Η απαγωγή ανήκει στους άγραφους νόμους – έτσι τολμώ να πω ότι η δική μου ενηλικίωση στους άγραφους νόμους οφειλόταν, αφού στα είκοσί μου, ανήλικη τότε, «κλέφτηκα» με τον Νίκο Γιανναδάκη τους πρώτους μήνες της δικτατορίας. Φοιτητές κι οι δυο μας, μόνο που εκείνος καταδικάστηκε λίγους μήνες αργότερα σε 25 χρόνια φυλάκισης ως ένας από τους ιδρυτές του παράνομου Ρήγα Φεραίου, για να βγει πεντέμισι χρόνια αργότερα. Τότε θεωρήσαμε την απαγωγή μας ως την πιο φυσική αντίδραση στις αντιρρήσεις των δικών μου. Πέρασαν χρόνια προτού συνειδητοποιήσω, μελετήσω και διερευνήσω ως συγγραφέας πλέον, και μάλιστα ως γυναίκα συγγραφέας, τις κρυφές διαστάσεις κάθε απαγωγής.
Η βεντέτα (αλλιώς τα «οικογενειακά») ανήκει επίσης στους άγραφους νόμους – αυτή κι αν ανήκει εκεί! Είναι ο πιο επαχθής και άγριος νόμος, όχι επειδή σχετίζεται με το αίμα (συμβαίνει π.χ. και σε μια γυναικοτονία αυτό, αλλά χωρίς συνέχεια) όσο επειδή δρασκελά τον βιολογικό χρόνο για να μετακυλίσει στις επόμενες γενιές την υποχρέωση του σκοτωμού ενός επιλεγμένου θύματος: των καλύτερων πάντοτε αντρών, ουδέποτε των παρακατιανών ή των σαλών, ουδέποτε επίσης γυναικών, αφού οι γυναίκες στη βεντέτα έχουν ρόλο πειθούς ή πειθαναγκασμού του εκδικητή προς το «καθήκον τιμής», ενώ εξαιρετικά σπάνια, αν δεν υπάρχει άντρας, εκδικείται γυναίκα.
Aλλωστε το όπλο, κι ο βαρύς επιδεικτικός οπλισμός σήμερα, είναι αποκλειστικά φαλλικό σύμβολο, δηλωτικό του κύρους («κόζι») ενός άντρα μέσα στην κοινότητα. Υπήρχε «προειδοποίηση» του θύτη προς το θύμα. Υπήρχαν ενδοκοινοτικοί κανόνες που προσπαθούσαν να «σάξουν» το κακό. Υπήρχαν σχεδόν πάντα οικονομικά αίτια, όπως και οι αναμενόμενες πολιτικές διασυνδέσεις, με προσαρμογές ανάλογα με τις εποχές και τις κοινωνίες, όπου η δική μας εποχή σίγουρα είναι το κάκιστο παράδειγμα.
Επιπλέον υπήρχαν οι «συμβολικές» βεντέτες, π.χ. η απαγωγή, όπου ναι μεν δεν χύνεται αίμα, αλλά τα «οικογενειακά» διαιωνίζονται με εκατέρωθεν συμπεριφορές εκδίκησης και μίσους – μάλιστα έχω προσωπική τρομακτική εμπειρία απ’ αυτό όταν πριν από χρόνια υπήρξε η τυπική «προειδοποίηση» ότι «μπορεί να γίνει φονικό», το δικό μου προφανώς, σε παρουσίαση βιβλίου μου στην Κρήτη, κάτι που πρώτη φορά λέω εδώ δημόσια. Η παρουσίαση έγινε με μη φανερούς «φρουρούς» και άλλα μέτρα προφύλαξης –όπως έμαθα εκ των υστέρων– και πήγε μια χαρά!
Eτσι, ξεκινώντας από το δικό μου ερώτημα τι είναι μια απαγωγή, κάποια εποχή και για περίπου δέκα χρόνια καταβρόχθιζα άρθρα, μαρτυρίες, μελέτες και τα πιο έγκυρα βιβλία που υπήρχαν (αναφέρω μόνο τη διδακτορική διατριβή του Aρη Τσαντηρόπουλου «Η βεντέτα στη σύγχρονη ορεινή Κρήτη» και το «Λόγω τιμής, ιστορίες κρητικής βεντέτας» του Δημήτρη Α. Ξυριτάκη, του Hρακλειώτη δικηγόρου σε όλες σχεδόν τις δίκες βεντέτας, αλλά και καλού φίλου και συνομιλητή μου σε τέτοια θέματα).
Ξέρω βαθιά και την καλή, τη φωτεινή, την εμπνευσμένη Κρήτη. Αυτή είναι η πιο ισχυρή, η πιο διαρκής στον χρόνο, η πιο απλωμένη πάνω στο νησί.
Oμως ως πολίτης με δημοκρατική συνείδηση, ως συγγραφέας, ως γυναίκα πάνω απ’ όλα, σε τίποτα δεν συμφωνώ με διαιώνιση του δικαίου των άγραφων νόμων, ιδίως της αιματηρής βεντέτας, το παράδειγμα της οποίας με τη σφαγή κυριολεκτικά που έγινε πριν από λίγες μέρες στα Βορίζια μόνο ντροπή μπορεί να προξενήσει στους πάντες. Το γράψιμο με έχει βοηθήσει να μελετήσω γεγονότα και καταστάσεις, να επεξεργαστώ τη βαθιά αντίρρησή μου στους άγραφους νόμους και να την εκφράσω μέσω της λογοτεχνίας.
Οι άγραφοι νόμοι και οι παραλλαγές βεντέτας που εγκιβωτίστηκαν σε τρία τουλάχιστον από τα κρητοκεντρικά μου μυθιστορήματα («Ο Αιώνας των Λαβυρίνθων», «Αμίλητα βαθιά νερά», «Φωτιές του Ιούδα στάχτες του Οιδίποδα») έχουν βγει όχι μόνον από την αγωνία μου για το τι σημαίνει τόπος, χρόνος και βίωμα μιας γυναίκας συγγραφέως που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην τόσο αντιφατική Κρήτη, αλλά και από τη μελέτη και τεκμηρίωση που πρέπει να υποστηρίζει τα μυθιστορήματά μας.
Κάτι τελευταίο: Ξέρω βαθιά και την καλή, τη φωτεινή, την εμπνευσμένη Κρήτη. Αυτή είναι η πιο ισχυρή, η πιο διαρκής στον χρόνο, η πιο απλωμένη πάνω στο νησί. Εγώ τουλάχιστον σ’ αυτή την ωραία Κρήτη ορκίζομαι, αυτήν θέλω να αναδείξω.
*Η κ. Ρέα Γαλανάκη είναι συγγραφέας.

