Απάντηση στη διαμαρτυρία των δικαστικών ενώσεων για την εντολή πειθαρχικού ελέγχου λειτουργών της Δικαιοσύνης για την υπόθεση της Ρόδου δίνει ο Αρειος Πάγος.
Ο εκπρόσωπος τύπου του Ανώτατου Δικαστηρίου, Παναγιώτης Λυμπερόπουλος σε σχετική ανακοίνωση εξηγεί πως «η ελευθερία της γνώμης κάθε δικαστή και εισαγγελέα, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ανεξαρτήτως βαθμού, είναι θεμελιώδες στοιχείο της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας του (λειτουργού της Δικαιοσύνης), η οποία όμως δεν μπορεί και δεν πρέπει να συγχέεται με το ανέλεγκτο».
Μάλιστα, επισημαίνει πως «ο έλεγχος αν η ελευθέρως διατυπωθείσα γνώμη του δικαστικού και εισαγγελικού λειτουργού εκφεύγει των ακροτάτων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας (ΟλΑΠ 9/2015), έτσι όπως αυτή προσδιορίζεται από το νόμο και την υπαγωγή σε αυτόν των αποδειχθέντων, ανήκει αποκλειστικά και μόνο στα αρμόδια προς τούτο, κατά το Σύνταγμα και τον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, δικαστικά όργανα», τα οποία «έχοντας γνώση όλων των στοιχείων της δικογραφίας, νομίμως επιλαμβάνονται και ασκούν την αρμοδιότητα τους με στόχο την προάσπιση του Κράτους Δικαίου, του κύρους της Δικαιοσύνης, της δικαιϊκής ασφάλειας των πολιτών και την εδραίωση της εμπιστοσύνης τους προς τους Θεσμούς».
Τι είπαν οι Ενώσεις
Νωρίτερα, είχαν διατυπώσει ενστάσεις για τον πειθαρχικό έλεγχο που διέταξε η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Ιωάννα Κλαπα σε βάρος της ανακρίτριας και της εισαγγελέως στη Ρόδο για την υπόθεση του κυκλώματος της πολεοδομίας του νησιού. Ο πειθαρχικός έλεγχος διατάχθηκε μετά την απόφαση των δικαστικών αρχών να αφήσουν ελεύθερους με περιοριστικούς όρους τους κατηγορουμένους της υπόθεσης.
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων Ελλάδος σε ανακοίνωση της σχετικά με τις ενέργειες της προέδρου του Αρείου Πάγου Ιωάννας Κλάπα να ζητήσει επείγουσα άσκηση πειθαρχικού ελέγχου σημείωσε πως «δεν αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα για το δικαστικό λειτουργό η κρίση που εκφέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του…».
Αντιρρήσεις διατύπωσε και η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος επισημαίνοντας
πως «η παραγγελία της άσκησης πειθαρχικού ελέγχου για δικαιοδοτική κρίση δικαστικού λειτουργού και η ευρεία γνωστοποίησή της πλήττει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και τελικά βλάπτει την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και την ίδια τη δημοκρατία, θέτοντας υπό διαρκή αμφισβήτηση τον θεσμό και τροφοδοτώντας την κακόβουλη και απαξιωτική συζήτηση περί δήθεν αδυναμίας και ανεπάρκειας των λειτουργών της».

