων προγραμμάτων από βασικές αρχές του Ευρωπαϊκού Χάρτη Ανώτατης Εκπαίδευσης, αλλά και μη συμμόρφωση σε συστάσεις προηγούμενων εξωτερικών αξιολογήσεων, παραθέτει συνοπτικά ζητήματα – αδυναμίες των νέων μεταπτυχιακών του ΕΚΠΑ που εμφανίζονται συνεχώς σε πιστοποιήσεις:
• Δεν είναι ξεκάθαρος ο ερευνητικός προσανατολισμός τους.
• Η οργάνωση και ο σχεδιασμός τους παραπέμπουν σε σεμινάριο – πρόγραμμα κατάρτισης.
• Η ελάχιστη διάρκεια σπουδών περιορίζεται σε ό,τι προβλέπει ο νόμος και δεν λαμβάνει υπόψη τον πραγματικό φόρτο και τις απαιτήσεις.
• Ο φόρτος εργασίας των 30 διδακτικών μονάδων ανά εξάμηνο φαίνεται ότι δεν τηρείται.
• Υφίστανται προβλήματα που αφορούν την επάρκεια, την κατανομή και την επιλογή του διδακτικού προσωπικού.
• Δεν αποδεικνύεται επαρκώς η βιωσιμότητα του νέου προγράμματος – δεν δικαιολογείται το ύψος των διδάκτρων.
Εν κατακλείδι, η κ. Παπαϊωάννου δηλώνει ότι από τον Σεπτέμβριο για να προχωρήσει οποιαδήποτε έγκριση νέου προγράμματος, αυτό πρέπει να ευθυγραμμίζεται τεκμηριωμένα με το στρατηγικό σχέδιο του ΑΕΙ, να περιλαμβάνεται στο επιχειρησιακό σχέδιο του τμήματος και στο αναπτυξιακό σχέδιο της σχολής.
Το κείμενο τής –συνήθως ήπιων τόνων– κ. Παπαϊωάννου υποδηλώνει το μέγεθος του προβλήματος.

