Δεκατρία χρόνια μετά την κλοπή τριών έργων από την Εθνική Πινακοθήκη, μεταξύ των οποίων και ενός πίνακα του Πικάσο, γράφτηκε χθες ο δικαστικός επίλογος της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό, με την καταδίκη του καθ’ ομολογίαν δράστη σε κάθειρξη πέντε ετών. Πρωτοδίκως, το 2023, του είχε επιβληθεί ποινή κάθειρξης έξι ετών και είχε αναγνωριστεί το ελαφρυντικό της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη. Παράλληλα, το δικαστήριο είχε δεχτεί η έφεση να έχει ανασταλτικό χαρακτήρα υπό τον περιοριστικό όρο της ηλεκτρονικής επιτήρησης, που του επέτρεπε να κινείται σε ακτίνα τριών χιλιομέτρων από το σπίτι του. Πλέον, θα επιστρέψει στη φυλακή για να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής που του αναλογεί.
Απολογούμενος στο Εφετείο ο 52χρονος Γιώργος Σαρμαντζόπουλος δεν ανέλυσε αυτή τη φορά εις βάθος πώς έδρασε τα ξημερώματα της 9ης Ιανουαρίου 2012, όταν κατάφερε να εισβάλει στο εσωτερικό του μουσείου από ανασφάλιστη μπαλκονόπορτα. Αφαίρεσε τότε το «Γυναικείο κεφάλι» του Πάμπλο Πικάσο, τον «Ανεμόμυλο Στάμμερ» του Πιτ Μοντριάν και ένα σχέδιο των αρχών του 17ου αιώνα του Ιταλού ζωγράφου Γουλιέλμο Κάτσια (Μονκάλβο). Το τρίτο έργο δεν ανακτήθηκε. Ο δράστης ισχυρίζεται ότι κατά τη διαφυγή του κόπηκε, σκούπισε με το σχέδιο το ματωμένο χέρι του και αργότερα το πέταξε στη λεκάνη μιας τουαλέτας.
Πρωτοδίκως είχε περιγράψει αναλυτικά τις κινήσεις του. Χθες η έδρα φαινόταν ότι εστίαζε κυρίως στις προθέσεις του, πριν και μετά την πράξη. Με ποιο κίνητρο έδρασε και γιατί δεν επέστρεφε τον πίνακα επί εννέα χρόνια μέχρι να προσαχθεί από την αστυνομία και να ομολογήσει;
«Υπέπεσα σε ένα πολύ σοβαρό αδίκημα. Ηταν ένα από τα μεγαλύτερα λάθη που έχω πράξει στη ζωή μου», είπε ο Σαρμαντζόπουλος, ζητώντας συγγνώμη και μια δεύτερη ευκαιρία. Ανέφερε μεταξύ άλλων ότι μια πρώην σύντροφός του στην Ολλανδία είχε εντοπίσει στο κινητό του τηλέφωνο φωτογραφίες από την μπροστινή και πίσω όψη των δύο πινάκων. Σύμφωνα με τον ίδιο, εκείνη τον προέτρεψε να τα επιστρέψουν στην Ιντερπόλ για να εισπράξουν εύρετρα και μετά την άρνησή του επικοινώνησε με τον Ολλανδό ιδιωτικό ερευνητή του παράνομου εμπορίου έργων τέχνης Αρθουρ Μπραντ. Ερωτηθείς από την έδρα γιατί δεν έστειλε έστω ανώνυμα τα έργα στις Αρχές, ο ίδιος υποστήριξε ότι είχαν πάνω το DNA και τα αποτυπώματά του και θα τον συνέδεαν με την κλοπή.
Ο νομικός σύμβουλος της Πινακοθήκης, Γιώργος Οικονομόπουλος, υποστήριξε ότι οι φωτογραφίες της μπροστινής και πίσω όψης των έργων υποδηλώνουν πρόθεση πώλησης από την πλευρά του κατηγορουμένου και τόνισε ότι δεν είχε σκοπό να τα επιστρέψει.
