Με ποινές φυλάκισης από 6 έως 40 μήνες πλήρωσαν την ευρηματικότητά τους να μετατρέψουν ευρωπαϊκά κονδύλια σε προσωπικά κέρδη οι 13 κατηγορούμενοι της υπόθεσης παράνομων επιδοτήσεων στη Φθιώτιδα. Το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών έκρινε ενόχους τους 13 κατηγορουμένους που εμφανίζονταν ως αγρότες, αλλά φέρονται να «καλλιεργούσαν» μόνο πλαστά μισθωτήρια. Κατά το κατηγορητήριο εμφανίζονται να δήλωναν ως βοσκοτόπια χιλιάδες στρέμματα στο ιδιωτικό δάσος Αγόριανης και στη Μακρυρράχη, παρουσιάζοντάς τα ως εκτάσεις που δήθεν μίσθωναν για αγροτική χρήση. Το αποτέλεσμα; Περισσότερα από 440.000 ευρώ σε επιδοτήσεις, με κάθε κατηγορούμενο να αποκομίζει από 13.000 έως και 91.000 ευρώ.
Ελαφρυντικό
«Το δικαστήριο κηρύσσει ενόχους τους κατηγορουμένους απορριπτομένων όλων των ισχυρισμών τους», είπε η πρόεδρος του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, ανακοινώνοντας αμέσως μετά ότι αναγνωρίζεται το ελαφρυντικό του σύννομου βίου μόνο σε τέσσερις εκ των δεκατριών κατηγορουμένων. Οι τελικές ποινές διαμορφώθηκαν κατά περίπτωση από 6 έως 40 μήνες φυλάκιση, ενώ δόθηκε σε όλους τους καταδικασθέντες αναστολή έως την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό.
Με την ίδια απόφαση όμως το δικαστήριο, ακολουθώντας την εισαγγελική πρόταση, άνοιξε μια νέα σελίδα στην υπόθεση, διατάσσοντας τη διαβίβαση της δικογραφίας τόσο στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών όσο και στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Πλέον στο «μικροσκόπιο» μπαίνουν πέντε πρόσωπα, τρεις μάρτυρες και δύο κατηγορούμενοι, προκειμένου να ερευνηθούν από την Εισαγγελία Πρωτοδικών για το αδίκημα της ψευδούς κατάθεσης και της ηθικής αυτουργίας στο αδίκημα. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία καλείται να ελέγξει αν έχει διαπραχθεί και το αδίκημα της ψευδούς βεβαίωσης που ίσως στήριξε το οικοδόμημα της απάτης.
Ανώνυμη καταγγελία ήταν η θρυαλλίδα που έφερε στο «φως» μια ομάδα φερομένων ως «αγροτών» που είχαν υποβάλει στο ίδιο Κέντρο Υποδοχής Δηλώσεων πλαστά μισθωτήρια, παρουσιάζοντας ως δικά τους χιλιάδες στρέμματα εξ αδιαιρέτου συνιδιόκτητων εκτάσεων. Οι εκτάσεις αυτές βρίσκονται στο ιδιωτικό δάσος Αγόριανης (Εκκάρας) και στη Μακρυρράχη και δηλώνονταν στις αιτήσεις ενιαίας ενίσχυσης ως βοσκότοποι.
Το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών δια-βίβασε τη δικογραφία στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών και στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία – Πέντε άτομα στο «μικροσκόπιο».
Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία είχε ασκήσει ποινική δίωξη εις βάρος 13 κατηγορουμένων, οι οποίοι αντιμετωπίζαν –κατά περίπτωση– τα αδικήματα της απάτης εις βάρος του Δημοσίου με σκοπό τη λήψη επιχορηγήσεων και της χρήσης πλαστού εγγράφου. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, δώδεκα από τους εμπλεκομένους φέρονται να έχουν αποκομίσει συνολικά παράνομα οφέλη άνω των 440.000 ευρώ, με τις επιδοτήσεις που λάμβανε ο καθένας να κυμαίνονται από 13.000 έως και 91.000 ευρώ.
Βασικός πρωταγωνιστής στην υπόθεση ήταν ο πρώην πρόεδρος του αγροτικού συνεταιρισμού Μακρυρράχης, ο οποίος παρέμεινε στη θέση του μέχρι το 2020 και πλέον είναι κατηγορούμενος. Κατά την απολογία του ισχυρίστηκε ότι ο συνεταιρισμός έχει νόμιμα δικαιώματα νομής βοσκής επί των εν λόγω εκτάσεων από το 1935, επικαλούμενος σχετικές αποφάσεις που, όπως είπε, το επιβεβαιώνουν. Με φράσεις όπως «εγώ βρήκα ένα πρόγραμμα και έκανα τις κινήσεις μου» και «δεν υπάρχει νόμος που να λέει ότι επειδή ο πατέρας μου είναι στον ΟΠΕΚΕΠΕ δεν μπορώ να νοικιάσω γη», οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι –αδέλφια από οικογένεια με αγροτικό παρελθόν– αρνήθηκαν ότι έπραξαν οτιδήποτε παράνομο, στο πλαίσιο της υπόθεσης επιδοτήσεων για βοσκοτόπια στη Μακρυρράχη.
Οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι, που σχετίζονται με εκτάσεις στην Αγόριανη, αρνήθηκαν οποιαδήποτε παράνομη ενέργεια, υποστηρίζοντας ότι ενήργησαν στο πλαίσιο της σχετικής εγκυκλίου, που δεν απαιτούσε να υπάρχει ούτε γεωργική παραγωγή ούτε ζωικό κεφάλαιο για τη λήψη της επιδότησης, αλλά μοναδικό κριτήριο ήταν η διατήρηση των βοσκοτόπων σε καλή γεωργική κατάσταση.
Η αγόρευση
Κατά την αγόρευσή της η εντεταλμένη Ευρωπαία εισαγγελέας Χαρίκλεια Θάνου περιέγραψε ένα καλοστημένο σχέδιο απάτης που, όπως τόνισε, είχε στηθεί μεθοδικά, με επίκεντρο όχι τη γη, αλλά τα χρήματα. «Οι εκτάσεις αυτές ουδέποτε μισθώθηκαν. Ουδέποτε αξιοποιήθηκαν αγροτικά από τους κατηγορουμένους», είπε κι έστρεψε τα «πυρά» της στον ΟΠΕΚΕΠΕ, τον οργανισμό που θα έπρεπε –κατά την ίδια– να λειτουργεί ως φρουρός της νομιμότητας.
«Δεν έγινε κανένας ουσιαστικός έλεγχος. Κανείς δεν πήγε ποτέ επιτόπου. Απλώς δεχθήκαμε τα χαρτιά τους σαν να ήταν αλήθειες απόλυτες. Δεν γινόταν κανένας πραγματικός έλεγχος, παρά τις ενδείξεις παραποιήσεως και απάτης, και αυτός είναι ένας λόγος που ελέγχεται ο ΟΠΕΚΕΠΕ από το γραφείο μας», ξεκαθάρισε η κ. Θάνου, σημειώνοντας πως «όλα αυτά τα χρήματα τα στερήθηκε κάποιος που πραγματικά έχει γεωργική δραστηριότητα και παλεύει να προβεί στις καλλιέργειές του. Αυτή η ιστορία έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης από επιτηδείους».