Ο Σαρμαντζόπουλος προσήχθη τον Ιούνιο του 2021, μία ημέρα προτού αναχωρήσει για το εξωτερικό, ομολόγησε και υπέδειξε στους αστυνομικούς το σημείο όπου είχε μεταφέρει περίπου δύο μήνες νωρίτερα τα κλοπιμαία, σε ένα ρέμα κοντά στο Πόρτο Ράφτη. Οι δύο πίνακες βρέθηκαν καλυμμένοι με νάιλον συσκευασίες και τυλιγμένοι με μονωτική ταινία, τοποθετημένοι σε πολυεστερικούς χαρτοφύλακες. Με τον εντοπισμό τους, όπως είχαν καταθέσει αστυνομικοί, ο κατηγορούμενος έπεσε στο έδαφος και ξέσπασε σε κλάματα.
Ο τέως διευθυντής συντήρησης έργων τέχνης της Πινακοθήκης, Μιχάλης Δουλγερίδης, κατέθεσε χθες ότι τα έργα έχουν υποστεί σοβαρές ζημιές δομικά, «γεγονός που τα καθιστά ευπαθή και ασταθή», ενώ έχουν υποβαθμιστεί και τονικά. Η Εφη Αγαθονίκου, προϊσταμένη της Διεύθυνσης Συλλογών, Μουσειολογικού και Καλλιτεχνικού Προγραμματισμού της Πινακοθήκης, επανέλαβε ότι τα έργα έχουν υποστεί φθορές. «Τυχαία βρέθηκαν χωρίς να καταστραφούν. Οπως στην περίπτωση του αεροπλάνου που έπεσε στην Ινδία και σώθηκε ένας, η ίδια τύχη», είπε. Η υπεράσπιση αμφισβήτησε αυτές τις τοποθετήσεις, επισημαίνοντας ότι τα έργα εκτίθενται στην Πινακοθήκη.
Ο εισαγγελέας πρότεινε να μην αναγνωριστούν επιπλέον ελαφρυντικά, όπως αυτά του σύννομου βίου ή της ειλικρινούς μεταμέλειας. Αμφισβήτησε τον ισχυρισμό πως ο κατηγορούμενος είναι φιλότεχνος και θεώρησε ότι δεν ήταν αρχάριος διαρρήκτης. «Χρειάζεται σχεδιασμός, μεθοδικότητα, ψυχραιμία και απύθμενο θράσος», είπε για την κλοπή. Ο συνήγορος του καθ’ ομολογίαν δράστη, Σάκης Κεχαγιόγλου, υποστήριξε ότι τα έργα δεν θα είχαν βρεθεί εάν ο εντολέας του δεν υποδείκνυε πού βρίσκονταν. Επισήμανε ότι ο κατηγορούμενος δεν έχει κατηγορηθεί για άλλη πράξη και ότι στη δικογραφία δεν υπάρχει στοιχείο που να παραπέμπει σε απόπειρα πώλησης. Το δικαστήριο μείωσε την ποινή στο ελάχιστο όριο για το κακούργημα της διακεκριμένης κλοπής αντικειμένων μεγάλης αξίας. Εκτιμάται, βάσει και της 14μηνης προφυλάκισής του, ότι ο δράστης θα εκτίσει κάποιους μήνες στη φυλακή. Η υπεράσπιση εξέφρασε την ικανοποίησή της για την απόφαση.
Μεταξύ άλλων κατέθεσε χθες και ο φύλακας που είχε βάρδια τη νύχτα της κλοπής. Μόνος του, τότε, επιθεωρούσε 10.800 τ.μ. Βλέποντας ότι ενεργοποιούνταν αλλεπάλληλα οι συναγερμοί κάλεσε τον τεχνικό επιφυλακής, αλλά εκείνος αρνήθηκε να έρθει την επίμαχη νύχτα. Οπως ειπώθηκε στο δικαστήριο, η ίδια εταιρεία συνεργάζεται και σήμερα με την Πινακοθήκη. «Τον κυνήγησα και έβγαζε κραυγές σαν να έδινε σήμα σε προπορευόμενο να φύγει», είπε ο φύλακας. Ο δράστης αρνείται ότι είχε συνεργούς.

